Μάθημα : ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ & ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ
Κωδικός : MED2135
ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΟΥΜΕ ΤΟN AYΓΟΥΣΤΟ
Τόμας Χάμπερμαν: Καλοκαιρινό απομεσήμερο στο πάρκο (2013)
Φανταστείτε να οδηγείτε το ποδήλατό σας ένα ζεστό καλοκαιρινό απόγευμα κάτω από τα δέντρα σε αυτό το όμορφο πάρκο. Καθώς πάτε όλο και πιο γρήγορα, το φως του καλοκαιρινού ήλιου σάς θαμπώνει μέσα από τα φύλλα και τα κλαδιά των δέντρων. Αυτό μπορεί να νιώσει κανείς βλέποντας αυτό το «ευέλικτο» έργο τέχνης ανάμεσα άλλοτε στην πραγματικότητα κι άλλοτε στην φαντασία. Υπάρχει γαλήνη μαζί με δράση και, το πιο σημαντικό, καλοκαιρινή ευτυχία.
Ντέιβιντ Κοξ: Η αμμουδιά του Ριλ (Rhyl Sands, 1854)
Μια όψιμη καλοκαιρινή μέρα σε μια γαλλική ακτή, όπως αυτή θα μπορούσε να έχει ζωγραφισθεί από τον Μπουντέν ή τον Mονέ – έτσι μοιάζει αυτή η εικόνα. Όμως δεν παύει να εκπλήσσει το γεγονός ότι το θέμα είναι στην πραγματικότητα μια μέρα στο αγαπημένο θέρετρο του Άγγλου καλλιτέχνη Ντέιβιντ Κοξ στην ακτή της Ουαλίας και ότι το έργο ζωγραφίστηκε γύρω στο 1855, πριν ο ιμπρεσιονισμός ανατείλει επίσημα. Τόσο φρέσκο το αεράκι στην παραλία, μοιάζει ίσως θολό, σαν να ‘χει σηκώσει λίγη άμμο, καθώς απλώνεται στο φως που αιχμαλωτίζει τόσο άψογα μια μέρα στην παραλία.
Γκουστάβ Καγιεμπότ: Χορτάρια δίπλα στη θάλασσα στην Τρουβίλ (1885-7)
Μια απαλή, ήρεμη ιμπρεσιονιστική ζωγραφική όψιμου καλοκαιρινού τοπίου παραλίας. Εξάλλου, οι περισσότεροι άνθρωποι, όταν βλέπουν τη θάλασσα, σκέφτονται τις θερινές διακοπές τους κοντά στην ακτή. Παρατηρήστε ότι τα χρώματα εδώ είναι πιο ψυχρά. Ενώ διακρίνουμε νότες πιο ζεστών χρωμάτων εδώ κι εκεί που μας βάζουν στην ατμόσφαιρα της πιο ζεστής εποχής, ταυτόχρονα, τα πιο κρύα χρώματα στο όψιμο καλοκαιρινό αυτό σκηνικό μάς δροσίζουν ψυχολογικά.
Χάρι Χάρβεϊ Κλαρκ (1869-1948): Ο ερχομός του φθινοπώρου.
Mια σαγηνευτική ελαιογραφία που αποτυπώνει υπέροχα την ουσία των εποχών που αλλάζουν. Αυτό το διαχρονικά γοητευτικό έργο τέχνης, με διαστάσεις 73,7x91,4 εκ., βρίσκεται στο Κάστρο του Νότινγχαμ. Σε αυτό το γαλήνιο τοπίο, ο καλλιτέχνης απεικονίζει επιδέξια μια σκηνή στην εξοχή όπου η μεταμόρφωση της φύσης βρίσκεται στο επίκεντρο. Η αντανάκλαση των ζωντανών χρωμάτων του φθινοπώρου χορεύει πάνω στα ήρεμα νερά του ποταμού, δημιουργώντας μια μαγευτική συμφωνία απαλών κόκκινων, πορτοκαλί και κίτρινων χρωμάτων. Οι ακριβείς πινελιές του καλλιτέχνη δίνουν ζωή σε κάθε λεπτομέρεια - από τα μεγαλοπρεπή δέντρα που στέκονται ψηλά στο δάσος μέχρι τη γαλήνια όχθη του ποταμού που τα αγκαλιάζει απαλά. Καθώς κοιτάζουμε αυτόν τον πίνακα, μπορούμε σχεδόν να νιώσουμε μια κάποια ψύχρα στον αέρα και να ακούσουμε τα φύλλα να θροΐζουν, καθώς πέφτουν με χάρη απ’ τα κλαδιά τους. Προκαλεί μια αίσθηση ηρεμίας, ενώ μας προσκαλεί να βυθιστούμε στην ομορφιά της φύσης αυτή τη μαγική μεταβατική εποχή του χρόνου και να εκτιμήσουμε τα διαρκώς μεταβαλλόμενα θαύματα της φύσης, βρίσκοντας ανακούφιση στην απλότητά της.
Τζ. Σέβερν: O Τζον Κίιτς (1821-3)
Είναι αξιοσημείωτο ότι ένας από τους πιο επιφανείς ρομαντικούς ποιητές, o Τζον Κίιτς, έζησε μόλις μέχρι την ηλικία των 25 ετών. Αυτό το πορτρέτο του το φιλοτέχνησε ο φίλος του, Τζ. Σέβερν, ο οποίος αργότερα τον φρόντισε κατά τη διάρκεια της ασθένειάς του στη Ρώμη. Ο Σέβερν έφτιαξε αυτό το μεταθανάτιο πορτρέτο του Kίιτς στον φθινοπωρινό κήπο του σπιτιού του ποιητή στο Χάμστεντ, αναπολώντας: «Αυτή ήταν η στιγμή που αρρώστησε για πρώτη φορά, όταν είχε ολοκληρώσει την «Ωδή σ’ ένα Αηδόνι» το πρωί της επίσκεψής μου στο Χάμστεντ. Τον βρήκα να κάθεται με τις δύο καρέκλες όπως τον ζωγράφισα και εντυπωσιάστηκα με τα πρώτα αληθινά συμπτώματα θλίψης στον Κίιτς που εκφράζονται τόσο καλά σε αυτό το ποίημά του».
Ο Εγγλέζικος Ρομαντισμός χαρακτηριζόταν από μια πιο προσεκτική παρατήρηση και περιγραφή του φυσικού κόσμου. Με το ενδιαφέρον τους για τη σχέση ανάμεσα στους ανθρώπους και τη φύση, οι ποιητές Γουίλλιαμ Γουόρντσγουορθ, Σάμουελ Ταίηλορ Κλεριτζ και Τζων Κίιτς άσκησαν φοβερή επίδραση στο κίνημα του Αμερικάνικου Υπερβατισμού (Ράλφ Γουάλντο Έμερσον και Χένρι Ντέιβιντ Θόρο) και στο κίνημα για την προστασία του περιβάλλοντος.
Ο Τζoν Κίιτς (John Keats, 1795 -1821) ήταν Άγγλος λυρικός ποιητής της δεύτερης γενιάς των Ρομαντικών, μαζί με τον Πέρσι Σέλλεϋ και τον Λόρδο Μπάυρον (Bύρωνα). Γεννημένος στο Λονδίνο, ο Κίιτς σπούδασε χειρουργική, πριν αφιερωθεί στην ποίηση, από το 1817 και μετά. Πέθανε από φυματίωση μόλις 25 χρονών· ο θάνατος έκοψε βιαστικά το νήμα της ζωής ενός μεγάλου ποιητή.
Ως διαλογισμοί πάνω στην ένταση ανάμεσα στην υπερβατική φύση των ιδανικών και την σταθερότητα της αλλαγής στον φυσικό κόσμο, οι ωδές του Κίιτς θεωρούνται το μεγαλύτερο ποιητικό του επίτευγμα. Ο Κίιτς αφιέρωσε τη σύντομη ζωή του στην τελειοποίηση μιας ποίησης που χαρακτηρίζεται από δυνατές εικόνες και σχήματα λόγου, τη μεγάλη αισθητική έλξη που ασκεί και την προσπάθεια να εκφράσει μια φιλοσοφική στάση μέσα από τους μύθους της κλασικής αρχαιότητας. Το μεγαλύτερό του προσόν ήταν η πραγματικά αχαλίνωτη φαντασία του που του προμήθευε υλικό, φτερά και οράματα, και μπορούμε να πούμε πως, σε αντίθεση με τον σύγχρονό του Λόρδο Βύρωνα, ο Κίιτς περιέγραφε περισσότερο τη φαντασία και λιγότερο την πραγματικότητα.
Η ποίηση του Κίιτς, στις καλύτερές της στιγμές, μεταδίδει μια άμεση, ζωγραφική σχεδόν εντύπωση του πράγματος ή της κατάστασης που περιγράφει. Αυτό είναι συνέπεια της θεωρίας του για τη χαμαιλεοντική φύση του ποιητή, ο οποίος ιδιοποιείται τον χαρακτήρα κάθε βιώματος, χωρίς να επιτρέπει στο βαθύτερό του εγώ να επεμβαίνει στη μετάδοση αυτού που αισθάνεται. Η αλληλογραφία του αποκαλύπτει μια εκπληκτικά ώριμη στάση απέναντι στην ζωή και την τέχνη και φανερώνει, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ένα πρόσωπο αξιαγάπητο, ακριβώς επειδή η ισορροπία που είχε κατορθώσει, ήταν το αποτέλεσμα μιας νίκης πάνω στην εσωτερική βιαιότητα της ιδιοσυγκρασίας του.
Κατά τη διάρκεια μιας έντονης περιόδου θρήνου για τον θάνατο του αδελφού του κι ενώ παράλληλα πάλευε με την δική του μοιραία ασθένεια, ο Κίιτς συνέχιζε να έχει μια παθιασμένη ερωτική σχέση με τη Φάνι Μπράουν. Πήγε στο Σάνκλιν (στη Νήσο Ουάιτ) και στο Ουίντσεστερ, όπου, μακριά από την μεγάλη του αγάπη Φάνι και εν μέσω προβλημάτων στη σχέση τους, έγραψε, στις 19 Σεπτεμβρίου 1819, εμπνευσμένος από την ομορφιά της εποχής που όλα αλλάζουν, μια γαλήνια ωδή στη λαμπρότητα, τη γενναιοδωρία και τη μελαγχολία του φθινοπώρου με τίτλο «Ωδή στο φθινόπωρο» (“To Autumn”).
Στο Φθινόπωρο
Ω εποχή από λεπτή ομίχλη κι ολόχρυσα κύματα καρπών!
Σταυραδέρφι του ζάπλουτου ήλιου, που ακόμη στη γη ξεφαντώνει,
Συνωμοτώντας μαζί του: πώς θα γεμίσουν σταφύλια
Πάνω στο κλήμα, που ξεπέρασε πια την αχυρένια μας σκεπή.
Λυγίζοντας δεξιά την καλύβα με τα νιόκοπα κόκκινα μήλα.
Κανακεύοντας όλα τα φρούτα, τόσο που μέλι να γίνει η καρδιά τους.
Πώς, σ’ ένα νεύμα, βαριανασαίνει η κολοκύθα ετοιμόγεννη,
Κι η φουντουκιά μεσ’ απ’ τα φλογισμένα σωθικά της
Σπιθοβολά μ’ απόγνωση. Τα τελευταία λουλούδια κυματίζουν
Μεσούρανα, κι οι ασυλλόγιστες μέλισσες σ’ έναν χορό τ’ ακολουθούν,
Θησαυρίζοντας κι άλλο, μ’ όνειρα του καλοκαιριού, που δες:
Χρυσάφι σύγκερο, τις κυψέλες τους πάλι ξεχείλισαν!
Α, ποιος δεν σ’ έχει χαρεί, μέσα στα πλούτη της σοδειάς σου!
Κι είναι φορές -τι ευτυχία!- που όποιος θελήσει, θα σε βρει
Αμέριμνη να ξαποσταίνεις μες στ’ αλώνια,
Μ’ έναν αγέρα λικνιστό να τρέχει στα μαλλιά σου.
Ή εκεί στη μισοθερισμένη αυλακιά, βαθιά να κοιμάσαι,
Άξαφνα ζαλισμένη απ’ την αναθυμίαση της παπαρούνας,
Ενώ το δρεπάνι σου λυπάται να θερίσει κι άλλην αυλακιά,
Μαζί με τέτοια λουλουδιών πλημμύρα.
Κι άλλοτε πάλι, μοιάζεις σταχτομαζώχτρα, που ακροζυγιάζει
Το φορτωμένο της κεφάλι, καθώς αργά περνά μια ποταμιά.
Ή πλάι στο πατητήρι στέκεσαι, και μ’ ανυπόμονη ματιά
Ξαγρυπνάς, ώρες κι ώρες, το τελευταίο να στραγγίσεις σταφύλι!
Πού είναι τα τραγούδια της Άνοιξης; Μα πού είναι τώρα;
Ω, μην τα συλλογιέσαι! Έχεις κι εσύ τη μουσική σου,
Όταν τ’ αμοίραστα σύννεφα δωρίζουν απαλότατο φως, στη μέρα
π’ αργοπεθαίνει,
Με ρόδινα βάφοντας χρώματα τις θερισμένες καλαμιές του κάμπου,
Κι ακούς μια πένθιμη μικρή χορωδία, τα κουνούπια, μες στις ιτιές
Του ποταμού να θρηνούν, κι έπειτα να πετούν ψηλά ή να σκορπίζονται
Όσο κι ο φωτεινός αγέρας έρχεται, χαμογελά ή αναίτια θυμώνει.
Δυνατά βελάσματα φτάνουν απ΄ τα μεγαλωμένα αρνιά που ζύγωσαν
τους λόφους.
Τραγουδούν θαρρετά τα τριζόνια στους φράχτες. Και μ’ ανάλαφρο τρέμουλο,
Μέσ΄ απ΄ τους κήπους, το σφύριγμα αναβλύζει του κοκκινολαίμη.
Καθώς χαράζουν ψηλά τους ουρανούς σμήνη χελιδονιών, τιτιβίζοντας.
Αρχίζουμε τώρα, μαζί με τον Αύγουστο, να αποχαιρετούμε σιγά-σιγά και το φετινό καλοκαίρι
(προς αποφυγή «ψυχοπλακώματος» βλ. και άσκηση 25ης 9. 2023 : https://eclass.uoa.gr/modules/exercise/admin.php?course=MED2135&exerciseId=21782&preview=1
https://eclass.uoa.gr/modules/exercise/?course=MED2135 )
πιάνοντας μουσικά την ατμόσφαιρα του φθινοπώρου στις αρχές της μακρινής δεκαετίας του 1970.
Με τη φωνή του Αλκίνοου Ιωαννίδη αποχαιρετούμε το αυγουστιάτικο φεγγάρι με τον «Αύγουστο» του Νίκου Παπάζογλου (1978) στην πρωτότυπη μορφή του τραγουδιού για φωνή και κιθάρα.
N. ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ Αύγουστος. Αλκίνοος Ιωαννίδης.mp3
Το 1972, από τον δίσκο του Μάνου Χατζιδάκι «Ο Μεγάλος Ερωτικός», σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη, ο Δημήτρης Ψαριανός τραγουδά «Με την πρώτη σταγόνα της βροχής».
M. ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ - Ο. ΕΛΥΤΗ Με την πρώτη σταγόνα της βροχής. Δημήτρης Ψαριανός.mp3
Από δύο ελληνικές ταινίες στις αρχές της δεκαετίας του ‘70 ( «Εκείνο το καλοκαίρι» και «Όμορφες μέρες» ), δύο διαμάντια ελαφρού τραγουδιού του Γιάννη Σπανού με την Αφροδίτη Μάνου και τη Δήμητρα Γαλάνη, αντίστοιχα.
Γ. ΣΠΑΝΟΥ - Α. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ Ένα καλοκαίρι. Α. Μάνου.mp3
Γ. ΣΠΑΝΟΥ - Κ. ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Μη μου μιλάς γι' αγάπη. Δ. Γαλάνη.mp3
Μπρίτζετ Ράιλι: Για μια καλοκαιρινή μέρα. Οπτική ψευδαίσθηση (1980)
Χρωματιστές λωρίδες διασταυρώνονται κατά μήκος μιας κοινής ταινίας, που θυμίζουν στριφτές κορδέλες, για να δημιουργήσουν ένα μοτίβο κυμάτων. Καθένα έχει τρία χρώματα σε οποιοδήποτε σημείο, ξεκινώντας και τελειώνοντας σε κάθε κορυφή ή κοιλότητα. Η επιλογή των χρωμάτων σκοπεύει να προκαλέσει ένα οπτικό μίγμα στο μάτι, με όσο το δυνατόν περισσότερη αλληλεπίδραση μεταξύ των χρωμάτων. Ανοιχτό μπλε και κίτρινη ώχρα αποτελούν το βασικό ζεύγος χρωμάτων στα οποία εισάγονται περιστασιακά νήματα από τριανταφυλλί και βιολετί, για να τονίσουν τις ζεστές και ψυχρές καμπές της γενικής χρωματικής αίσθησης.
Σάββατο 31 Αυγούστου 2024 - 10:13 μ.μ.
Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2024 - 3:09 μ.μ.