Please ensure Javascript is enabled for purposes of website accessibility

Μάθημα : ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ & ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ

Κωδικός : MED2135

ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ & ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ

500800  -  Α. Χ. Λάζαρης, Καθηγητής Παθολογικής Ανατομικής - Κ. Καλαχάνης, Δρ Φιλοσοφίας - Μ. Γιάνναρη, M.Ed.

«ΠΑΡΑΔΙΝΟΜΑΣΤΕ ΜΕΝΟΝΤΑΣ ΑΦΩΝΟΙ ΜΟΛΙΣ ΜΑΣ ΠΛΗΣΙΑΣΕΙ Ο ΝΕΟΣ ΘΕΟΣ»- ΣΠΟΥΔΗ ΣΤΗΝ «ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΤΗ ΝΑΞΟ»

Περιγραφή

Τισιανός: Βάκχος και Αριάδνη, 1520-3, Λονδίνο, Εθνική Πινακοθήκη.Ελαιογραφία που απεικονίζει τη συνάντηση του Βάκχου, του θεού του κρασιού, συνοδευόμενου από μια θορυβώδη ομάδα μαινάδων και σατύρων, και της Κρητικής πριγκίπισσας Αριάδνης, στη Νάξο.

 

Ο Τιτσιάνο Βετσέλλιο (περί το 1485/90 - 1576), ευρύτερα γνωστός ως Τισιανός ή Τιτσιάνο, ήταν Ιταλός ζωγράφος της Αναγέννησης. Ανήκει στη σχολή της Βενετίας και θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους ζωγράφους της, του οποίου το έργο αντιπροσωπεύει τη μετάβαση από την παράδοση του 15ου αιώνα στην τεχνοτροπία που υιοθετήθηκε κατά τον 16ο. Ο Τισιανός υπήρξε ένας πολύ επιτυχημένος ζωγράφος της εποχής του∙ οι προστάτες του κυμαίνονταν από Ιταλούς ευγενείς έως τους Βασιλείς της Ισπανίας και της Γαλλίας.

«Ο Βάκχος και η Αριάδνη» παραγγέλθηκαν από τον Αλφόνσο ντ' Έστε, δούκα της Φεράρα, ως μέρος ενός διακοσμητικού σχεδίου για ένα μικρό δωμάτιο, τον αλαβάστρινο θάλαμο - Camerino d'Alabastro, στο δουκικό παλάτι. Το σχέδιο του δούκα ήταν τα έργα των καλύτερων καλλιτεχνών στην Ιταλία να κρεμαστούν εκεί μαζί, αναδημιουργώντας μια αρχαία πινακοθήκη, όπως αυτή περιγράφεται σε ένα ελληνικό κείμενο της ύστερης αρχαιότητας.

Ο παραπάνω υπέροχος πίνακας του σπουδαίου αναγεννησιακού δασκάλου Τισιανού συγκαταλέγεται στα πιο γνωστά παραδείγματα κλασικού ουμανισμού. Η απεικόνιση της σκηνής του Βάκχου, του θεού του κρασιού (γνωστού και ως Διόνυσου) , που ερωτεύεται την Αριάδνη με την πρώτη ματιά και την πλησιάζει είναι ένας θαυμάσιος τρόπος αναπαράστασης στο πλαίσιο του ρεύματος του ανθρωπισμού-ουμανισμού μέσω της τέχνης. Ο συγγραφέας επηρεάστηκε έντονα από τους Ρωμαίους ποιητές Οβίδιο και Κάτουλλο και τα κλασικά τους κείμενα, δημιουργώντας αυτό το έργο τέχνης, το οποίο έτσι συμβάλλει στο ανθρωπιστικό κίνημα της Αναγέννησης, καθώς παρουσιάζει μια αναβίωση της κλασικής αρχαιότητας. Μέσα από τη λεπτομερή απεικόνιση αυτής της συναρπαστικής σκηνής, ο καλλιτέχνης δίνει τη δυνατότητα στα πρόσωπα της ελληνικής  μυθολογίας να ζωντανέψουν κι έτσι τονίζει τις ανθρώπινες αξίες της κλασικής αρχαιότητας.

Στον πίνακα «Βάκχος και  Αριάδνη» εικονογραφούνται λοιπόν μυθολογικά κείμενα των Λατίνων ποιητών Κάτουλλου και Οβιδίου, τα οποία ο Τισιανός όφειλε να είχε διαβάσει, αφού οι περισσότερες λεπτομέρειες του πίνακα προέρχονται κατευθείαν από τα ποιητικά αυτά κείμενα.  Αναφέρονται στην ιστορία της πριγκίπισσας Αριάδνης, η οποία ερωτευμένη με τον ήρωα Θησέα τον βοήθησε να σκοτώσει τον Μινώταυρο στο παλάτι της Κνωσού, στο νησί της Κρήτης. Στη συνέχεια, ο Θησέας την εγκατέλειψε χωρίς να της πει λέξη, ενώ αυτή κοιμόταν, στο  νησί της Νάξου. Ταραγμένη, η Αριάδνη ενώ περιπλανιόταν στην ακτή ψάχνοντας να δει το πλοίο του εραστή της, ξαφνιάστηκε όταν συναντήθηκε με τον θεό του κρασιού, τον νεανικό Βάκχο. Ο τελευταίος την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα και της ζήτησε να τον παντρευτεί, προσφέροντάς της τον ουρανό ως γαμήλιο δώρο, στον οποίο μια μέρα θα γινόταν αστερισμός.

Σε αντίθεση με την ικανότητα ενός ποιητή να εκφράζει πολλαπλές σκηνές σε πολλές γραμμές, ο Τισιανός μπορούσε να δουλέψει μόνο με ό,τι μπορούσε να χωρέσει σε ένα κάδρο. Ως εκ τούτου, απαθανάτισε μια μοναδική στιγμή στον χρόνο.Ο Τισιανός πράγματι ήξερε πώς να αφηγείται μια ιστορία σε ένα μόνο κάδρο. Στην εν λόγω ζωγραφική σκηνή, ο ζωγράφος συνδυάζει μια ιστορία εγκατάλειψης και τη συγκίνηση του έρωτα με την πρώτη ματιά μαζί με τις απαθανατιστικές και σαγηνευτικές δυνάμεις των κλασικών θεών και  παιχνιδιάρικα θορυβωδών μυθικών πλασμάτων.

Ο Τισιανός επιλέγει να απεικονίσει μια αληθινά κομβική και δραματική στιγμή της ιστορίας. Ο περιπλανώμενος νεανικός Βάκχος ερωτεύεται την Αριάδνη με την πρώτη ματιά, αλλά η εγκαταλειμμένη Αριάδνη εξακολουθεί να θρηνεί για τη μοίρα της. Ο Οβίδιος περιγράφει την Αριάδνη ως «ντυμένη με άπλετο χιτώνα, ξυπόλητη, χρυσά μαλλιά αδέσμευτα σαν να είχε μόλις σηκωθεί από τον ύπνο, καλώντας τον Θησέα στα βαθιά νερά, με τα μάγουλά της στολισμένα με δάκρυα». Ξαφνιάζεται από τη θορυβώδη ομάδα των οπαδών του Βάκχου και τον κοιτάζει με ένα μείγμα σοκ και φόβου, αλλά ίσως και ενδιαφέροντος. Παρατηρήσετε πώς το σώμα της Αριάδνης είναι ελαφρώς κεκλιμένο προς τη θάλασσα· αυτό συμβαίνει γιατί την έχει εγκαταλείψει ο ήρωας Θησέας. Μπορείτε, τέρμα στ’ αριστερά, να δείτε το πλοίο του να πλέει μακριά. Το χέρι της Αριάδνης απλώνεται προς το μέρος του, πιθανότατα με λαχτάρα. Ο Θησέας είναι φρικτό που την εγκατέλειψε, ειδικά αφού η Αριάδνη τον είχε βοηθήσει  να νικήσει τον τρομακτικό Μινώταυρο, το πλάσμα μισός άνθρωπος, μισός ταύρος. Παρόλη όμως τη στενοχώρια της από την ερωτική της απογοήτευση, το βλέμμα της Αριάδνης παγιδεύεται από τον Βάκχο, ο οποίος, βλέποντάς την,  πηδάει άγαρμπα έξω  από το άρμα του που το έσερναν δύο γατόπαρδοι! Οι δύο αυτοί γατόπαρδοι που τραβούσαν το άρμα μπορεί να είναι προσωπικές αναφορές του καλλιτέχνη. Το άρμα του Βάκχου συνήθως σύρεται από τίγρεις ή πάνθηρες, αλλά ο Αλφόνσο ντ' Έστε είναι γνωστό ότι είχε ένα θηριοτροφείο στο παλάτι, στο οποίο διατηρούσε έναν γατόπαρδο (τσιτάχ) ή ένα άλλο παρόμοιο μέλος της οικογένειας των γατών. Βλέπουμε τον Βάκχο να αιωρείται στον αέρα, καθώς οι κινήσεις του πρακτικά ξεπερνιούνται από το ερωτικό πάθος του για την Αριάδνη. Η σπασμωδική αντίδρασή του είναι τόσο ακαριαία που τα χέρια του προσπαθούν ακόμα να συντονιστούν! Είναι σαν η Αριάδνη να είναι ο μαγνήτης που τον τραβάει μπροστά. Με τα μάτια μαγνητισμένα, ο καλλιτέχνης αποτυπώνει τη συγκίνηση του έρωτα με την πρώτη ματιά. Η ιστορία λέει ότι ο Βάκχος έταξε στην Αριάδνη ότι θα της έδινε τα αστέρια. Την απαθανατίζει μάλιστα μετατρέποντας το στεφάνι του γάμου τους σε αστερισμό του βορείου ημισφαιρίου, τον Βόρειο Στέφανο - Corona Borealis, που τον παρατηρούμε να απεικονίζεται στον πίνακα πάνω από το κεφάλι της Αριάδνης ως το ευτυχές τέλος της ιστορίας της. Το στεφάνι (το οποίο το είχε φιλοτεχνήσει ο  Ήφαιστος)  το έκανε δώρο ο Διόνυσος στην Αριάδνη ως σύμβολο του Ιερού Γάμου τους και, όταν αυτοί αναλήφθηκαν στα ουράνια, έγινε αστερισμός. Μερικοί, όπως ο Οβίδιος, πίστευαν ότι η ίδια η Αριάδνη μετατράπηκε στον αστερισμό. Αλλά ο Απολλώνιος ο Ρόδιος γράφει στα Αργοναυτικά του:

«Ακόμα το σημάδι της φαίνεται στα ουράνια

κι ανάμεσα στα 'στραφτερά σύμβολα τ' ουρανού

τ' αστροστόλιστο στέμμα της Αριάδνης γλιστρά».

Κοντολογίς, είναι σαν ένα φωτοστέφανο από αστέρια. Την επόμενη φορά που θα αναζητήσετε αστερισμούς - τι λέει ρε αυτός, πάει καλά; ποιους αστερισμούς; -, σκεφτείτε αυτήν την ιστορία  αθάνατου έρωτα!

Ενώ ο Βάκχος και η Αριάδνη κοιτάζουν μαγνητισμένοι ο ένας τον άλλον, γίνεται μεγάλος σάλος πίσω! Μαινάδες  κρούουν  κύμβαλα και ακολουθούν σάτυροι. Αυτά τα πλάσματα αποτελούν το περιβάλλον του Βάκχου. Αν κοιτάξετε στο πίσω μέρος της ομάδας, θα διακρίνετε τον Σιληνό, τον παλιό θεό της μέθης, πεσμένο πάνω σε ένα γαϊδούρι. Προφανώς, γίνεται πάντα πάρτι κοντά στον θεό του κρασιού! Υποθέτω ότι αυτοί οι λάτρεις των πάρτι γιορτάζουν τον νέο έρωτα του Βάκχου, όσο τον παρακολουθούν. Όπως προαναφέρθηκε, για να απεικονίσει την εν λόγω μυθολογική ιστορία, ο Τισιανός άντλησε έμπνευση από Λατίνους ποιητές. Δεν αγνόησε όμως και την κλασική γλυπτική. Για παράδειγμα, ο σάτυρος μπλεγμένος με φίδια βασίζεται στο αρχαίο γλυπτό της ύστερης ελληνιστικής περιόδου που απεικονίζει τον Λαοκόωντα. Παράπλευρη σημείωση, το μικρό παιδί-σάτυρος που σέρνει το κεφάλι ενός μοσχαριού, περνά μπροστά από ένα λουλούδι κάπαρης, σύμβολο αγάπης! Και μια διασκεδαστική νότα: βλέπετε το σκυλάκι που γαβγίζει στον πίνακα; Λοιπόν, αυτό το χαριτωμένο κουτάβι είναι μάλλον το σκυλί του ίδιου του ζωγράφου, καθώς φοράει κολάρο, άρα φαίνεται να εντάσσεται  στην «εγκόσμια» και όχι στη θεϊκή πλευρά της εικόνας. Επίσης, πεσμένο σε ένα εμφανές κίτρινο ύφασμα με χρώμα λεμονιού είναι ένα χάλκινο βάζο με χαραγμένη την υπογραφή του καλλιτέχνη.

Πάνω από όλα, η επιτυχία του Τισιανού μπορεί να αποδοθεί στη μαεστρία του στις λαδομπογιές και στον εκπληκτικό βενετσιάνικο χρωματισμό του. Δείτε τα ζωντανά χρώματα λ.χ. τον υπερθαλάσσιο μπλε ουρανό, που κάνουν τον πίνακα να εκρήγνυται. Πολλά από τα χρώματα που κάνουν αντίθεση, λειτουργούν για να εντείνουν το ένα το άλλο, δημιουργώντας αυτό το εντυπωσιακό σκηνικό.

Ο επιμελητής ιταλικών πινάκων ζωγραφικής του 16ου αιώνα στην Εθνική Πινακοθήκη της Μεγάλης Βρετανίας στο Λονδίνο, Ματάιας Γουίβελ, μας αναλύει επαγγελματικά το παραπάνω αναγεννησιακό αριστούργημα του Τισιανού για όσ-ες/-ους επιθυμούν να εμβαθύνουν.

ΤΙΣΙΑΝΟΣ Ζωγραφίζοντας τον μύθο του Βάκχου & της Αριάδνης. Εθνική Πινακοθήκη Μεγάλης Βρετανίας.mp4

 

 

 

Το έργο «Η Αριάδνη στη Νάξο» του Γερμανού συνθέτη της ύστερης ρομαντικής περιόδου Ρίχαρντ Στράους (1864-1947) αντλεί έμπνευση από τον αρχαίο ελληνικό μύθο της Αριάδνης, πραγματεύεται το θέμα του έρωτα και παράλληλα αναδεικνύει το πώς αντιλαμβάνεται η κοινωνία την τέχνη.

Στη δεύτερη και αρτιότερη εκδοχή του έργου το 1916, ως όπερα σε μία πράξη με πρόλογο, στο πρώτο μέρος ήτοι στον πρόλογο, εκτυλίσσονται στα παρασκήνια οι πυρετώδεις προετοιμασίες της παράστασης ενός σοβαρού έργου, μιας όπερας με τίτλο «Η Αριάδνη στη Νάξο», που πρόκειται να ανεβεί στο σπίτι του πλουσιότερου άρχοντα της Βιέννης όπου όμως έχουν καταφθάσει δύο ομάδες καλλιτεχνών. Ο ίδιος έχει αποφασίσει, για να διασκεδάσουν οι καλεσμένοι του,  να παιχτεί μετά την όπερα και μια κωμωδία από μια ομάδα λαϊκών μουσικών και ηθοποιών, με επικεφαλής την μπριόζα Τσερμπινέτα, γεγονός που αναστατώνει τον νεαρό συνθέτη της όπερας. Η κατάσταση περιπλέκεται όταν ο άρχοντας αποφασίζει, λόγω έλλειψης χρόνου, να περικόψει κι άλλο την όπερα και να την παρουσιάσει ταυτόχρονα με την κωμωδία με την τελευταία να παρεμβάλλεται στην όπερα, σε κοινή παράσταση.

Στο δεύτερο μέρος -στην (κυρίως) όπερα- παρουσιάζεται η κοινή παράσταση η οποία επικεντρώνεται στην ίδια την Αριάδνη, την οποία έχει εγκαταλείψει ο εραστής της Θησέας στη Νάξο. Η Αριάδνη, μόνη κι απαρηγόρητη, θρηνεί τη φυγή του Θησέα, απογοητευμένη από τον έρωτά της γι’ αυτόν. Η Τσερμπινέτα με το συνάφι της πηγαίνουν στην Αριάδνη να την παρηγορήσουν, προσπαθώντας μάταια να της φτιάξουν το κέφι και να την κάνουν να ξεχάσει τον Θησέα, βρίσκοντας κάποιον άλλο. Οι τρεις νύμφες (Ναϊάς, Δρυάς και Ηχώ) ανακοινώνουν την άφιξη του νεαρού θεού Βάκχου στο νησί. Ο Βάκχος ερωτεύεται κεραυνοβόλα την Αριάδνη και της υπόσχεται να την ανεβάσει στους ουρανούς ως αστερισμό. Εκείνη με τη νέα της θεϊκή γνωριμία αναθεωρεί τη στάση της για τη ζωή.

Η υπόθεση στηρίζεται στον αρχαίο ελληνικό μύθο της Αριάδνης (κόρης του βασιλιά της Κρήτης Μίνωα) και του θεού Διονύσου-Βάκχου. Ο μύθος εδώ πλέκεται αριστοτεχνικά με μια αντι-ιδεαλιστική θεώρηση του έρωτα : ένας έρωτας μπορεί να τελειώνει, δεν τελειώνει όμως η ζωή…

Η όπερα του Στράους βασίστηκε στο λιμπρέτο του στενού συνεργάτη του, Χούγκο φον Χόφμανσταλ (προαιρετικά βλ. παρακάτω σχετικό με τον Χόφμανσταλ, κείμενο ).

ΧΟΥΓΚΟ ΦΟΝ ΧΟΦΜΑΝΣΤΑΛ Κείμενο του Ν. Α. Δοντά.pdf

 

Το έργο παρουσιάστηκε στην πρώτη του μορφή στις 25 Οκτωβρίου 1912 στο Θέατρο της Αυλής της Στουτγάρδης, ενώ η αναθεωρημένη, τελική εκδοχή του παρουσιάστηκε στις 4 Οκτωβρίου 1916 στην Όπερα της Αυλής της Βιέννης. Η ιδέα του Χόφμανσταλ ήταν να δημιουργηθεί μια όπερα για μικρή ορχήστρα δωματίου που θα αναμείγνυε μυθολογικά πρόσωπα με ήρωες της κομέντια ντελ άρτε-commedia dell’ arte. Η μουσική του Στράους για την «Αριάδνη στη Νάξο» είναι απίστευτα πολύχρωμη, με πολυτελή ενορχήστρωση των σχετικά λίγων αριθμητικά οργάνων που χρησιμοποιούνται. Είναι επίσης γεμάτη αντιθέσεις — καθώς η «υψηλή, μεγαλόπνοη» τέχνη συγκρούεται με τη «χαμηλή, ταπεινή» τέχνη στην πλοκή, τα ζαλιστικά βαλς αναμειγνύονται με κωμικούς χορούς και τραγούδια σαλονιού. Το κορυφαίο ντουέτο του Βάκχου και της Αριάδνης, καθώς ερωτεύονται, είναι λαμπερό, με υψηλές φωνητικές γραμμές.

 

Παρακολουθούμε την κατάληξη του ντουέτου των δύο ερωτευμένων και της όπερας στην πρώτη της μορφή του 1912 από παράσταση του φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ με τη Φιλαρμονική της Βιέννης υπό τη διεύθυνση του Βρετανού μαέστρου Ντάνιελ Χάρντινγκ. Στον ρόλο της Αριάδνης, η Αμερικανίδα σοπράνο Έμιλι Μαγκί και στον τεράστιας τεχνικής δυσκολίας ρόλο του Βάκχου, ο spinto Γερμανός τενόρος Γιόνας Κάουφμαν, και οι δύο με χαρακτηριστική φωνητική αίγλη, ιδανική για το γερμανικό ρεπερτόριο.

Ρ. ΣΤΡΑΟΥΣ Η ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΤΗ ΝΑΞΟ (1912) ΚΟΡΥΦΩΣΗ ΤΟΥ ΕΡΩΤΙΚΟΥ ΝΤΟΥΕΤΟΥ & ΚΑΤΑΛΗΞΗ ΤΗΣ ΟΠΕΡΑΣ.mp4

 

Όσ-ες/-οι με γνωρίζετε, έχετε διαπιστώσει ότι προσπαθώ να τιθασεύσω τον έμφυτο ιδεαλισμό μου με επίπλαστες(;) καθημερινές δόσεις πραγματισμού. Εδώ θα σας εξηγήσω λοιπόν γιατί ξεχωρίζω την «Αριάδνη στη Νάξο» του Ρίχαρντ Στράους, στη δεύτερη και οριστική εκδοχή της του 1916, σε δύο μέρη (πρόλογο και όπερα),ως την πιο αγαπημένη μου γερμανική όπερα, ακόμα πιο αγαπημένη κι από τον «Τριστάνο και Ιζόλδη» του Βάγκνερ. Δύο διαφορετικοί κόσμοι ως προς την αντίληψη περί τέχνης και περί έρωτος φαίνονται να συγκρούονται στο έργο αυτό του Ρ. Στράους. Η Αριάδνη, ο νεαρός συνθέτης, ρόλος που εμφανίζεται μόνο στον Πρόλογο του έργου, και, σε μεγάλο βαθμό, ο Βάκχος, αντιπροσωπεύουν αφενός την «υψηλή» Τέχνη με τα «υψηλά» ιδανικά και την «υψηλή» αποστολή της να αναμορφώσει τον άνθρωπο αφετέρου την ανάλογη εξιδανικευμένη αντίληψη περί του μοναδικού και αιώνιου έρωτα.  Από την άλλη πλευρά, η σκερτσόζα Τσερμπινέτα και ο θίασος της κομέντια ντελ άρτε εκπροσωπούν αφενός την «ταπεινή» Τέχνη της εκτόνωσης και της διασκέδασης αφετέρου την αντίστοιχη ζωώδη αντίληψη του καταναλώσιμου έρωτα με εναλλασσόμενους συντρόφους, καθώς, όπως εξομολογείται η Τσερμπινέτα, δεν μπορεί να αντισταθεί σε τόση ποικιλία αντρικής γοητείας. Ο μαικήνας της τέχνης υποστηρίζει τους σοβαρούς καλλιτέχνες και την σοβαρή όπερα τους, αλλά «για να μην πάρει ο ύπνος τους καλεσμένους του», επιβάλλει την ταυτόχρονη με την εκτέλεση της όπερας παρεμβολή του ευτράπελου θεάματος για να «ελαφρύνει κάπως το όλο πρόγραμμα». Ο ιδεαλιστής συνθέτης οργίζεται για την κατάφορη προσβολή που θεωρεί πως υφίσταται· όμως, ερχόμενος σε επαφή με την Τσερμπινέτα, γοητεύεται από τη χάρη και την ομορφιά της και το ίδιο συμβαίνει και  με εκείνη οπότε το αμοιβαίο φλερτ ξεκινά – τα (φαινομενικά) ετερώνυμα που λένε… Στο φινάλε της όπερας, η Αριάδνη ξεπερνά τον έρωτά της για τον Θησέα που την παράτησε μόνη στη Νάξο  με το «έτσι θέλω», παρότι εκείνη τον είχε βοηθήσει να αντιμετωπίσει τον Μινώταυρο – βλέπετε ο έρωτας δεν είναι αποτέλεσμα ισοζυγίου εξυπηρετήσεων! Η Αριάδνη λοιπόν ερωτεύεται τον Βάκχο και, ενώ ετοιμάζεται με την αθεράπευτη εξιδανίκευσή της να ανέβει μαζί του στα ουράνια, η ρεαλίστρια Τσερμπινέτα  επεμβαίνει για τελευταία φορά  και, θεωρώντας πως  η  κοσμοθεωρία της δικαιώνεται και στην περίπτωση της ρομαντικής ιδεαλίστριας Αριάδνης, σχολιάζει: «Παραδινόμαστε μένοντας άφωνοι μόλις μας πλησιάσει ο νέος θεός». Άρα οι δυο διαφορετικές αντιλήψεις περί τέχνης και περί έρωτος, οι δύο διαφορετικές βιοθεωρίες αλληλοσυμπληρώνονται μέσα στην Τέχνη και στην πραγματική ζωή,  καθιστώντας την τελευταία δυνητικώς υπέροχη για όλες και όλους.

 

Θα παρακολουθήσουμε τώρα αποσπάσματα από την πιο άρτια εκδοχή της «Αριάδνης στη Νάξο», εκείνη του 1916,στην θαυμάσια λειτουργική στην αφαιρετική σκηνική άποψή της, ιστορική πλέον παραγωγή του Ελάιτζα Μοσίνσκι στη Μητροπολιτική  Όπερα της Νέας από την παράσταση της 12ης. 3. 2022, με μαέστρο τον Μάρεκ Γιανόφσκι, ο οποίος ασχολείται ιδιαίτερα με το γερμανικό ρεπερτόριο.

Στο παρακάτω απόσπασμα από τον πρόλογο, εμφανίζονται η Αμερικανίδα μεσόφωνη Ίζαμπελ Λέοναρντ στον «τραβεστί» ρόλο του συνθέτη (οπερατικός ρόλος νεαρού άντρα που ερμηνεύεται από μεσόφωνη γυναίκα τραγουδίστρια όπερας) και η Αμερικανίδα υψίφωνη κολορατούρα, με άνεση στην ψηλή περιοχή, Μπρέντα Ρέι στον ρόλο της Τσερμπινέτας.

Στην αρχή του αποσπάσματος, ο συνθέτης υποστηρίζει ότι η ηρωίδα της όπεράς του, η Αριάδνη, ανήκει στις ελάχιστες γυναίκες που ερωτεύονται μόνο έναν άντρα και δεν τον ξεχνούν, θρηνώντας τον χαμένο τους έρωτα μέχρι να πεθάνουν· έτσι ακολουθεί τον Βάκχο στο πλοίο του πιστεύοντας πως αυτός είναι ο θάνατος. Η Τσερμπινέτα ειρωνεύεται τον συνθέτη λέγοντάς του πως απλώς η ηρωίδα του δεν είχε ακόμα βρει τον επόμενο αγαπητικό της. Ο συνθέτης υποστηρίζει πως η Αριάδνη αναγεννιέται αφημένη στον θάνατο και θεοποιείται μαζί του. Η Τσερμπινέτα καλεί τον συνθέτη να προσγειωθεί στην πραγματικότητα· παράλληλα όμως του εξομολογείται πως παρότι δείχνει εύθυμη και κοινωνική, στ’ αλήθεια αισθάνεται θλιμμένη και μόνη και αφήνεται να αναζητά τον ένα και μοναδικό της έρωτα που θα του έμενε πιστή μέχρι το τέλος (!) – οι αλληλοσυμπληρώσεις των δύο βιοθεωριών, που προαναφέραμε. Τότε ο συνθέτης εξιδανικεύει και την Τσερμπινέτα, εκτός απ’ τον εαυτό του, πιστεύοντας στην αιωνιότητα της συγκεκριμένης στιγμής. Το  ειδύλλιο διακόπτεται από την εισβολή της έξαλλης πριμαντόνας που θα υποδυθεί στην όπερα την Αριάδνη, η οποία  δεν καταδέχεται να δεχτεί την παρεμβολή των εκπροσώπων της «χαμηλής» τέχνης στην όπερά της. Ο συνθέτης παραμένει ακόμα για λίγο μαγεμένος και μέσα σε έκσταση υμνεί την ιερότητα της μουσικής ως Τέχνης.  Όμως η εισβολή του ελαφρού θιάσου της Τσερμπινέτας τον κάνει έξαλλο και ο Πρόλογος τελειώνει μέσα σε ένα πανδαιμόνιο.

ΣΤΙΧΟΜΥΘΙΑ ΣΥΝΘΕΤΗ - ΤΣΕΡΜΠΙΝΕΤΑΣ & ΚΑΤΑΛΗΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΛΟΓΟΥ - ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΛΙΜΠΡΕΤΟΥ.pdf

Ρ. ΣΤΡΑΟΥΣ Η ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΤΗ ΝΑΞΟ - AΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΡΟΛΟΓΟ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΛΗΞΗ ΤΟΥ.mp4

Ρ. ΣΤΡΑΟΥΣ Η ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΤΗ ΝΑΞΟ - AΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΡΟΛΟΓΟ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΛΗΞΗ ΤΟΥ (με ελληνικούς υπότιτλους).mov

 

Στα παρακάτω αποσπάσματα της όπερας θαυμάζουμε τη λαμπερή, γεμάτη υγεία φωνή της Νορβηγίδας υψίφωνης Λίσα Ντάβιντσεν. Την πλαισιώνουν, ως οι τρεις νύμφες, η υψίφωνη Ντιάνα Μπράιγουικ ως Ναϊάδα, η μεσόφωνη Ταμάρα Μάμφορντ ως Δρυάδα, η υψίφωνη Μορίν ΜακΚέι ως Ηχώ και ο Αμερικανός τενόρος Μπράντον Τζοβάνοβιτς ως Βάκχος.

Οι τρεις νύμφες αναγγέλλουν την εμφάνιση του νεαρού θεού Βάκχου και αφηγούνται πως ξέφυγε από το παλάτι της μάγισσας Κίρκης και οδήγησε το πλοίο του στη Νάξο. Η Αριάδνη βγαίνει απ’ τη σπηλιά της και, όντας σε σύγχυση, εκλαμβάνει τον Βάκχο πρώτα ως τον άγγελο του θανάτου, όταν τον ακούει, και, όταν αυτός εμφανίζεται και τον αντικρύζει, ως τον Θησέα. Ο Βάκχος αφού έχει αναφερθεί στην περιπέτειά του με την Κίρκη, μαγεύεται από την ομορφιά της Αριάδνης και την ρωτά αν είναι κι αυτή μάγισσα.

 

Η ΑΦΙΞΗ ΤΟΥ ΒΑΚΧΟΥ ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΤΟΥ ΛΙΜΠΡΕΤΟΥ.pdf

Ρ. ΣΤΡΑΟΥΣ Η ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΤΗ ΝΑΞΟ - ΑΦΙΞΗ ΤΟΥ ΒΑΚΧΟΥ.mp4

Ρ. ΣΤΡΑΟΥΣ Η ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΤΗ ΝΑΞΟ - ΑΦΙΞΗ ΤΟΥ ΒΑΚΧΟΥ (με ελληνικούς υπότιτλους).mov

 

Στην κορύφωση του ερωτικού ντουέτου τους, η Αριάδνη θαυμάζει πόσο όμορφη μοιάζει η σπηλιά της με την παρουσία του Βάκχου και εκείνος της λέει πως φλέγεται από θεϊκό πόθο γι’ αυτήν. Οι τρεις νύμφες ακούγονται να τραγουδούν από μακριά, εκτός σκηνής. Η Αριάδνη έρχεται στο πλευρό του Βάκχου. Μέσα στο εξιδανικευμένο πάθος των δύο εραστών, παρεμβάλλεται στιγμιαία η Τσερμπινέτα δηλώνοντας τον τίτλο της παρούσας άσκησής μας. Η όπερα κλείνει με τον Βάκχο σε έκσταση να λέει στην Αριάδνη «Αν ήταν να πεθάνεις στα χέρια μου, ας έσβηναν για πάντα τ΄ αστέρια!»

ΚΑΤΑΛΗΞΗ ΤΗΣ ΟΠΕΡΑΣ - ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΛΙΜΠΡΕΤΟΥ.pdf

Ρ. ΣΤΡΑΟΥΣ Η ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΤΗ ΝΑΞΟ (1916) - ΚΟΡΥΦΩΣΗ ΕΡΩΤΙΚΟΥ ΝΤΟΥΕΤΟΥ & ΚΑΤΑΛΗΞΗ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΤΗΣ ΟΠΕΡΑΣ.mp4

Ρ. ΣΤΡΑΟΥΣ Η ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΤΗ ΝΑΞΟ (1916)- ΚΟΡΥΦΩΣΗ ΕΡΩΤΙΚΟΥ ΝΤΟΥΕΤΟΥ & ΚΑΤΑΛΗΞΗ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΤΗΣ ΟΠΕΡΑΣ (με ελληνικούς υπότιτλους).mov

 

 

Ακόμα ένα ταξίδι στα άστρα με την κατάληξη του ερωτικού ντουέτου Αριάδνης-Βάκχου, σε αρχείο ήχου αυτή τη φορά, από την εξαιρετική δισκογράφηση της όπερας το 2000 με την Ορχήστρα Στάατσκαπελε της Δρέσδης και μαέστρο τον Ιταλό Τζουζέπε Σινόπολι. Η Αμερικανίδα υψίφωνη Ντέμπορα Βόιτ και ο Καναδός τενόρος Μπεν Χέπνερ, ιδανικοί ερμηνευτές του ερωτευμένου ζευγαριού Αριάδνης και Βάκχου, με τη δραματική χροιά των φωνών τους.

Ρ. ΣΤΡΑΟΥΣ Η ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΤΗ ΝΑΞΟ - ΚΟΡΥΦΩΣΗ ΕΡΩΤΙΚΟΥ ΝΤΟΥΕΤΟΥ & ΚΑΤΑΛΗΞΗ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΤΗΣ ΟΠΕΡΑΣ - ΟΡΧΗΣΤΡΑ ΣΤΑΑΤΣΚΑΠΕΛΕ ΔΡΕΣΔΗΣ, ΤΖΟΥΖΕΠΕ ΣΙΝΟΠΟΛΙ.mp3

Ερώτηση 1 / 5 (Ελεύθερου Κειμένου — 2 βαθμοί) 

Παρατηρήστε τον πίνακα του μπαρόκ με τίτλο «Βάκχος και Αριάδνη» του 1619-20 από τον Γκουίντο Ρένι (1575-1642). Τι σκέψεις κι εντυπώσεις σας δημιουργούν τα εικονιζόμενα πρόσωπα;