Please ensure Javascript is enabled for purposes of website accessibility
Νέοι Οδηγοί Βίντεο Προβολή

Μάθημα : ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ & ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ

Κωδικός : MED2135

500800  -  Α. Χ. Λάζαρης, Καθηγητής Παθολογικής Ανατομικής - Κ. Καλαχάνης, Δρ Φιλοσοφίας - Μ. Γιάνναρη, M.Ed. - Δρ Ε. Μανού, Κοινωνιολόγος-Εκπαιδευτικός

Ιστολόγιο

ΟΛΟΙ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΠΑΙΡΝΟΥΜΕ ΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΚΦΡΑΖΟΥΜΕ. ΟΤΑΝ ΟΜΩΣ ΤΑ ΔΙΑΚΥΒΕΥΜΑΤΑ ΕΙΝΑΙ ΥΨΗΛΑ, ΤΟ ΡΙΣΚΟ ΜΕΓΑΛΟ ΚΑΙ ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΑΒΕΒΑΙΟ, ΜΕ ΠΟΙΑ ΠΛΕΥΡΑ ΣΥΝΤΑΣΣΟΜΑΣΤΕ;

Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2025 - 9:46 π.μ.

- από τον χρήστη

    Αν ένας πολίτης αισθάνεται έντονα ότι η συμπεριφορά της κυβέρνησής του είναι ανεπανόρθωτα ανήθικη, τι ακριβώς πρέπει να κάνει - να αφιερώσει όλες του τις δυνάμεις για να επηρεάσει την κοινή γνώμη ή να αποσυρθεί για να περιμένει καλύτερες εποχές; Τι γίνεται με τους καλλιτέχνες, των οποίων η αναγνωρισιμότητα τους επιβάλλει μια ειδική υποχρέωση να ασκούν την επιρροή τους υπεύθυνα - θα πρέπει να συνεχίσουν να εμφανίζονται με την ελπίδα ότι το κοινό θα προσελκυθεί από  τις ανθρωπιστικές τους απόψεις ή θα πρέπει να δείξουν την αποστροφή τους και να μεταναστεύσουν;  H ακεραιότητα και η απήχησή τους τους οδηγούν  σε μαχητικό ακτιβισμό ή σε απόφαση υποχώρησης και ανοχής; Ενώ είναι βολικό να σκεφτόμαστε τέτοια ηθικά ζητήματα με την άνεση της θεωρητικολογίας, οι πρακτικές επιλογές μας περιορίζονται δραματικά σε λιγότερο ανεκτικές κοινωνίες και σε πιο δύσκολες εποχές όπου η διαφωνία επιφέρει τρομερές συνέπειες.

 

Λόταρ Όπερμαν: Βίλχελμ Φούρτβενγκλερ

 

Εν είδει επιμέτρου στην πρόσφατη άσκηση στην Τράπεζα Θεμάτων του μαθήματός μας  με θέμα την ανοχή του κορυφαίου Γερμανού μαέστρου Βίλχελμ Φούρτβενγκλερ στο ναζιστικό καθεστώς ( https://tinyurl.com/msf64jvr ), θα γνωρίσουμε τη σχετική ταινία του Ούγγρου σκηνοθέτη  Ίστβαν Σάμπο του 2001 με τίτλο « Παίρνοντας θέση – Taking sides » ή « Απόδειξη ενοχής », όπως κυκλοφορήθηκε στην Ελλάδα. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης είχε παραμείνει στην Ουγγαρία κατά τη διάρκεια της σοβιετικής περιόδου, πιστός στη χώρα του και στην τέχνη του, συνεργαζόμενος με τους Σοβιετικούς αλλά μισώντας τους, οπότε το θέμα αυτής της ταινίας πρέπει να τον συγκινούσε ιδιαίτερα. Το σενάριο της ταινίας υπογράφει ο Ρόναλντ Χάργουντ κι αποτελεί προσαρμογή του ομώνυμου θεατρικού έργου του.

Μια οικεία ηθική διαμάχη για την τέχνη και την κοινωνία, την τέχνη και την ιδεολογία, την τέχνη και την πολιτική: Πώς θα μπορούσε το γερμανικό έθνος με τόσο υψηλές καλλιτεχνικές και πνευματικές παραδόσεις να βυθιστεί στη βαρβαρότητα; Δεν ανυψώνει η μεγάλη τέχνη εγγενώς το ανθρώπινο πνεύμα και δεν αντανακλά τις υψηλότερες ηθικές και πνευματικές μας φιλοδοξίες; Ή μήπως η συναίνεση της Γερμανίας στον ναζισμό παρά τον πολιτισμό της απέδειξε μια για πάντα ότι αυτό το ιδανικό είναι μια αυταπάτη;

 

Βερολίνο, μετά το τέλος του Β` Παγκοσμίου Πολέμου. Οι συμμαχικές δυνάμεις που κατέχουν πια την πόλη, προσπαθούν να βάλουν σε τάξη το χάος που επικρατεί, αλλά και να τιμωρήσουν τους Ναζί και τους συνεργάτες τους. Ο κυνικός, παθιασμένα ειλικρινής ταγματάρχης Στιβ Άρλνολντ (Χάρβεϊ Καϊτέλ), ένας ερευνητής ασφαλειών σε καιρό ειρήνης,  που δεν καταλαβαίνει και πολλά από μουσική,  πρέπει να ανακρίνει και να βρει στοιχεία που να εμπλέκουν τον διάσημο Γερμανό μαέστρο Βίλχελμ Φούρτβενγκλερ (Στέλαν Σκάρσγκαρντ)  με το ναζιστικό καθεστώς. Στο μυαλό του Άρνολντ, ο κόσμος είναι χωρισμένος σε καλούς και κακούς. Ο Φούρτβενγκλερ είναι Γερμανός, γι’ αυτό και δεν μπορεί παρά να συνεργάστηκε με τους Ναζί, άλλωστε πώς αλλιώς διατήρησε τη θέση του. Έτσι, ο Άρνολντ δεν δίνει καμία σημασία στα μέλη της ορχήστρας που ορκίζονται ότι ο μαέστρος τους υπήρξε αμέμπτου ηθικής. Με τον φανατισμό ενός Ιαβέρη του 20ού αιώνα, ο Άρνολντ έχει αναλάβει να συγκεντρώσει αποδείξεις ότι ο Γερμανός μαέστρος Βίλχελμ Φουρτβένγκλερ συνεργάστηκε με τους Ναζί και  χτυπάει αδιάκοπα το θήραμά του. Σε αντίθεση με τον Μπρούνο Βάλτερ και τον Ότο Κλέμπερερ, μαέστρους εβραϊκής καταγωγής που εύλογα διέφυγαν από τη Γερμανία κατά τη διάρκεια της ναζιστικής εποχής, ο Φούρτβενγκλερ επέλεξε να παραμείνει στην πατρίδα του. Φλερταρισμένος από τον Χέρμαν Γκέρινγκ και τον Γιόζεφ Γκέμπελς, ο άνθρωπος που πολλοί θεωρούσαν τον σπουδαιότερο μαέστρο στον κόσμο, επέτρεψε στον εαυτό του να λατρεύεται από τους Ναζί και έζησε μια προνομιούχα ζωή. Τέτοια ήταν η θέση και η σημασία του Φούρτβένγκλερ για τους Ναζί ως τρόπαιο υψηλού πνεύματος που δεν πιέστηκε καν να ενταχθεί στο ναζιστικό κόμμα.

Η ταινία συγκρίνει εύστοχα τη σοβαρότητα της γερμανικής υψηλής κουλτούρας με τη θορυβώδη αμερικανική ποπ κουλτούρα. Το υπονοούμενο φαίνεται να είναι ότι ο σιωπηλός σεβασμός των Γερμανών για τους μεγάλους Γερμανούς μουσουργούς είναι παρόμοιος με τη σιωπηλή αποδοχή της ατζέντας των Ναζί, η οποία διαστρέβλωσε στοιχεία του ίδιου του μυστικιστικού ρομαντισμού των γερμανικών γραμμάτων και τεχνών μετουσιώνοντάς τον σε εθνική ηρωολατρεία ενός τυράννου και των συμβόλων του.

H ταινία διατηρεί μια κλειστοφοβική θεατρική ένταση, καθώς ο πεισματάρης Αμερικανός ταγματάρχης προσπαθεί να στριμώξει τον  Γερμανό  καλλιτέχνη ο οποίος, για να ασχοληθεί με την τέχνη του, έκανε μια φαουστική συμφωνία με τη ναζιστική ηγεσία που τον λάτρευε.

Η ταινία προσθέτει περισσότερη σκίαση στη συζήτηση των δύο πρωταγωνιστών δίνοντας στον Άρνολντ δύο ευσυνείδητους νεαρούς βοηθούς που απωθούνται από τη σκληρότητα του αφεντικού τους, τον  υπολοχαγό Ντέιβιντ Γουίλς (Μόριτζ Μπλάιμπτροϊ), έναν επαναπατρισθέντα Γερμανοεβραίο εξόριστο που θαυμάζει τον Φούρτβενγκλερ παρά τις ναζιστικές του σχέσεις, και την  Έμι Στράουμπε (Μπίργκιτ Μίνιχμαϊρ), κόρη ενός συνταγματάρχη του Γερμανικού Στρατού που αντιτάχθηκε μοιραία στον Χίτλερ, αλλά μόνο αφού συνειδητοποίησε ότι η Γερμανία θα έχανε τον πόλεμο.

 

1. Η ΠΡΩΤΗ ΑΝΑΚΡΙΣΗ.mp4

 

Κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων του αριστοκρατικά ευγενικού μαέστρου, ο Άρνολντ τον ταπεινώνει συστηματικά. Αφήνει τον Φούρτβενγκλερ να περιμένει για ώρες και στη συνέχεια τον αναγκάζει να ζητήσει άδεια να καθίσει. Αναφερόμενος περιφρονητικά στον μαέστρο ως «αρχηγό της ορχήστρας του Χίτλερ», τον χλευάζει με την ίδια άσεμνη γλώσσα που οι Ναζί αξιωματικοί στη Γκεστάπο χρησιμοποιούσαν για να απευθυνθούν στους Εβραίους με απάνθρωπους όρους. Ορμώντας σαν μανιασμένος ταύρος και ξερνώντας ύβρεις, ο  Καϊτέλ υποδύεται πιθανώς τον πιο αγροίκο κυνηγό Ναζί που είχε έως τότε απεικονιστεί στη μεγάλη  οθόνη. Είναι μια καρικατούρα ποτισμένη με το δηλητήριο ενός στερεοτυπικού  Αμερικανού, που δεν γνωρίζει καμία κουλτούρα εκτός από τη δική του, αν και εδώ η οργή του εύλογα πυροδοτείται και δικαιολογείται σε μεγάλο βαθμό από τα φρικτά πλάνα από τη μαζική μεταφορά πτωμάτων με μπουλντόζα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπέργκεν-Μπέλσεν. Είναι μια απόλυτα νευρική ερμηνεία για τον ηθοποιό, η ωμή οργή της οποίας προσδίδει στην ταινία μια νότα κινδύνου και ανεβάζει την αδρεναλίνη σε αυτό που αρχικά θα μπορούσε να εκληφθεί ως  μια φλύαρη ηθικολογική συζήτηση.

Ο Φούρτβενγκλερ διηύθυνε τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Βερολίνου στα 53α γενέθλια του Χίτλερ, αλλά επινόησε έναν έξυπνο τρόπο να αποφύγει τον χαιρετισμό του Φίρερ. Στο τέλος του πολέμου, η ραδιοφωνική ανακοίνωση του θανάτου του Χίτλερ συνοδεύτηκε από την ηχογράφηση του 2ου μέρους ( αντάτζιο ) της μεγαλοπρεπούς Έβδομης Συμφωνίας του Μπρούκνερ  ( βλ. και ανάρτηση https://tinyurl.com/53dn3ktu  ) από τον Φούρτβενγκλερ.

Πυροδοτούμενη η ταινία  από τις δυναμικές ερμηνείες των ηθοποιών, ο ηθικός απολυταρχισμός του Άρνολντ και η υψηλή αισθητική του Φούρτβενγκλερ δημιουργούν μια δραματικά συναρπαστική σύγκρουση. Η κεντρική σύγκρουση παρουσιάζεται με αρκετή ασάφεια ώστε να εγείρει κατάλληλα ερωτήματα χωρίς να διεκδικεί απλοϊκές απαντήσεις.

 

2. Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΚΡΙΣΗ.mp4

 

Το επιχείρημα ότι η τέχνη έχει μεγαλύτερη σημασία από οτιδήποτε είναι αυτό στο οποίο προσκολλάται ο μαέστρος ως δικαιολογία για να πιστεύει ότι θα μπορούσε να αποσπαστεί από τις φρικιαστικές πραγματικότητες του ναζισμού. Ο Φούρτβενγκλερ επιμένει ότι παρόλο που είχε καταγραφεί ότι έκανε αντισημιτικά σχόλια, αυτό έπρεπε να το κάνει, όταν επικοινωνούσε με τους Ναζί. Πιο σημαντικό για την υπεράσπισή του θεωρεί το ότι ανέλαβε ρίσκα και χρησιμοποίησε τις διασυνδέσεις του για να βοηθήσει δεκάδες Εβραίους μουσικούς να δραπετεύσουν στη Σουηδία. Παρά την υπερβολή στον ρόλο του ανακριτή ταγματάρχη και μια θεατρική τάση προς συναισθηματική αντιπαράθεση, ο διάλογος είναι συχνά αρκετά πειστικός, όπως όταν ο Άρνολντ αμφισβητεί τον Φούρτβενγκλερ με ένα βασικό ερώτημα: Πώς μπορούσε να ισχυριστεί ότι αγνοεί το Ολοκαύτωμα όταν αφιέρωσε τόσο πολύ χρόνο σώζοντας Εβραίους - δεν του πέρασε ποτέ από το μυαλό γιατί οι Εβραίοι ένιωθαν έναν τόσο θανάσιμο φόβο; Η τελική σκέψη του Φούρτβενγκλερ μπορεί να ακούγεται κούφια, αλλά είναι ίσως η μόνη αδιαμφισβήτητη δικαιολόγηση της πίστης του ότι η τέχνη και η πολιτική παραμένουν ξεχωριστές και είναι ο μόνος δυνατός τρόπος για να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ της ιδιωτικής του πρόθεσης για διάσωση του πολιτισμού και της ευρείας δημόσιας αντίληψης για νομιμοποίηση ενός εκφυλισμένου καθεστώτος: ο μαέστρος απλώς ρωτάει (χωρίς να περιμένει απάντηση) αν θέλουμε πραγματικά να ζήσουμε σε έναν υλικό κόσμο σαφών γεγονότων χωρίς τη φαντασία και όσα μας υπόσχεται η  τέχνη.

Το να παραμείνει κανείς στη Γερμανία και να μην είναι πιστός Ναζί ήταν «σαν να περπατάει σε τεντωμένο σχοινί ανάμεσα στην εξορία και την αγχόνη», λέει ο Φούρτβενγκλερ. Η εντύπωση που θέλει να δώσει είναι ότι ποτέ δεν συμπάθησε τον Χίτλερ, ποτέ δεν συμπάθησε τους Ναζί, ήταν πιστός στις αξιοπρεπείς παραδόσεις του γερμανικού παρελθόντος. Ναι, αλλά αν οι Ναζί είχαν νικήσει στον πόλεμο, θα προσπαθούσε στο τέλος του πολέμου να ξεγλιστρήσει σε κάποιο ασφαλές καταφύγιο, όπως έκανε στην Ελβετία; Δεν μπορούμε παρά να υποψιαζόμαστε ότι η μεταπολεμική του αντιπάθεια για τους Ναζί ενισχύθηκε σημαντικά από την ήττα τους στον πόλεμο.

Στην εν λόγω ταινία η αυτοάμυνα του Φούρτβενγκλερ δεν τον οδηγεί πουθενά με τον Άρνολντ, ο οποίος τελικά υπονομεύει την ψυχραιμία του μαέστρου και τον αναγκάζει να παραδεχτεί ότι ήταν αφελής που επέτρεψε στον εαυτό του να υποστεί εκμετάλλευση από μαζικούς δολοφόνους για το δικό τους όφελος δημοσίων σχέσεων. Ο Σκάρσγκαρντ δεν μοιάζει πολύ με τον μαέστρο, όπως αυτός παρουσιάζεται στο πόντιουμ σε ένα απ' τα παλιά «επίκαιρα» στο τέλος της ταινίας. Αλλά σε μια υπέροχα πολυεπίπεδη ερμηνεία, διχασμένη ανάμεσα στην υπερηφάνεια και την ταπείνωση, ο  Σκάρσγκαρντ επιτρέπει στις άμυνες του βασανισμένου Φούρτβενγκλερ να εξαλειφθούν, ώστε να εκθέσει την ωμή, τρεμάμενη ψυχή του. Η ερμηνεία του Σκάρσγκαρντ είναι συγκινητική. Έχει ένα είδος εξαντλημένης παθητικότητας, που υποδηλώνει έναν άνθρωπο που κάποτε στεκόταν καβάλα στον κόσμο και τώρα θα πρέπει να θεωρεί τον εαυτό του «τυχερό» που τον προσβάλουν άτομα σαν τον ταγματάρχη Άρνολντ.

 

3. ΚΑΤΑΛΗΞΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ.mp4

 

Στο τέλος της ταινίας που ποτέ δεν διαλέγει ξεκάθαρα πλευρά, ο σκηνοθέτης  βρίσκει την τέλεια εικόνα για να κλείσει. Είναι από ένα απ' τα παλιά «επίκαιρα» με τον πραγματικό Φούρτβενγκλερ να  διευθύνει τη Φιλαρμονική ενώπιον ενός κοινού με Ναζί αξιωματικούς. Μετά το τέλος της συναυλίας, ένας αξιωματικός πλησιάζει το πόντιουμ και του σφίγγει το χέρι. Και στη συνέχεια, ο Φούρτβενγκλερ βγάζει ήσυχα ένα μαντήλι από την τσέπη του και σκουπίζει το χέρι του. Ο σκηνοθέτης δείχνει τη χειρονομία για δεύτερη φορά, σε κοντινό πλάνο. Και να το μήνυμα της ταινίας: Καλύτερα να μην σφίξεις το χέρι με τον διάβολο εξαρχής.

 

 

 

Σχόλια (2)

Χρήστης:ΑΡΓΥΡΟΥ ΑΝΑΤΟΛΗ
- από τον χρήστη

Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2025 - 5:16 μ.μ.

Σε στιγμές όπου τα ιδανικά κλονίζονται, η επιλογή μεταξύ λόγου και σιωπής αποκαλύπτει το βάθος της ανθρώπινης ύπαρξης: δεν είναι μόνο μια η θ ι κ ή πράξη αλλά μια μ ε τ α φ υ σ ι κ ή τοποθέτηση — ένας τρόπος να δηλώσουμε ποιοι είμαστε μέσα στον χρόνο. Η φωνή μπορεί να ραγίσει την αδράνεια της κοινότητας· η σιωπή μπορεί να φυλάξει την εσωτερική συνέπεια· και τα δύο αφήνουν ίχνη που ξεπερνούν την ατομική βούληση: διαμορφώνουν συλλογικές μνήμες, επηρεάζουν το ηθικό αποτύπωμα των εποχών και καλλιεργούν την αμφιθυμία ανάμεσα στην υποχρέωση και την επιβίωση. Στο τέλος, το κρίσιμο δεν είναι να κατατάξουμε απλώς τις επιλογές σε σωστές ή λανθασμένες, αλλά να αναγνωρίσουμε την πολυπλοκότητα της ε υ θ ύ ν η ς — την ε ξ ά ρ θ ρ ω σ η της β ε β α ι ό τ η τ α ς, την ανάγκη για προβληματισμό και την ευθραυστότητα κάθε ανθρώπινης απόφασης μέσα σε ένα ιστορικό πλαίσιο που την υπερβαίνει.
Χρήστης:Κουνδουράκης Δημήτριος
- από τον χρήστη

Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2025 - 6:44 μ.μ.

Καλησπέρα. Την έχω δει την ταινία, και μου είχε κάνει εντύπωση. Πιστεύω ότι πραγματεύεται ένα δύσκολο θέμα, όπως είναι αυτό… το εάν μπορεί να ζυγίζεται τελικά ένας καλλιτέχνης, με τα ίδια μέτρα και σταθμά, που ζυγίζεται και ο κάθε άνθρωπος, ή εάν του αποδίδεται, εντέλει, το ότι υπηρετεί κάτι “ξεχωριστό”, “ύψιστο”, όπως είναι η Τέχνη, οπότε και τα μέτρα και τα σταθμά, δεν είναι ίδια, γι’ αυτόν. Νομίζω ότι δεν υπάρχει απάντηση, σε αυτό το ερώτημα. Δεν είναι μόνο η Τέχνη, είναι και η Πολιτική, είναι και η Θρησκεία, είναι και το κάθε Επάγγελμα, που επικαλούνται ένα “ύψιστο καθήκον” για τον εαυτό τους … ακόμα και ο ίδιος ο Χίτλερ, νόμιζε ότι υπηρετεί κάτι “ύψιστο”. Για μένα ο Μαέστρος, δικαιώνεται στο τέλος της ταινίας, όχι όμως επειδή είχε ως άλλοθι την Τέχνη του, αλλά επειδή ήταν ένας συνηθισμένος, απλός κατά βάθος, άνθρωπος, ο οποίος αγαπούσε την μουσική, και αναγκάστηκε να ζήσει σε δύσκολους καιρούς.