Please ensure Javascript is enabled for purposes of website accessibility

Μάθημα : ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ & ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ

Κωδικός : MED2135

ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ & ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ

MED2135  -  Α. Χ. Λάζαρης, Καθηγητής Παθολογικής Ανατομικής - Κ. Καλαχάνης, Δρ Φιλοσοφίας - Μ. Γιάνναρη, M.Ed.

ΟΔΗΓΟΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ ΜΕ «ΕΞΩ ΚΑΡΔΙΑ»: ΤΑ ΘΕΤΙΚΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ.

Περιγραφή

Όλοι οι άνθρωποι, θέλοντας και μη, χωριζόμαστε σε κατηγορίες, που συνήθως στηρίζονται είτε σε εμφανισιακά χαρακτηριστικά είτε σε γνωρίσματα του χαρακτήρα μας. Αυτές οι κατηγορίες έχουν θετικό και αρνητικό πρόσημο. Μακράν στην κορυφή της λίστας με τα «συν» ανήκουν οι «έξω καρδιά» άνθρωποι.

Βασικό χαρακτηριστικό των ανθρώπων αυτών είναι η συναισθηματική τους φύση. Έρευνες θέλουν οι «έξω καρδιά» χαρακτήρες να μπορούν να ευθυγραμμίσουν τις θέσεις τους σχετικά με αμφιλεγόμενα θέματα στη ζωή τους, με βασικό τους όργανο την «καρδιά».

Ακολουθούν 8 πράγματα για εκείνους που «ακολουθούν την καρδιά τους»:

Τους παίρνει λίγο χρόνο να πάρουν μια απόφαση.

Έχουν εξαιρετική κατανόηση.

Μιλoύν ανοικτά για τα συναισθήματά τους και δεν ντρέπονται γι' αυτά.

Τείνουν να είναι εξωστρεφείς.

Αγχώνονται πολύ εύκολα.

Έχουν ανεπτυγμένο ένστικτο.

Είναι άνθρωποι που προκαλούν ικανοποίηση στους γύρω τους.

Αισθάνονται πραγματικά όλα μα όλα τους τα συναισθήματα και λειτουργούν βάσει αυτών.

Εσείς σκέφτεστε με την καρδιά ή το μυαλό; Αν πιστεύετε πως δεν υπάρχουν άνθρωποι που σκέφτονται με την καρδιά, κάνετε μεγάλο λάθος. Γύρω μας υπάρχουν και εκείνοι που αποφασίζουν και δρουν με τα συναισθήματά τους και όχι πρωταρχικά με τη λογική. Καλοπροαίρετοι, χαμογελαστοί, οι «έξω καρδιά»  χαίρονται τη ζωή. Λειτουργούν, όπως είπαμε,  με το συναίσθημά τους κυρίως.

Είναι αυτοί που έχουν ένα ειλικρινές χαμόγελο να στολίζει το πρόσωπό τους. Όχι, δεν ζουν σε παράλληλο σύμπαν, ούτε όλα στη ζωή τους κυλάνε ρόδινα, είναι όμως φύσει αισιόδοξοι και θετικοί. Έχουν πάντα ένα καλό λόγο να πουν, ενώ τα αστεία τους είναι αυτά που συνήθως «σπάνε τον πάγο». Η καλή τους διάθεση είναι μάλιστα μεταδοτική, γι’ αυτό θα πετύχεις τον εαυτό σου να τους αναζητά όποτε αισθάνεσαι πεσμένος· η ενέργειά τους πολλές φορές είναι αρκετή για να καλυτερεύσει και η δική σου δύσκολη μέρα. Γιατί έχουν καταλάβει πόσο μάταιο είναι, αν μη τι άλλο, για ένα άτομο να είναι συνεχώς νευριασμένο ή να κυκλοφορεί με τα «μούτρα στο πάτωμα». Θα ακούσεις το γέλιο να βγαίνει από το στόμα τους εύκολα και αβίαστα, χωρίς να χρειάζεται να φτάσεις στο σημείο να τους γαργαλήσεις για να δεις ένα τους και μόνο μειδίαμα. Μα πάνω από όλα, οι άνθρωποι αυτοί ξέρουνε να διασκεδάζουν με την ψυχή τους. Θα βγουν έξω από το σπίτι χωρίς να το πολυσκεφτούν, δεν θα αναλωθούν σε ατελείωτες συζητήσεις για το αν το μαγαζί που θα πάνε, παίζει τα τραγούδια που ακούνε ή το πού θα συναντηθούν. Θα προτιμήσουν να ξοδέψουν τις δυνάμεις τους για να περάσουν καλά και έχουν εκείνο το μοναδικό χάρισμα που τους βοηθάει να το καταφέρνουν. Γι’ αυτόν τον λόγο μάλιστα, όλες οι παρέες έχουν στους κόλπους τους ένα ή και περισσότερα μέλη με αυτά τα χαρακτηριστικά, αφού η παρουσία τους και μόνο εγγυάται την επιτυχή έκβαση της βραδιάς. Θα τους δεις συνήθως να λικνίζονται πρώτοι στους ρυθμούς της μουσικής, ενώ τραβάνε και όλους τους υπόλοιπους να σηκωθούν από τις καρέκλες τους για να τους συνοδέψουν στο χορό. Θα ενώσουν τα χέρια με τους διπλανούς τους, όταν παίζει νησιώτικα στην πίστα, θα συστηθούν και θα σε κεράσουν ένα ποτήρι από το κρασί στο τραπέζι τους. Θα χαμογελάσουν καλοπροαίρετα στον πορτιέρη που θα τους ανοίξει, θα πουν ευχαριστώ σε αυτόν που θα τους φέρει τον κατάλογο. Είναι ακριβώς αυτού του είδους οι θαμώνες που όλα τα μαγαζιά επιθυμούν. Θα φύγουν λίγο πριν ή και μετά από το κλείσιμο του μαγαζιού, ενώ σε όλη την διαδρομή μέχρι το κατώφλι τους θα σιγοτραγουδάνε τους στίχους από το τελευταίο τραγούδι που έπαιξε η ορχήστρα για καληνύχτα. Και όλα αυτά τα καταφέρνουν, απλώς και μόνο γιατί οι «έξω καρδιά» άνθρωποι έχουν καταφέρει να αποκρυπτογραφήσουν έστω και στο ελάχιστο το κρυμμένο νόημα της ζωής. Δεν αναλώνονται σε μικροπρέπειες, ίντριγκες και πισώπλατα μαχαιρώματα, δεν νευριάζουν με το παραμικρό, ούτε ψάχνουν αφορμές για να τσακωθούν. Δεν γκρινιάζουν για το πρωινό ξύπνημα, ούτε κατσουφιάζουν όταν κάποιος άλλος προλάβει την αδειανή θέση στο λεωφορείο. Έχουν μάθει να βλέπουν τη φωτεινή πλευρά των πραγμάτων, χωρίς να φέρονται καχύποπτα και επιφυλακτικά σε οποιονδήποτε δεν γνωρίζουν από το μαιευτήριο· διότι, το κυριότερο όλων, έχουν καταφέρει αυτό που όλοι οι άνθρωποι μανιωδώς προσπαθούμε, να μην ενδιαφέρονται για τις κακεντρεχείς απόψεις των άλλων.

Η πρώτη εικόνα που σχηματίζεται γι’ αυτούς τους ανθρώπους είναι μία καρδιά έξω από το σώμα  που μοιράζει και μοιράζεται. Σαφώς εξωπραγματική εικόνα και εντελώς συμβολική. Αυτό βέβαια για πολλούς καταλήγει να θεωρείται θυματοποίηση και εκμετάλλευση. Στην εποχή του παρτακισμού που διανύουμε, όπου σχέσεις και συναισθήματα ρημάζονται από την τρομερή ευκολία της επιφάνειας και από την υποκρισία, οτιδήποτε ανθρώπινο, τείνει να ταμπελιάζεται ως «υπερευαισθησία». Οι «έξω καρδιά» άνθρωποι δεν βάζουν προκαταρκτικά τα όρια τους. Ποντάρουν στην αγάπη προς όλους γύρω τους. Στην αγάπη την υποτιμημένη, την τσαλαπατημένη, αυτή που έχει γίνει καραμέλα στη γλώσσα των πολλών κι έχει χάσει τη γεύση της. Οι «έξω καρδιά» άνθρωποι είναι ακριβώς αυτοί. Αυτοί που δεν πιπιλάνε την εν λόγω «καραμέλα». Που εμπιστεύονται τα ένστικτά τους και τους επιτρέπουν να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη ζωή τους. Αυτοί που δεν ξέχασαν την αγάπη. Αν οι ανθρώπινες σχέσεις είναι ένα παιχνίδι στρατηγικής και τακτικισμώναρνούνται να το παίξουν.

Οι «έξω καρδιά» άνθρωποι ξέρουν να δίνουν πολλές ευκαιρίες σε εκείνους τους σημαντικούς ανθρώπους του περιβάλλοντός τους με τους οποίους δημιουργούν στενούς δεσμούς, οικογενειακούς, φιλικούς, ερωτικούς. Θέλουν, όπως, σε κάποιο βαθμό με όλους τους ανθρώπους που συναναστρέφονται,  να περπατούν με τα παπούτσια τους, να νιώθουν τον πόνο τους, να κατανοούν τις ανάγκες τους και να ερμηνεύουν τις συμπεριφορές τους. Θα «γυρίσουν την πλάτη» στους ανθρώπους που ενδιαφέρονταν να κρατήσουν στη ζωή τους, μόνο αφού πρώτα εξαντλήσουν κάθε περιθώριο υπομονής κι ανεκτικότητας. Έτσι οι «έξω καρδιά» άνθρωποι δεν είναι δεδομένο ότι θα είναι πάντα εκεί για σένα. Δεν θα παραμείνουν ες αεί φάροι αναμμένοι, περιμένοντάς σε να αράξεις το καράβι σου. Θα σου δώσουν ένα μεγαλοπρεπέστατο Χ και θα αποχωρήσουν ακριβώς τη στιγμή που θα έχεις αρχίσει να θεωρείς ότι η προσφορά τους θα είναι ατέρμονη. Δεν θα το κάνουν για να σε εκδικηθούν, ούτε για να σε περιπαίξουν. Και, στα σίγουρα, δεν θα το κάνουν στρατηγικά, περιμένοντας από σένα να συγκινηθείς ή να ταρακουνηθείς. Θα το κάνουν απλώς γιατί μπούχτισαν. Και θα είναι και οριστικό. Αναρωτιέσαι ακόμη ποιος θα είναι ο χαμένος;

 

 

Στην βραβευμένη με την «Αργυρή Άρκτο Καλύτερης Ερμηνείας» στο Φεστιβάλ του Βερολίνου το 2008, γεμάτη φρεσκάδα κομεντί του Μάικ Λι (Mike Leigh)  «Happy-Go-Lucky  – Τυχερή κι ευτυχισμένη  ή, κατ’ εμέ πιο σωστά, Έξω Καρδιά» ρίχνουμε μια ματιά σε μερικά κεφάλαια από την πολύχρωμη ζωή της Πόπης, μιας αυθεντικά  χαρούμενης δασκάλας δημοτικού στο Βόρειο Λονδίνο, της οποίας η ζωή, γεμάτη χαρά κι αισιοδοξία, τείνει ενίοτε να εξοργίζει τους γύρω της μίζερους ανθρώπους, καθώς η Πόπη δεν «μπαίνει στα μέτρα τους».

Η Πόπη «επί το έργον» στην τάξη της - αχ και να ‘μουν μαθητής της!

 

Η Πόπη «μες στην τρελή χαρά» με τον μίζερο δάσκαλό της, Σκοτ.

Η ταινία εξιστορεί τη φαινομενικά βαρετή τωρινή ζωή της Πόπης, μιας πολυταξιδεμένης δασκάλας που περνάει καλά χωρίς απαιτήσεις, κάνοντας μαθήματα φλαμέγκο και οδήγησης, περνώντας τις μέρες της σε σπίτια φίλων και συγγενών, μένοντας με την καλύτερή της φίλη και συνάδελφο Ζόι σε ένα μικρό διαμέρισμα. Όλα κανονικά και ήσυχα. Είναι τίμια με τα συναισθήματά της, ειλικρινής, υποστηρικτική σαν μία φύσει κοινωνική λειτουργός, διακριτική και ελκυστική με τον τρόπο της. Φαινομενικά ανεύθυνη και παρδαλή αλλά υπερευαίσθητη κι αξιαγάπητη, η Πόπη είναι τριάντα χρονών και απλούστατα ξέρει να «ζει τη ζωή της» όσο και βαρετή κι αν δείχνει. Έχει μια χειριστική μικρότερη αδερφή, πρόσφατα έγκυο, η οποία αποδοκιμάζει αυτάρεσκα τη χαλαρή στάση της Πόπης απέναντι στη ζωή. Όμως το αυτί της Πόπης «δεν ιδρώνει». Ανάμεσα στις ατέλειωτες βόλτες με τους φίλους της, την απρόβλεπτη εξέλιξη των μαθημάτων οδήγησης με τον Σκοτ και τις σπαρταριστές σχέσεις με τους μικρούς μαθητές της, ο Μάικ Λι θα την παρατηρήσει να αναβλύζει ενέργεια, καθώς η ηρωίδα παίρνει ζωή από την καταπληκτική στον ρόλο, ηθοποιό Σάλι Χόκινς. Η ερωτική της ζωή στην αρχή της ταινίας έχει αγγίξει το μηδέν, ώσπου ο Σκοτ, ο μίζερος δάσκαλος οδήγησης, μοχθηρά εμμονικός με την Πόπη,  ένας μανιακός που, κατά την Πόπη,  μπορεί να είναι καλός άνθρωπος μπορεί και όχι, την καταδιώκει με έναν περίεργο τρόπο, ενώ εκείνη συναισθάνεται πως την φέρνει στα όριά της - ένας οποιοσδήποτε άλλος θα είχε καλέσει την αστυνομία ή θα τον είχε πλακώσει στο ξύλο. Όχι όμως η Πόπη. Ο Μάικ Λι ξέρει πως δεν περιγράφει την πρώτη καλλονή του Λονδίνου, αλλά μια χαριτωμένη κοπέλα που θα δώσει και μια δεύτερη ευκαιρία από καλοσύνη αλλά και από μια ανομολόγητη ανασφάλεια. Στα 30 της, η Πόπη ξαναβλέπει τη ζωή της και κρίνει το μέλλον της βάσει των νέων δεδομένων που έχει. Τόσα χρόνια ακούει και δεν κρίνει, ενθαρρύνει και κλείνει την πόρτα του σπιτιού της σαν να μην την ακουμπάει πραγματικά η ζωή. Διαβίωση εξ αντανακλάσεως είναι όμως μισή ζωή, χωρίς παράπονα ίσως, αλλά με το απωθημένο της πρωταγωνίστριας έστω και για μία μεγάλη στιγμή, την οποία τελικά βρίσκει στον έρωτα γνωρίζοντας τον κοινωνικό λειτουργό Τιμ, όταν τον καλούν στο σχολείο για έναν προβληματικά βίαιο μαθητή της Πόπης.

Η Πόπη γνωρίζει επιτέλους τον έρωτα, με τον Τιμ.

 

Η Πόπη είναι σαν ένα χαμογελαστό πρόσωπο που περπατάει και μιλάει η μάλλον «κελαηδάει»· είναι η προβολή της ευτυχίας, ένα «εκτόπλασμα», η εξορκιστής της μιζέριας και η αντίδραση στην αρνητική στάση ζωής. Σε αυτήν την τυχερή κι ευτυχισμένη έκπληξη που μοιάζει ως η πιο ανάλαφρη και ανεπιφύλακτα θετική ταινία του «ραψωδού της σκοτεινιάς» Μάικ Λι, οι μικρές τραγωδίες φυσικά και συνεχίζουν να ελλοχεύουν, αλλά με ένα απολαυστικό περιτύλιγμα που μοιάζει πιο χρωματιστό από ποτέ.  Όχι, δεν μαλάκωσε στα 65 του ο Μάικ Λι, ο σκηνοθέτης που τράβηξε στα άκρα το σκοινί στα «Μυστικά και Ψέματα», στον «Γυμνό» και στο «Μυστικό της Βέρα Ντρέικ». Απλώς, είδε την υπόθεση ανάποδα και αντέστρεψε τη συνηθισμένη ροή της πλοκής των ταινιών του. Όσο κι αν προσπάθησα, δεδομένου του ιστορικού του σκηνοθέτη, δεν κατάφερα να βρω την ειρωνεία πίσω από τον τόσο παρεξηγήσιμο τίτλο «Έξω καρδιά». Μ’ ένα σενάριο που ο ίδιος ο σκηνοθέτης έγραψε κι ανέπτυξε μαζί με τους ηθοποιούς του (είναι γνωστό το πόσους μήνες εργάζεται μαζί τους, αυτοσχεδιάζοντας, πριν ξεκινήσει τα γυρίσματα) με εξαιρετικούς, ζωντανούς διαλόγους, με μικρές, με φαντασία και ευρηματικότητα αναπτυγμένες σκηνές, ο Λι έφτιαξε το πορτρέτο μιας γυναίκας που βλέπει πάντα μπροστά της, προσπαθεί να βοηθήσει τους γύρω της, από τα παιδιά, μαζί και τα προβληματικά, στο σχολείο, μέχρι έναν τελείως άγνωστό της αλήτη του δρόμου και τις φίλες της, μια γυναίκα που «εξυμνεί και χαίρεται το χάος», όπως χαρακτηριστικά της καταλογίζει ο Σκοτ σε κάποιο από τα λιγοστά τους μαθήματα οδήγησης.

Μέσα από μια ματιά που ξεχωρίζει για την παρατηρητικότητα και την οξυδέρκειά της, ο Λι κατάφερε να πιάσει κάτι από τη συχνά άχαρη, ακόμη και σκληρή πραγματικότητα της σύγχρονης παράλογης ζωής της εργατικής τάξης μιας πολυεθνικής κοινωνίας, όπως αυτής της Αγγλίας. Χρησιμοποιώντας άλλοτε ένα παράλογο, ανατρεπτικό χιούμορ κι άλλοτε μια οξυδερκή, κριτική ματιά, όπως στις σκηνές με τον σχολαστικό, αγχωμένο εκπαιδευτή οδήγησης Σκοτ (τον υποδύεται έξοχα ο Έντι Μάρσαν) που ξεσπάει και βγάζει τον ρατσισμό του και γενικά το μίσος του για τη σύγχρονη αγγλική κοινωνία, ο Λι έφτιαξε μια έξοχη, ξεκαρδιστική σε πολλές σκηνές της, ταινία, μια εύστοχη μελέτη χαρακτήρων αλλά και μια κωμωδία-καθρέφτη της χαοτικής κοινωνίας μας· σίγουρα την πιο ρόδινη και πιο απολαυστική κωμωδία του, έστω με κάποιες σκηνές που «δαγκώνουν» υπόγεια. Είναι μια αστεία ταινία που ενίοτε «πονάει» από την αλήθεια της.

Ο Λι χρησιμοποιεί ένα τέλειο εργαλείο, τη Σάλι Χόκινς για να αντικρούσει την κακία των ανθρώπων που όταν βλέπουν έναν «μπόσικο», του φέρονται σαν να είναι σάκος του μποξ. Η Πόπη δεν είναι καθρέφτης, δεν αντιδράει, αλλά εξοστρακίζει τη μιζέρια σαν να είναι κακός αγωγός της, με χαμόγελο. Η όλη διαδρομή της Πόπης είναι μια επιβεβαίωση. Σε αυτό το εξαιρετικά καταφατικό φιλμ του Λι, που μοιάζει παράταιρο όχι μόνο για τα στάνταρ του ίδιου αλλά και για τα δεδομένα της σύγχρονης θεματικής στο σινεμά, μια γυναίκα χρησιμεύει ως ιδεολογικό όχημα για την αυτοκριτική μας. Η επιτυχία του Βρετανού σκηνοθέτη είναι πως κάνει το όλο εγχείρημα να φαντάζει αυθόρμητο, ενώ γνωρίζουμε πόσο σημασία δίνει στην πρόβα και στη δουλειά στην παραμικρή λεπτομέρεια των διαλόγων. Αφήνει όμως ανάσες για να σκηνοθετήσει, διότι «αν είναι όλα γραμμένα στο σενάριο, για ποιο λόγο να μπούμε στον κόπο να γυρίσουμε την ταινία;» Προφανώς μέσω του αυτοσχεδιασμού και της δημιουργικής συνεργασίας με τους ηθοποιούς του, η ταινία του Λι δεν επιβάλλει στο κοινό μια συγγραφική πλοκή. Όπως η ζωή, απλώς κυλάει, άλλοτε αστεία, άλλοτε όχι, άλλοτε φεύγει από την πορεία της.

 

Ξεκινάμε με την Πόπη στην άσκηση του επαγγέλματός της που το μετατρέπει σε πραγματικό «λειτούργημα» και με τη ζωντάνια της και με τη φροντίδα ενός μαθητή της που καταλαβαίνει πως εκδηλώνει κακοποιητική συμπεριφορά προς συμμαθητή του. Το ουσιαστικό ενδιαφέρον της γι’ αυτόν τον κακοποιητικό μαθητή θα της βγει σε καλό, αφού θα ερωτευθεί τον κοινωνικό λειτουργό που θα κληθεί να τον βοηθήσει.Bλέπετε, όταν λειτουργούν οι θεσμοί...

ΕΞΩ ΚΑΡΔΙΑ Α. Σκηνές με την Πόπη στο σχολείο.mp4

 

Σε μια ίσως παρατραβηγμένη, υπερρεαλιστική  σκηνή της ταινίας, η Πόπη κατορθώνει να γίνει για λίγο φίλη με έναν ψυχικά διαταραγμένο άστεγο σε μια τρομακτική ερημιά. Η ενσυναίσθηση που δείχνει στον άγνωστό της και μάλιστα φαινομενικά επικίνδυνο και απειλητικό άστεγο διαλύει κάθε σκέψη μου πως ήταν χαζοχαρούμενη (τρομάρα μου!...)

ΕΞΩ ΚΑΡΔΙΑ Β. Συνάντηση με έναν άστεγο.mp4

 

Επικεντρωνόμαστε τώρα σε κομβικά σημεία της υπόθεσης της ταινίας.

Όταν η Πόπη κάνει μάθημα οδήγησης για πρώτη φορά, η θετική της βιοθεωρία έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον σκοτεινό, μισαλλόδοξο και κυνικό εκπαιδευτή της, τον «αντιδραστικό» Σκοτ. Ο Σκοτ είναι συναισθηματικά καταπιεσμένος, έχει προβλήματα διαχείρισης του θυμού του και ταράσσεται εξαιρετικά από τη χαλαρή στάση της Πόπης απέναντι στην οδήγηση και στη ζωή. Καθώς η Πόπη τον γνωρίζει, γίνεται φανερό ότι ο Σκοτ πιστεύει σε θεωρίες συνωμοσίας. Οι πεποιθήσεις του αποδίδονται εν μέρει στις ρατσιστικές και μισογυνιστικές του απόψεις, που καθιστούν δυσχερέστατο το να τα πάει καλά με τους άλλους. Ο Σκοτ φαίνεται να είναι θυμωμένος από την ηλιόλουστη προσωπικότητα της Πόπης και προφανώς γι’ αυτό της καταλογίζει έλλειψη ευθύνης και ανησυχίας για την ασφαλή οδήγηση. Ο Σκοτ είναι εξαιρετικά εκνευρισμένος από την επιλογή υποδημάτων της μαθήτριάς του (ενός ζευγαριού ψηλοτάκουνες μπότες), τα οποία θεωρεί ότι την εμποδίζουν να οδηγεί. Από την αρχή, νιώθει ότι η Πόπη δεν παίρνει στα σοβαρά τα μαθήματά της και είναι απρόσεκτη.

Η Πόπη, ωστόσο, έχει την ικανότητα να είναι υπεύθυνη. Στο σχολείο, παρατηρεί έναν από τους μαθητές της να εκφοβίζει έναν από τους συμμαθητές του. Αντί να θυμώσει, όπως είδαμε, ανησυχεί για εκείνον και παίρνει τα κατάλληλα μέτρα. Αφού μίλησε με τον μαθητή της, καταλήγει στη βάσιμη υπόνοια πως κι ο ίδιος κακοποιείται στο σπίτι. Ένας κοινωνικός λειτουργός, ο Τιμ, καλείται να χειριστεί την υπόθεση του αγοριού. Μέσα από την αλληλεπίδραση του Τιμ και του μαθητή, ο τελευταίος αποκαλύπτει ότι ο φίλος της μητέρας του τον χτυπούσε. Ο Τιμ και η Πόπη αρχίζουν να βγαίνουν μαζί.

Επιστρέφοντας σπίτι της μια μέρα, η Πόπη βλέπει τον Σκοτ ​​να στέκεται απέναντι από την πολυκατοικία που μένει και, όταν εκείνη φωνάζει το όνομά του, εκείνος τρέχει μακριά. Όταν τον συναντά, εκείνος το αρνείται κι επιμένει ότι βρισκόταν στη μητέρα του τη στιγμή που η Πόπη ισχυρίζεται πως τον είδε. Ο Σκοτ ​​αργότερα βλέπει την Πόπη με τον νέο της δεσμό, τον Τιμ, και θυμώνει. Κατά τη διάρκεια του επόμενου και τελευταίου μαθήματος οδήγησης της Πόπης, ο Σκοτ ​​οδηγεί ακανόνιστα και  βροντοφωνάζει για τους άλλους οδηγούς και την κοινωνία. Όταν δίνει στην Πόπη τα κλειδιά του αυτοκινήτου του, εκείνη του λέει ότι δεν είναι σε θέση εκείνη την ημέρα να παραδώσει μάθημα οδήγησης και ότι θα τον οδηγήσει στο σπίτι του. Ο Σκοτ ​​προσπαθεί να πάρει τα κλειδιά του πίσω και επιτίθεται σωματικά στην Πόπη. Εκείνη καταφέρνει να ξεφύγει από αυτόν και στη συνέχεια, σε έναν μακρό, περιπετειώδη διάλογο, ο Σκοτ κατηγορεί την Πόπη ότι προσπάθησε να τον αποπλανήσει, αποκαλύπτοντας τα «ρομαντικά» συναισθήματά του για εκείνη. Χρησιμοποιώντας υπομονή και κατανόηση, η Πόπη περιμένει μέχρι να ηρεμήσει και μετά του δίνει τα κλειδιά πίσω, αφήνοντάς τον να καταλάβει ότι αυτό το μάθημα ήταν το τελευταίο τους. Η Πόπη αποδεικνύεται λοιπόν σοβαρή, όταν το απαιτεί η περίσταση. Δεν είναι τυφλή στο τι σκέφτονται κι αισθάνονται οι άλλοι άνθρωποι, τους δίνει αρκετές ευκαιρίες εξομάλυνσης των σχέσεών τους μαζί της, αλλά, όταν δεν πάει άλλο, «την κάνει». Έτσι χειρίζεται περίεργα άτρωτη την εκρηκτικά επιδεινούμενη κατάσταση με τον Σκοτ, με ατσάλινο θάρρος αλλά και θαυμαστή διακριτικότητα.

Η ταινία τελειώνει με την Πόπη και τη Ζόι μαζί να κάνουν βαρκάδα στο Regent's Park. Η Ζόι συμβουλεύει την Πόπη ότι «δεν μπορεί να κάνει τους πάντες ευτυχισμένους». Η Πόπη απορρίπτει τη συμβουλή χαμογελώντας. Μετά δέχεται μια κλήση στο κινητό της από τον Τιμ και τον ρωτά: «Σου έλλειψα κιόλας;».

 

Προσέξτε τώρα τις παρακάτω τρεις επιλεγμένες σκηνές με τη Σάλι Χόκινς ως Πόπη και τον «τοξικό» Έντι Μάρσαν, ως τον διπολικό (περίπου μανιοκαταθλιπτικό) Σκοτ, τον δάσκαλο οδήγησης ο οποίος, παρεμπιπτόντως, μας χαρίζει μια από τις πιο επώδυνα "σπαρταριστές" ερμηνείες δευτερεύοντα ρόλου που έχω δει στον κινηματογράφο. Μετά παρακολουθήστε συνεχόμενη την τελική σκηνή της ταινίας.

ΕΞΩ ΚΑΡΔΙΑ Γ. Το τρίτο μάθημα οδήγησης. Η άποψη του Σκοτ για το εκπαιδευτικό σύστημα.mp4

ΕΞΩ ΚΑΡΔΙΑ Δ. Η οργή του Σκοτ.mp4

ΕΞΩ ΚΑΡΔΙΑ Ε. Το τελευταίο μάθημα οδήγησης. Κατάληξη της ταινίας.mp4

 

Η Πόπη με τη συγκάτοικο και καλύτερη φίλη της Ζόι, στην τελευταία σκηνή της ταινίας.

 

Σούζι Φέιντελ Νάσιφ: Happy Go Lucky - Έξω καρδιά (2021).

 

Εντγκάρ Ντεγκά: Το αψέντι [Σε ένα μπαρ (καφέ)] (1876).

Ατμόσφαιρα ψυχολογικής απόστασης, απομόνωσης και ερήμωσης.

Αν και η ζωγραφική του δείχνει μερικά από τα χαρακτηριστικά του ιμπρεσιονισμού, και παρόλο που συμμετείχε σε επτά από τις οκτώ ιμπρεσιονιστικές εκθέσεις στο Παρίσι (1874-86), ο Εντγκάρ Ντεγκά (1834-1917) δεν ήταν ποτέ αφοσιωμένο μέλος της ομάδας των ιμπρεσιονιστών. Δεν είχε κανένα ενδιαφέρον για τα υπαίθρια τοπία, προτιμώντας να επικεντρώνεται στη ζωγραφική κυρίως γυναικείων μορφών (π.χ. χορευτριών μπαλέτου) σε κλειστούς αστικούς χώρους αναψυχής. Παρά τον σεβασμό του στην ακαδημαϊκή τέχνη, ο Ντεγκά ήταν αποφασιστικά μοντερνιστής, τόσο στη σύνθεση όσο και στην επιλογή των θεμάτων του, και δημιούργησε μερικούς από τους σπουδαιότερους πίνακες του είδους στην εποχή του.  Η άμεση και διεισδυτική παρατήρηση του κόσμου ήταν πάντα ο ακρογωνιαίος λίθος στη ζωγραφική του Ντεγκά, που αγαπούσε να ζωγραφίζει τα πιο δημοφιλή καφέ στο Παρίσι, όπου σύχναζαν τακτικά εργάτες, ιερόδουλες, μποέμ καλλιτέχνες και συγγραφείς.

Το  «Αψέντι»  επιβαρύνει συναισθηματικά τον θεατή λόγω της θλιβερής, ληθαργικής απεικόνισης των κύριων θεμάτων του, της μοναξιάς και της κούρασης στο μοδάτο παρισινό « Καφέ των Νέων Αθηνών - La Nouvelle Athènes » στην πλατεία Πιγκάλ, στους πρόποδες της Μονμάρτης. Ο πίνακας στηλιτεύει την αυξανόμενη κοινωνική απομόνωση στο Παρίσι την περίοδο της ταχείας ανάπτυξής του κατά τη Βιομηχανική Επανάσταση. Ο Ντεγκά χρησιμοποίησε τα εικονιζόμενα άτομα ως σύμβολα για την απομόνωση και την καταπίεση από την οποία υπέφεραν πολλοί άνθρωποι, ιδιαίτερα οι μποέμ καλλιτέχνες και οι εργάτες, που δεν επωφελήθηκαν από την καλπάζουσα εκβιομηχάνιση.

Οι ανθρώπινες φιγούρες του πίνακα δεν είναι στραμμένες προς τον θεατή, αλλά τοποθετούνται κατά μήκος μιας ανερχόμενης λοξής γραμμής. Με τη μέγιστη δυνατή κλασικιστική ακρίβεια αυτές χωρίζονται από τον θεατή με μια σειρά από τραπεζάκια από λευκό μάρμαρο που γεμίζουν ολόκληρο το προσκήνιο και  αριστερά κόβουν το ένα το άλλο υπό ορθή γωνία. Πάνω τους έχουν τοποθετηθεί λίγα αντικείμενα, δύο εφημερίδες σε ρολό, η υπογραφή του καλλιτέχνη,  ένα σπιρτόκουτο, μια καράφα με νερό. Σημειώστε πώς ο Ντεγκά έχει καδράρει την εικόνα - κόβοντας το χέρι και την πίπα του άνδρα - δίνοντας την εντύπωση ενός στιγμιότυπου “tranche de vie” που τραβήχτηκε από έναν θεατή σε κοντινό τραπέζι. Αλλά αυτή η ιδέα είναι παραπλανητική, επειδή ο πίνακας δημιουργήθηκε σχολαστικά στο στούντιο του ζωγράφου και όχι σε φυσικό χώρο. Ωστόσο, ο πίνακας αποπνέει έναν τόσο ρεαλιστικό αέρα κόντρα στα ήθη της εποχής -εξού και η αρνητική υποδοχή του από τους τότε κριτικούς-  που υποχρέωσε τον Ντεγκά να δηλώσει δημόσια ότι τα δύο μοντέλα, άνθρωποι του περιβάλλοντός του, δεν ήταν αλκοολικοί. Εκφραστική και σημαντική είναι και η παρουσία της σκιάς των δύο βαριεστημένων, σχεδόν άψυχων μορφών που ζωγραφίζονται ως σιλουέτες που αντανακλώνται στον μακρύ θολό καθρέφτη πίσω τους, «στον άδειο χρόνο του στάσιμου χώρου».

Ο πίνακας έχει μια ισχυρή ψυχολογική διάσταση. Το μάτι του θεατή εγκαταλείπει γρήγορα τα γυμνά τραπέζια στρεφόμενο προς το κέντρο του πίνακα κι εστιαζόμενο στα πρόσωπα και στα βλέμματα των δύο μορφών. Οι δύο πρωταγωνιστές είναι στην πόλη μαζί, αλλά κανένας από τους δύο δεν δίνει σημασία στον άλλο. Και οι δύο έχουν χαθεί στον ιδιωτικό τους κόσμο, σε σιωπηλή απομόνωση.

Η γυναίκα – ηθοποιός και φίλη του Ντεγκά – κάθεται με στατική εσωτερικότητα σε μια στάση τόσο σκυθρωπή όσο και κουρασμένη, με ωχρό πρόσωπο και κοιτάζει, μάλλον θολωμένη απ’ το αλκοόλ, προς τα κάτω το κενό, απορροφημένη στον εαυτό της, πιθανώς αναπολώντας μελαγχολικά το παρελθόν της. Η έκφραση του προσώπου της δείχνει απογοήτευση και τα πεσμένα χέρια της σχεδόν αυτολύπηση. Ορισμένες λεπτομέρειες των ρούχων της φαίνονται θλιβερά αλλόκοτες: για παράδειγμα, η ψεύτικη πολυτέλεια των λευκών φιόγκων στα παπούτσια, το φυλλωτό κυματιστό ύφασμα στον κορμό της, το καπέλο που γέρνει στο κεφάλι. Ένα ποτήρι αψέντι (ιδιαίτερα δυνατό και βλαβερό, αργότερα απαγορευμένο ως παραισθησιογόνο, οινοπνευματώδες ποτό με κύρια συστατικά την άψινθο και το γλυκάνισο)  βρίσκεται μπροστά της στο τραπέζι.

Ο άντρας δίπλα της, κι αυτός υπαρκτό πρόσωπο, καλλιτέχνης χαράκτης, πιο ατημέλητα ντυμένος, με το κακοσχηματισμένο καπέλο του κατεβασμένο πάνω από τα ατίθασα μαλλιά του, καπνίζει μια πίπα και κοιτάζει προς άλλη κατεύθυνση κι αυτός με «άδειο» βλέμμα. Είναι καθισμένος υπό γωνία ως προς τη γυναίκα· στάση που υποδηλώνει ότι είναι είτε ξένος είτε αδιάφορος σύντροφός της, κάτι που ενισχύει ακόμη περισσότερο την απομόνωση της γυναίκας.

Τα κρεμώδη και κίτρινα χρώματα, αντιπαρατιθέμενα με διάφορα μαύρα, δίνουν στη σκηνή, πέρα από έναν μελαγχολικό αέρα κλεισούρας, κι έναν ελαφρώς παραληρηματικό τόνο, υποδηλώνοντας ίσως τα ψυχικά αποτελέσματα που συνδέονταν με το ομώνυμο με τον πίνακα, ποτό. Αναμφίβολα πρόκειται για μια θλιβερή εικόνα διότι πολλοί από εμάς μπορεί να αισθανόμαστε λυπημένοι και μόνοι ανάμεσα σε άλλους.

 

H ταινία του Μάικ Λι «Another Year – Μια χρονιά ακόμα», μια δραμεντί του 2010, μας έχει ήδη απασχολήσει στη δημοφιλέστατη άσκησή μας της 12ης 10. 2023 με θέμα τα ατυχή φλερτ. Εδώ θα ασχοληθούμε με την φευγαλέα εμφάνιση της έξοχης ηθοποιού Ιμέλντας Στόντον ως Τζάνετ, για λίγα μόνο λεπτά στην αρχή της εν λόγω ταινίας.

Η προκαταρκτική γενική ιατρική εξέταση της μεσήλικης Τζάνετ που παλεύει με την αϋπνία και η επακόλουθη συνέντευξή της με μια σύμβουλο ψυχικής υγείας μάς φέρνουν μπροστά στη ζοφερή εικόνα της ζωής της Τζάνετ. Τοποθετώντας την Τζάνετ στην αρχή της ταινίας δημιουργείται ακριβώς ο σωστός τόνος για την άσχετη με την Τζάνετ, κύρια ιστορία που θα ακολουθήσει, αποκαλύπτοντας τον κόσμο που θα παρουσιάσει ο σκηνοθέτης σε αυτήν την ταινία του· δεν πρόκειται να διστάσει να μας δείξει πόνο και αγωνία και δεν θα ξεπετάξει αυτά τα ζητήματα αβίαστα.

Παρακολουθούμε το «πέρασμα» της Τζάνετ από την ταινία.

ΜΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΚΟΜΑ Οι δύο σκηνές με την Τζάνετ (Ιμέλντα Στόντον).mp4

 

 

Ερώτηση 1 / 5 (Ελεύθερου Κειμένου — 2 βαθμοί) 

Πηγαίνοντας να ψηφίσω στο δημοτικό σχολείο της γειτονιάς μου στις φετινές ευρωεκλογές, είδα το παρακάτω στον πίνακα ανακοινώσεων. Πώς η «έξω καρδιά» μας βοηθάει να μάθουμε κάποια ή μήπως και όλα τα γράμματα από το εικονιζόμενο «αλφαβητάρι της ζωής»;