Please ensure Javascript is enabled for purposes of website accessibility
Νέοι Οδηγοί Βίντεο Προβολή

Μάθημα : ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ & ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ

Κωδικός : MED2135

500800  -  Α. Χ. Λάζαρης, Καθηγητής Παθολογικής Ανατομικής - Κ. Καλαχάνης, Δρ Φιλοσοφίας - Μ. Γιάνναρη, M.Ed. - Δρ Ε. Μανού, Κοινωνιολόγος-Εκπαιδευτικός

Ιστολόγιο

AKOMH ΣΗΜΕΡΑ Η ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΜΑΣ ΞΕΝΙΖΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΑΣ ΕΝΟΧΛΕΙ. ΑΥΡΙΟ; Σκέψεις μετά την παρακολούθηση της εξαιρετικής παράστασης του κοινωνικού έργου «Άγριοι» του Γ.Παλούμπη.

Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2025 - 4:17 μ.μ.

- από τον χρήστη

 

Όταν το αποκλειστικό κίνητρο για διδασκαλία είναι ο βιοπορισμός,

όταν η υπεράσπιση των περιουσιακών στοιχείων προσλαμβάνει χαρακτήρα υπαρξιακής καταξίωσης,

όταν η προσφορά της πνευματικής δημιουργίας συναρτάται με την εκτόνωση του σεξουαλικού ενστίκτου – το οποίο σαφώς αποτελεί μια από τις θεμελιώδεις κινητήριες δυνάμεις της ζωής του ανθρώπου, όχι όμως τη μόνη.

όταν το τεκμήριο της αθωότητας ακυρώνεται στη στιγμή από ανυπόστατες κατηγορίες και αυτόκλητους δικαστές κανίβαλους βασιζόμενους σε πειστήρια τεχνητής νοημοσύνης μέσω οθονών ηλεκτρονικών συσκευών και η αυτοδικία κατά το δοκούν μέσω κατάχρησης εξουσίας υποκαθιστά την ανύπαρκτη δικαιοσύνη,

Τότε αφήνουμε τους άγριους να μας καταστήσουν υποχείριά τους και να κάνουν κουμάντο στις ζωές μας.

 

Η ψυχική καλλιέργεια μέσω της τέχνης δεν προέρχεται πάντα από τη βίωση της ομορφιάς αλλά κι από τον προβληματισμό που αποκαλύπτει συχνά με ενοχλητικό τρόπο την αλήθεια της ζωής.

 

Μετά τη φετινή επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου προτρέπω τους νέους και τις νέες να αντισταθούν στην αποχαύνωσή τους μέσω οθονών και στην χούντα των μέσων κοινωνικής αποδικτύωσης, να ζήσουν την πραγματική ζωή, όχι την εικονική και επιτέλους να φτιάξουν τον κόσμο μας καλύτερο.

 

Σχόλια (2)

Χρήστης:Γιάνναρη Μαρία
- από τον χρήστη

Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2025 - 10:03 π.μ.

Το έργο «Άγριοι» ανατέμνει με διεισδυτικό τρόπο μία από τις βαθύτερες και πιο σύνθετες αντιφάσεις της ανθρώπινης ύπαρξης: την απόσταση ανάμεσα σε αυτό που δείχνουμε και σε αυτό που είμαστε. Οι χαρακτήρες μιλούν για αξίες, για αγάπη, για δικαιοσύνη, για έναν καλύτερο κόσμο, την ώρα που οι προσωπικές τους πράξεις διαψεύδουν όσα πρεσβεύουν. Στο έργο, οι διακηρύξεις αδειάζουν από το νόημά τους, επειδή η ίδια η πραγματικότητα των προσώπων τις υπονομεύει. Κι έτσι αναδύονται αναπόφευκτα τα ερωτήματα: ποιος τελικά κρατά τη δικαιοσύνη; Οι θεσμοί; Η κοινωνία; Το πλήθος; Ή κάθε άτομο μόνο του, παγιδευμένο στη δική του ηθική; Στους «Άγριους» οι χαρακτήρες καθοδηγούνται από το πάθος και την οργή. Η επιθυμία τους να “πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους” γεννά μια νέα μορφή αδικίας, πιο σκληρή και πιο προσωπική. Η δικαιοσύνη διαλύεται μέσα στην εκδίκηση και η κοινωνική τάξη χάνει το ηθικό της έρεισμα. Και πώς να μη διερωτηθεί κανείς σε μια εποχή όπου ο δημόσιος λόγος έχει διαβρωθεί και οι θεσμοί αμφισβητούνται, υπάρχει ακόμη χώρος για μια πραγματική, αδέκαστη δικαιοσύνη; Ή μήπως έχει πλέον μετατραπεί σε προσωπική αφήγηση, σε εργαλείο επιβολής, σε αντανάκλαση της δικής μας αυθαιρεσίας; Ένα ακόμη κεντρικό ζήτημα του έργου είναι ο έρωτας και η απογύμνωσή του από την αυθεντικότητά του. Οι χαρακτήρες μιλούν για αγάπη, αλλά η αγάπη τους έχει εκφυλιστεί σε ρηχή, σχεδόν χυδαία εκδοχή του αληθινού συναισθήματος. Στον κόσμο του έργου ο έρωτας έχει χάσει το ιδεώδες του. Τα οράματα του μανιφέστου τους παραμένουν εγκλωβισμένα στη σφαίρα του θεωρητικού στοχασμού. Και τότε αναδύεται ένα ακόμη ερώτημα, πόσο έχει ευτελιστεί ο έρωτας στην εποχή της παροδικότητας και της γρήγορης κατανάλωσης; Πόση αλήθεια αντέχει ένας κόσμος που απαιτεί από όλα να είναι άμεσα, πρόχειρα, “εύπεπτα”; Ωστόσο, μέσα σε όλη αυτή τη σκοτεινότητα, το έργο ανοίγει ένα παράθυρο φιλοσοφικής ελπίδας. Η κατάρρευση των μασκών, όσο οδυνηρή κι αν είναι, συνιστά ευκαιρία για αλήθεια. Η ανάδυση του αληθινού, έστω και μέσα από σύγκρουση, μας υπενθυμίζει ότι η ηθική δεν είναι δεδομένη, αλλά μια αέναη διαδικασία αυτογνωσίας. Η δικαιοσύνη, η αγάπη, ο έρωτας και η αλήθεια δεν μπορούν να υπάρξουν μέσα σε ρόλους που δεν μας ανήκουν. Κι έτσι τίθεται το καίριο ερώτημα: μήπως η εποχή της απόλυτης ισοπέδωσης των αξιών είναι ακριβώς η εποχή που μας καλεί να τις επαναδιεκδικήσουμε; Στο τέλος, οι «Άγριοι» δεν είναι μόνο ένα σχόλιο για μια κοινωνία που παραπαίει ή για ανθρώπους παραδομένους στα πάθη τους. Είναι μια υπενθύμιση της ανάγκης να επιστρέψουμε στη βαθύτερη ηθική βάση της ύπαρξης: να ανοικοδομήσουμε τη σχέση μας με την αλήθεια, με τον άλλον και με τον ίδιο μας τον εαυτό. Γιατί η μεγαλύτερη αγριότητα δεν είναι η βία απέναντι στον συνάνθρωπο, αλλά η βία απέναντι στην ίδια μας τη δυνατότητα για καλοσύνη. Και στο σημείο αυτό, γεννιέται ίσως το δυσκολότερο ερώτημα όλων: είμαστε άραγε έτοιμοι να υπερασπιστούμε εκ νέου την αγάπη, τη δικαιοσύνη, τον έρωτα και την αποδοχή, όχι ως λέξεις αλλά ως βίωμα ή συνεχίζουμε να κρυβόμαστε πίσω από το πολιτισμένο μας προσωπείο, αφήνοντας τη βαρβαρότητα να ψιθυρίζει μέσα μας;
Χρήστης:ΑΡΓΥΡΟΥ ΑΝΑΤΟΛΗ
- από τον χρήστη

Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2025 - 11:56 π.μ.

Μέσα από τη βίωση του θεατρικού έργου, "Οι Άγριοι", η σημερινή εποχή μοιάζει να πάλλεται από μια διάχυτη ένταση, μια λεπτή αλλά σταθερή υποψία ότι η βία μπορεί να αναδυθεί ανά πάσα στιγμή—όχι μόνο ως σωματική πράξη, αλλά και ως λόγος, στάση, ερμηνεία του κόσμου. Η βία έχει αποκτήσει ένα σχεδόν καθημερινό ένδυμα: κρύβεται στις σπασμωδικές αντιδράσεις, στις υπερβολικά εύκολες κρίσεις, στις επιφανειακές σαρκικές σχέσεις, στην έλλειψη διάθεσης να ειπωθεί το «δεν ξέρω». Κάπως έτσι, το να αποδίδει κανείς ευθύνες γίνεται μια αυθόρμητη κίνηση, ένας τρόπος να εξορκιστεί η αβεβαιότητα, να τοποθετηθεί ένα πρόχειρο νόημα εκεί όπου κυριαρχεί το θολό και το σύνθετο. Αυτή η ανάγκη να εντοπιστεί ο «φταίχτης» λειτουργεί συχνά σαν προσωπικό καταφύγιο· ωστόσο, όταν εφαρμόζεται άκριτα, μετατρέπει την κοινωνική συνύπαρξη σε παιχνίδι καθρεφτισμών, όπου ο καθένας βλέπει στον άλλον την προέκταση των φόβων του. Το αποτέλεσμα είναι μια ηθική υπερένταση που τροφοδοτεί τον φαύλο κύκλο του κατηγορώ και του ανταποδίδω. Παράλληλα, εμφανίζεται όλο και συχνότερα η τάση ορισμένων να «αναλαμβάνουν δράση» με τρόπους που υπερβαίνουν τα όρια του ιδιωτικού χώρου: μια επιθυμία να αποκαταστήσουν την τάξη ή τη δικαιοσύνη με προσωπικούς όρους. Η στάση αυτή, όσο και αν γεννιέται από αγανάκτηση ή από την αίσθηση ότι τα πράγματα δεν λειτουργούν, αναδεικνύει ένα βαθύτερο υπαρξιακό άγχος: την αδυναμία να αντέξει κανείς την καθυστέρηση, την αμφισημία, την πολυπλοκότητα. Έτσι σχηματίζεται μια ιδιαίτερη μορφή βιαιότητας: ούτε θεαματική ούτε κραυγαλέα, αλλά καθημερινή και επίμονη. Είναι η βιασύνη να καταδικάσουμε, η δυσανεξία απέναντι στο αβέβαιο, η ετοιμότητα να υποδυθούμε τον εκτελεστή μιας αλήθειας που δεν έχουμε καν προλάβει να εξετάσουμε. Κι ίσως αυτό να είναι το πιο ανησυχητικό: ότι η βία της εποχής δεν χρειάζεται πάντα όπλα ή συγκρούσεις· αρκεί ένας νους κουρασμένος από την πολυπλοκότητα και πρόθυμος να διαχειριστεί τον κόσμο με τα πιο απλοϊκά εργαλεία που έχει στη διάθεσή του. Αν κοιτάξουμε προσεκτικά, μορφή βίας αποτελεί και αβάσταχτη (;) «ελαφρότητα» των σχέσεων η οποία δεν αφορά μόνο την απουσία δέσμευσης· αφορά κυρίως την αποσύνδεση του βλέμματος από τον άλλον ως πρόσωπο. Η σαρκική συνεύρεση, όταν λειτουργεί αποκλειστικά ως αντανακλαστική ανάγκη για επιβεβαίωση ή ως υπεκφυγή από την εσωτερική σιωπή, γίνεται μια ακόμα παραλλαγή της βίας της εποχής—μια βία όχι εμφανής αλλά διαβρωτική. Το αποτέλεσμα είναι μια διπλή απογύμνωση: το σώμα απογυμνώνεται υλικά, αλλά η εμπειρία της εγγύτητας παραμένει πλήρως ντυμένη από άμυνες, φόβους και την ανάγκη για έλεγχο. Είναι σαν η επαφή να έχει χάσει τη βαρύτητά της και να παραχωρεί τη θέση της σε ένα είδος συναισθηματικού μινιμαλισμού.