ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ & ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ
MED2135 - Α. Χ. Λάζαρης, Καθηγητής Παθολογικής Ανατομικής - Κ. Καλαχάνης, Δρ Φιλοσοφίας - Μ. Γιάνναρη, M.Ed.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟ ΜΕ ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΠΟΛΥΤΕΣ ΗΡΩΙΔΕΣ ΤΟΥ, ΤΗΝ ΦΡΑΝΤΣΕΣΚΑ ΝΤΑ ΡΙΜΙΝΙ
Περιγραφή
Το να είσαι ρομαντικός σημαίνει απλώς να βρίσκεις συναρπαστικούς τρόπους για να μεταφέρεις αβίαστα τα συναισθήματά σου γύρω σου. Η φαντασία, το συναίσθημα και η ελευθερία είναι σίγουρα τα κεντρικά σημεία του ρομαντισμού. Πρόκειται για μια φιλοσοφία που γεννήθηκε στις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα, ακριβώς στην έναρξη της βιομηχανικής επανάστασης, και αναζητά την ομορφιά και το βάθος σε όλες τις εμπειρίες και μας ενθαρρύνει να αγκαλιάσουμε τη ζωή με πλήρη αυθορμητισμό, αχαλίνωτα. Ο ρομαντισμός έδωσε έμφαση στο ατομικό, το υποκειμενικό, το παράλογο, το ευφάνταστο, το προσωπικό, το αυθόρμητο, το συναισθηματικό, το οραματικό και το υπερβατικό.
Στις τέχνες ο ρομαντισμός προσέφερε ελευθερία στον δημιουργό και στις επιλογές του και ανέδειξε την επιθυμία για εμβάθυνση στον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου, των λαθών και των παθών του, κάνοντας με αυτό τον τρόπο τα δημιουργήματά της απελευθερωμένα και με περισσότερη ζωντάνια. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με εκείνους που επιλέγουν τον ρομαντισμό στην προσωπική και κοινωνική τους ζωή, εκφράζουν ελεύθερα τα συναισθήματά τους, φέρονται περισσότερα αυθόρμητα και, στην αλληλεπίδρασή τους με τους άλλους ανθρώπους, επιλέγουν μία ατμόσφαιρα η οποία έχει επίκεντρο τον άνθρωπο.
Στην Τέχνη ο ρομαντισμός έδινε προτεραιότητα στη μοναδική, ατομική φαντασία του καλλιτέχνη πάνω από τα στενά όρια της κλασικής φόρμας. Σε αντίθεση με τον κλασικισμό που είναι κυρίως νοολογικός και λογόκεντρος και στηρίζεται στην πραγματικότητα και τον ρεαλισμό, ο ρομαντισμός αποστρέφεται τη λογική, ή ορθότερα τη μονόπλευρη κυριαρχία της, και την εμπειρική ανάλυση των πραγμάτων και γι’ αυτόν όλα ξεκινούν από το συναίσθημα, τον λυρισμό, τη φαντασία, το άλογο μέρος της ανθρώπινης φύσης. Το κίνημα του ρομαντισμού έδωσε έμφαση στο έντονο συναίσθημα ως αυθεντική πηγή αισθητικής εμπειρίας.
Σήμερα, σε μια κοινωνία που δεν γνωρίζει ακριβώς πού βρίσκεται, ο ρομαντισμός τείνει σιγά σιγά να εξαφανίζεται τόσο από την τέχνη όσο και από την καθημερινότητα γενικά των ανθρώπων. Αναφορικά με το πρώτο σκέλος, το βάρος πέφτει στην αλλαγή της νοοτροπίας των ανθρώπων· και αυτό σημαίνει ότι ο κυριότερος λόγος της «παρακμής» του ρομαντισμού είναι η κυριαρχία του κέρδους σε κάθε τομέα της ανθρώπινης ζωής. Πολλοί βλέπουν πια την τέχνη και τη μόδα σαν μια βιομηχανία παραγωγής κερδών παρά σαν έναν τρόπο έκφρασης και οι άνθρωποι φαίνεται να προτιμούν τον υπερρεαλισμό. Ο κόσμος περιορίζεται στην αναπαραγωγή ίδιων ιδεών και σκέψεων και σε απλές «λύσεις» που δίνει η τεχνολογία, χωρίς να υπάρχει πια χώρος για φαντασία και δημιουργικότητα. Αλλά ακόμα και τους λίγους που συνεχίζουν να έχουν καλλιτεχνικές τάσεις, οι συνθήκες δεν τους βοηθούν. Όλα εμπορευματοποιούνται, το προσωπικό συμφέρον τίθεται υπεράνω όλων και οι «καλλιτέχνες» έχουν πάψει να δημιουργούν και επαναπαύονται σε μικρές αλλαγές ήδη υπαρχόντων, «έτοιμων» δημιουργημάτων, που διευκολύνουν το εύκολο, γρήγορο και συνεχές κέρδος. Τα παραπάνω εξηγούν τη σταδιακή εξαφάνιση του ρομαντισμού στην Τέχνη.
Ο ρομαντισμός ως στάση ζωής, που μπορεί να κάνει κάποιον ευτυχισμένο πραγματικά, έστω και για μια στιγμή, μπορεί να κρύβεται σε μικρές ενέργειες, σε κινήσεις ανάλογα με τον καθένα, διαφορετικές από αυτές που υπάρχουν στερεοτυπικά στο μυαλό των ανθρώπων, σε μικρές λεπτομέρειες που κάνουν, όμως, τη διαφορά, σε πράγματα που μπορεί να περνούσαν απαρατήρητα, αλλά τα προσέχει αυτός που είναι δεκτικός να τα προσέξει, να τα καταλάβει και να τα εκτιμήσει…
Ίσως μια διαφορά ανάμεσα στους δύο παραπάνω «ρομαντισμούς», της τέχνης και της ζωής, είναι ότι το αντίθετο του πρώτου είναι ο «ρεαλισμός», ενώ του δεύτερου είναι η «ψυχρότητα», η «αναισθησία», ή ακόμη η «ρηχότητα»…
Ρομαντικός δεν είναι αυτός που στέλνει λουλούδια και ζωγραφίζει καρδούλες στα μηνύματά του. Ρομαντικός είναι εκείνος που πιστεύει στη δύναμη του ανθρώπου, στην καλοσύνη και στη θέλησή του. Είναι εκείνος που πιστεύει - και το έχει κάνει στάση ζωής - στην αξιοκρατία, στο ότι ο άνθρωπος έχει τελικά σημασία, να μπορείς να ‘ρθεις στη θέση του πριν τον κρίνεις, είναι εκείνος που συνεχίζει να πιστεύει στο καλό των ανθρώπων, στο αίσθημα της δικαιοσύνης, στην καλοσύνη. Ρομαντικός είναι αυτός που δεν επωφελείται ο ίδιος εις βάρος άλλων ανθρώπων και όχι αυτός που σκαρώνει «μελούρες» για να φλερτάρει και να κάνει γκελ μπροστά σε κόσμο.
«Αχ εμένα δεν μου αρέσουν αυτά τα ρομαντικά, συγγνώμη! Κατέβα από το ροζ συννεφάκι σου!» Αν είσαι μία ρομαντική ψυχή που τολμάς να το δείχνεις. τότε σίγουρα θα έχεις ακούσει κάτι σχετικό. Εκείνοι που ζητούν απ’ τους άλλους να γίνουν ορθολογιστές, έχουν επιχειρήσει άραγε να γίνουν οι ίδιοι λιγάκι πιο ρομαντικοί; Κι αν όχι, δεν χρειάζεται κανείς να γίνει κάτι άλλο απ’ αυτό που είναι και πιστεύει, δεν υπάρχει λόγος να κρίνεται και να κρύβεται καμία από τις δύο κατηγορίες ανθρώπων. Δεν είναι παρωχημένο να είσαι ρομαντικός στις σχέσεις που συνάπτεις με τους άλλους ανθρώπους, είναι όμως παρωχημένο να καταπιέζεις και να προσπαθείς να αλλάξεις εκείνους που στην ψυχή τους «ασπάστηκαν» τον ρομαντισμό.
Ο ρομαντισμός, όπως έρχεται από τις τέχνες, ναι μεν προτείνει μία πιο συγκινησιακά φορτισμένη προσέγγιση ζωής, τολμά δε και να εναντιωθεί στους αυστηρούς και ορθολογικούς κανόνες που τη διέπουν.‘Οπως γίνεται αντιληπτό, είναι μία βαθιά έννοια που ξεκινά ως εξέγερση στους κανόνες και στις νόρμες, προσθέτοντας το γ ν ή σ ι ο σ υ ν α ί σ θ η μ α στη στείρα λογική.
Στην πραγματικότητα του σήμερα μπερδεύεται η έννοια του ρομαντικού με το μελό. Είναι ξεκάθαρο πως για να γίνει κάποιος μελό χρησιμοποιεί κάτι τεχνητό σε ορισμένες περιστάσεις για να πετύχει το σκοπό του, που μπορεί να είναι από την επίκληση στο συναίσθημα μέχρι ένα επιτυχημένο φλερτ. Αντίθετα ο ρομαντισμός δεν είναι κάτι «φορέσιμο», ούτε σημαίνει απαραίτητα δράμα, happy end και υπέρμετρος ενθουσιασμός. Προκύπτει μέσα απ’ την έλξη δύο ανθρώπων, από την αγάπη και το ειλικρινές ενδιαφέρον προς τον άνθρωπο, ταυτίζεται με την εντιμότητα, την ελπίδα, την ελεύθερη έκφραση και τη δικαιοσύνη.
Επίσης είναι καλό να ξεχωρίζουμε πως όταν κάποιος δεν είναι ρομαντικός, είτε γιατί δεν τον εκφράζει αυτή η ιδεολογία είτε γιατί δεν ικανοποιεί τους σκοπούς και τις επιθυμίες του, δεν σημαίνει ότι είναι ή πρέπει να γίνεται ψυχρός κι επιφανειακός, διότι τώρα ξέρουμε πως το να μην είσαι ρομαντικός δεν σημαίνει ότι είσαι ρεαλιστής. Μπορείς να διαλέξεις όποια πλευρά θέλεις, αρκεί να είναι αυτή που σε εκφράζει πραγματικά και δεν σε καταπιέζει· αυτό από μόνο του είναι αρκετά ρομαντικό!
Ας αφεθούμε τώρα να μας μυήσει στην Τέχνη του ρομαντισμού μια από τις απόλυτες ενσαρκώσεις-σύμβολά του στα Γράμματα και τις Τέχνες, ένα από τα πιο τραγικά παράνομα ζευγάρια της Ιστορίας που έζησε αληθινά τον 13ο αιώνα μ.Χ. και αποτυπώνεται σε δεκάδες έργα τέχνης. Ίσως, επειδή -όπως όλα τα καλά, αληθινά μεγάλα love stories- ήταν αδιέξοδο. Και τελείωσε με μια τραγωδία…
Τζορτζ Φρέντερικ Γουότς: Ο Πάολο και η Φραντσέσκα (1872).
Ο Γουότς ήταν ένας δημοφιλής Άγγλος βικτωριανός ζωγράφος και γλύπτης που συνδέθηκε με το κίνημα των Συμβολιστών. Έλεγε «ζωγραφίζω ιδέες, όχι πράγματα».
Η Φραντσέσκα από το Ρίμινι (Francesca da Rimini, 1259 - 1285), ήταν κόρη του επικεφαλής της οικογένειας των Ντα Πολέντα, αρχόντων της Ραβέννας. Παντρεύτηκε τον Τζιοβάνι ή Τζαντζότο Μαλατέστα, έναν ηγέτη που αν και ήταν χωλός, πολέμησε μαζί με τον νεότερο αδερφό του Πάολο για τους Ντα Πολέντα στον πόλεμο εναντίον της αντίπαλής τους οικογένειας για την κυριαρχία της πόλης.
Ο Δάντης Αλιγκιέρι (1265-1321) δεν ήταν μονάχα ο «πατέρας» της ιταλικής γλώσσας, αλλά και εκείνος που συνέδεσε τον ελληνορωμαϊκό κόσμο με τον χριστιανισμό, προαναγγέλλοντας την Αναγέννηση (βλ. και τη σχετική με τον Δάντη ανάρτησή στο «Ιστολόγιό» μας την 1.6.2024). Σύμφωνα με την περίφημη ιστορία του Δάντη στη «Θεία Κωµωδία» του (Κόλαση 5.73-142), του μόνου σύγχρονου αφηγητή του συμβάντος, η Φραντσέσκα ερωτεύτηκε τον «ωραίο» Πάολο Μαλατέστα, τον κουνιάδο της, κατά τη διάρκεια του έγγαμου βίου της. Μεταξύ των δύο γεννήθηκε μια μυστική αγάπη, που, όταν ανακαλύφθηκε, τιμωρήθηκε με τη δολοφονία των δύο εραστών από τον απατημένο σύζυγο. Οι δύο εραστές τοποθετούνται από τον Δάντη στον δεύτερο κύκλο της Κολάσεως, όπου τιµωρούνται όσοι διέπραξαν το αµάρτηµα της φιληδονίας, όσοι, δηλαδή, υπέταξαν τη λογική τους στη σαρκική ηδονή. Οι αµαρτίες ταξινοµούνται από τον Δάντη σε εννέα συνολικά (αριστοτελικής αντίληψης) κύκλους, 6 ανάλογα µε τη βαρύτητά τους, από τις πράξεις ακράτειας προς τις πράξεις κακίας ή βίας, δηλαδή από τις λιγότερο προς τις περισσότερο βαριές, µε ποινές που καθρεφτίζουν τη φύση της αµαρτίας. Έτσι, οι φιλήδονοι είναι καταδικασµένοι να στροβιλίζονται αδιάκοπα µέσα σε µια ανεµοθύελλα, συµβολική απεικόνιση του βίαιου πάθους που εγκλωβίζει τον φιλήδονο άνθρωπο στη δίνη του, αποκλείοντας την επαφή του µε τους άλλους.
Αρί Σέφερ: Tα φαντάσματα του Πάολο και της Φραντσέσκας εμφανίζονται στον Δάντη και στον Βιργίλιο (1855). Δυο σκιές αγκαλιασμένες, παγιδευμένες, καταδικασμένες να δέρνονται αιώνια στους στροβίλους της Κόλασης. Ο ποιητής ζητά να του μιλήσουν και η Φραντσέσκα ιστορεί τα δεινά τους …
Στη συνάντησή της µε τον Δάντη (ο οποίος συνοδεύεται από τον Βιργίλιο) η Φραντσέσκα εξιστορεί (ενώ ο Πάολο θρηνεί σιωπηλός) την παράνοµη σχέση και τον βίαιο θάνατο των δύο εραστών, αποκαλύπτοντας ότι η ερωτική επιθυµία γεννήθηκε πρώτα στον Πάολο, κι έπειτα στην ίδια, ότι “πρώτη ρίζα” του έρωτά τους υπήρξε η ανάγνωση της οµόλογης παράνομης ιστορίας του Λάνσελοτ και της Γκουίνιβερ, της γυναίκας του βασιλιά Αρθούρου.
Άνσελμ Φόιερπμαχ: Πάολο και Φραντσέσκα (1864).
«Για αναψυχή αναγνώθαμε μια μέρα
πώς άναψε του Λανσελότου ο πόθος
μόνοι ήμαστε, χωρίς κακό στο νου μας.
Πολλές βολές μάς έσμιξε τα μάτια
το διάβασμα, και χλώμιασε η θωριά μας
μα ένα μονάχα νίκησέ μας
όντας διαβάσαμε το ποθητό της γέλιο
τέτοιος το φίλησε αγαπός
ετούτος που δεν θα χωριστεί ποτέ από μένα
ολότρεμος, μου φίλησε το στόμα…»
(Δάντης: «Θεία Κωμωδία», μτφ. Νίκος Καζαντζάκης)
Φρ Ντίκσι: Πάολο και Φραντσέσκα (1892).
Ένα φιλί. Μια αιωνιότητα - αυτό μόνο κατάφεραν να μοιραστούν οι δύο ερωτευμένοι στην επίγεια ζωή τους, πριν τη βίαια δολοφονία τους.
Aλ. Καμπανέλ: O θάνατος της Φραντσέσκας ντα Ρίμινι και του Πάολο Μαλατέστα (1870).
Όσο για τον Τζιοβάνι, δεν τιμωρήθηκε ποτέ για το διπλό έγκλημά του είτε διότι ήταν πολύ ισχυρός για να διωχθεί είτε διότι η ατίμωση που είχε υποστεί ήταν τόσο μεγάλη που, εθιμικά, «δικαιολογούσε» την αντίδρασή του. Στο έργο του Δάντη όμως η Φραντσέσκα προλέγει την τιµωρία του άντρα της στην Καΐνα του ένατου κύκλου της Κολάσεως, µαζί µε τους άλλους αδελφοκτόνους.
Ως αποτέλεσµα αυτής της δραµατικής, αν και ελλειπτικής, εξιστόρησης, ο Δάντης λιποθυµά συγκλονισµένος – υποτάσσοντας, όµως, έτσι, και ο ίδιος τη λογική του στο συναίσθηµα και ενθαρρύνοντας πρώτος εκείνος τη ροµαντική ανάγνωση του επεισοδίου.
Από όλους τους σχολιαστές της Θείας Κωµωδίας, εκείνος που αφήνει το ανεξίτηλο αποτύπωµά του στην ιστορία της Φραντσέσκας είναι ο Βοκάκιος, ο οποίος προσθέτει ένα καθοριστικής σηµασίας στοιχείο, δικής του µάλλον επινόησης: ότι η Φραντσέσκα οδηγήθηκε µε απάτη στον γάµο της µε τον χωλό Τζιοβάνι Μαλατέστα. Ο πατέρας της από φόβο ότι εκείνη δεν θα συναινούσε να παντρευτεί τον χωλό μεγάλο αδελφό, της παρουσίασε τον ωραίο αδελφό του, Πάολο, ως αντιπρόσωπό του στον γάµο. Και µόνον το επόµενο πρωί, όταν ήταν πλέον πολύ αργά, η Φραντσέσκα συνάντησε τον πραγματικό σύζυγό της. Η µετατροπή του δαντικού επεισοδίου σε ιστορία µιας ανθρώπινης µοίρας που ορίζεται από την πατριαρχία, τον γάµο και τα συµφέροντα των δυναστειών έχει ήδη συντελεστεί.
Γκ. Ντορέ: Ο Πάολο και η Φραντσέσκα ντα Ρίμινι (1863).
Τι σηµασία έχει η Κόλαση, αφού οι δύο εραστές θα είναι εκεί µαζί, ενωµένοι ως την αιωνιότητα; Αυτό που έχει σηµασία είναι ότι ξεκινούν µια νέα, κοινή ύπαρξη, που σηµατοδοτεί την ολοκλήρωση του ροµαντικού πάθους τους. Ο Δάντης, με ένα σχήμα αντινομικό, τιμωρεί τους δύο παράνομους εραστές βάζοντάς τους στην κόλαση, αλλά τους σώζει ταυτόχρονα. Δείχνει τους νόμους που κυβερνούν τον κόσμο, αλλά και τους άλλους που κυβερνούν την καρδιά των ανθρώπων, τους οποίους δεν είναι δυνατόν να τους παραβλέψουμε ή να κάνουμε πως δεν υπάρχουν.
ΕΡΩΤΑΣ, ΑΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ
Στους αιώνες που ακολούθησαν, γράφτηκαν πολλές και διαφορετικές αφηγήσεις του ερωτικού αυτού δράματος, ενώ ο άτυχος έρωτας του Πάολο και της Φραντσέσκας ενέπνευσε αμέτρητους δημιουργούς.
«Το Φιλί» το ερωτικό σύμπλεγμα του Ογκίστ Ροντέν (1840-1917) εδώ στη μαρμάρινη εκδοχή του -ένα από τα διασημότερα γλυπτά του κόσμου και μια από τις πιο ρομαντικές και αισθησιακές απεικονίσεις του θέματος του φιλιού- ονομαζόταν, αρχικά, «Φραντσέσκα ντα Ρίμινι». Δεδομένου όμως ότι καμία λεπτομέρεια δεν φαινόταν να προσδιορίζει τους συγκεκριμένους εραστές, ορισμένοι κριτικοί και το κοινό το ονόμασαν «Το Φιλί», δηλ. μ’ έναν αφηρημένο τίτλο που εξέφραζε πολύ καλά τον παγκόσμιο χαρακτήρα του με τον οποίο μπορεί να ταυτιστεί ο καθένας. Αυτό το έργο τέχνης έγινε έτσι σύμβολο αγάπης, παρά μια ιστορία μοιχείας. Το ζευγάρι εικονίζεται τη στιγμή που δίνει το μοναδικό του φιλί. Ή ίσως ούτε κι αυτό; Στην πραγματικότητα, αν κοιτάξει κανείς προσεκτικά το γλυπτό σε κάποια τουλάχιστον από τις αρκετές παραλλαγές του σε φυσική μορφή, θα δει πως παρά την τόλμη των γλυπτών κορμιών, που συστρέφονται και αγκαλιάζονται όλο λαχτάρα, τα μαρμάρινα χείλη των δύο εραστών δεν είναι σίγουρο πως συναντιούνται. Καταδικασμένα κι αυτά, σε μια ασάλευτη, αιώνια επιθυμία…
Γύρω στο 1880, ο Ροντέν, αυτός ο διάσημος γλύπτης του τέλους του 19ου αιώνα που άφησε ένα διαρκές σημάδι στην ιστορία της τέχνης και τόλμησε να απελευθερωθεί από τις συμβάσεις της εποχής του, άρχισε να εργάζεται πάνω στο μνημειώδες έργο του «Οι Πύλες της Κόλασης», το οποίο απεικόνιζε χαρακτήρες από τη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη. Ο ίδιος ο γλύπτης αργότερα αφαίρεσε αυτό το γλυπτό από το πλήρες έργο, καθώς το συγκεκριμένο γλυπτό εξέφραζε μια θετική κατάσταση που ερχόταν σε αντίθεση με τον συνολικό τόνο των «Πυλών της Κόλασης». Ως εκ τούτου, δημιουργήθηκε ένα γλυπτό έργο πλήρους μεγέθους που έτυχε ευμενούς υποδοχής και ακολουθήθηκε από πολλές παραγγελίες, με το πρώτο να κατασκευάστηκε για την Παγκόσμια Έκθεση στο Παρίσι το 1889. Στην πραγματικότητα, ο Ροντέν είχε παραγάγει μόνο τις εκδοχές του «Φιλιού» από τερακότα και γύψο, οι οποίες στη συνέχεια μετατέθηκαν στην πέτρα, χρησιμοποιώντας σημάδια από μολύβι και κιμωλία. Ο Ροντέν δεν σκάλισε ο ίδιος το μάρμαρο, αλλά εμπιστεύτηκε αυτό το μέρος της διαδικασίας της γλυπτικής σε ειδικούς βοηθούς, γεγονός που προκάλεσε την οργή αρκετών κριτικών τέχνης.
Το ρευστό, ομαλό πλάσιμο, η πολύ δυναμική σύνθεση και το γοητευτικό θέμα έκαναν το έργο μια άμεση επιτυχία, σύμβολο πάθους και αγάπης. Την εποχή εκείνη ο καλλιτέχνης είχε ξεκινήσει μια μυστική ερωτική σχέση με την τρελά ερωτευμένη με αυτόν, Καμίλ Κλοντέλ, μούσα του και ασύγκριτη πηγή έμπνευσης, η οποία δούλεψε μαζί του στο γλυπτό, μια εξέλιξη που αναμφίβολα επηρέασε την τελική απεικόνιση, δίνοντάς της πρόσθετο αισθησιασμό και πάθος. Ο ίδιος ο Ροντέν περιέγραψε το έργο ως: «... ένα θέμα που αντιμετωπίζεται συχνά στην ακαδημαϊκή παράδοση, ένα θέμα ολοκληρωμένο από μόνο του και τεχνητά απομονωμένο από τον κόσμο που το περιβάλλει· είναι ένα μεγάλο στολίδι σμιλεμένο σύμφωνα με τη συνήθη φόρμουλα που εστιάζει την προσοχή στα δύο εικονιζόμενα πρόσωπα, αντί να ανοίγει μεγάλους ορίζοντες στις ονειροπολήσεις…. Η γυμνή μορφή του ανθρώπου δεν ανήκει σε καμία ιδιαίτερη στιγμή της Ιστορίας· είναι αιώνια και μπορούν να τη δουν με χαρά οι άνθρωποι όλων των ηλικιών». Ο Ροντέν επέλεξε να κατασκευάσει τους εραστές γυμνούς, καθώς πίστευε ότι προσθέτοντας λεπτομέρειες, όπως τα ρούχα, αυτές θα αποσπούσαν την προσοχή του θεατή από το ακατέργαστο συναίσθημα που θα έπρεπε να νιώθει, όταν κοιτάζει ένα γλυπτό. Ο τρόπος με τον οποίο ο Ροντέν έχει μπλέξει τους εραστές δίνει στο έργο κίνηση και ενέργεια. Οι γυμνοί εραστές είναι τόσο μπλεγμένοι μεταξύ τους που δύσκολα φαίνονται τα πρόσωπά τους από οποιαδήποτε γωνία. Παρόλο που ο Ροντέν έβαλε τις φιγούρες σε μια εξαιρετικά παθιασμένη αγκαλιά, ο καλλιτέχνης εξασφάλισε ότι το κομμάτι δεν είναι φανερά σεξουαλικό, αποδίδοντας τα σώματα με κλασικό τρόπο. Οι αθλητικές φιγούρες και οι ρευστές πόζες τους προκαλούν συνειρμούς κλασικών ελληνικών γλυπτών. Σας θυμίζει ο μυώδης άντρας τον Δαβίδ της Αναγέννησης και η γεμάτη θηλυκότητα γυναίκα την Αφροδίτη;
Όπως συμβαίνει με πολλά από τα γλυπτά του Ροντέν, το «Φιλί» έχει σχεδιαστεί για να το βλέπει κανείς από κάθε οπτική γωνία, καθώς ο καλλιτέχνης ήθελε το κομμάτι να είναι πιστευτό και αληθινό και το πετυχαίνει αυτό με αφοσίωση και δεξιοτεχνία, φτιάχνοντας ένα γλυπτό που διεγείρει οπτικά από 360 μοίρες.
Χέρια και πόδια βρίσκονται εκτός αναλογίας. Με την πρώτη ματιά, αυτή η λεπτομέρεια μπορεί να μην ξεχωρίζει αμέσως. Αλλά αν κοιτάξετε λίγο πιο προσεκτικά, τα χέρια των φιγούρων είναι δυσανάλογα, όπως και τα άκρα πόδια. Τα τελευταία είναι πολύ μακριά και σχεδόν ίδια σε μέγεθος με τις κνήμες, κάτι που είναι ανατομικά αδύνατο. Τα χέρια είναι επίσης πολύ μεγάλα. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στο δεξί χέρι του Πάολο, το οποίο είναι τοποθετημένο στο ισχίο της αγαπημένης του. Αυτό είναι κάτι μοναδικό στα έργα του Ροντέν, ο οποίος εργαζόταν σε αυτά τα μέρη του σώματος χωριστά. Η έλλειψη αναλογίας φέρνει στους χαρακτήρες δύναμη και ένταση. Είναι επίσης το δεξί χέρι που εξηγεί τι συμβαίνει στη σκηνή. Σε αυτό το σημείο ο Πάολο δεν έχει τελείως αγγίξει ακόμα τη Φραντσέσκα, απλώς επιχειρεί να την ξαφνιάσει με ένα φιλί.
Ο Ροντέν απεικόνισε τη στιγμή του πρώτου μοιραίου φιλιού του ζευγαριού, που προκλήθηκε από την κοινή τους ανάγνωση της ρομαντικής ιστορίας του Λάνσελοτ και της Γκουίνιβερ (το βιβλίο είναι μόλις ορατό στο χέρι του Πάολο, μόνο ελαφρώς λαξευμένο στην πέτρα). Σε αντίθεση με άλλους, ο Ροντέν επικεντρώθηκε στην απόδοση του ίδιου του φιλιού: η γύμνια και η σαρκική λαγνεία των διαπλεκόμενων μορφών μάς κάνουν να ξεχνάμε την άθλια μοίρα τους και τη βλέπουμε ως μια εμβληματική εικόνα αγάπης. Όταν κοιτάζετε το φιλί, είναι δύσκολο να διακρίνετε καθαρά τα πρόσωπα των ερωτευμένων. Το πάθος και ο ρομαντισμός του έργου είναι αναμφισβήτητα, οι φιγούρες είναι τόσο μπλεγμένες μεταξύ τους που μετά βίας φαίνονται τα πρόσωπά τους. H ολοκληρωτική αγκαλιά με την οποία κρατάει ο ένας τον άλλον κάνουν την τραγωδία του έρωτά τους ακόμη μεγαλύτερη. Ο Ροντέν αντλεί από θέματα που μπορεί να εκτιμήσει όλο το κοινό με έναν τρόπο που είναι ταυτόχρονα ρομαντικός και αισθησιακός. Η αντίθεση ανάμεσα στο λείο δέρμα των ερωτευμένων και το τραχύ μάρμαρο του βράχου στον οποίο κάθονται προσθέτει περαιτέρω αισθησιακά στοιχεία σε αυτό το κομμάτι. Οι εραστές φαίνονται να αποφεύγουν, να συμπλέκονται και να απομονώνονται από τον έξω κόσμο. Το μάρμαρο καθίσταται ασαφές και τα χαρακτηριστικά και τα πρόσωπά τους, κάθε άλλο παρά εξατομικευμένα, παραμένουν απλά. Ο άνδρας και η γυναίκα στο γλυπτό θα μπορούσαν να είναι οποιοσδήποτε.
Κατά τη δημιουργία αυτού του κομματιού, ο Ροντέν βασίστηκε στην πείρα του για να συλλάβει τη διάθεση μιας συγκεκριμένης στιγμής και κατάφερε να συνδυάσει, όπως προείπαμε, τον αισθησιασμό με τον ρομαντισμό. Στις πολλαπλές επιδράσεις που είχε το έργο σε νεότερους καλλιτέχνες φαίνεται να συγκαταλέγεται και η επίδραση της θεματολογίας του «Φιλιού» στον Κονσταντίν Μπρανκούζι ο οποίος, ενώ αρνιόταν ότι επηρεάστηκε από τον Ροντέν (στο στούντιο του οποίου είχε περάσει μερικούς μήνες μετά την άφιξή του στο Παρίσι), χρησιμοποίησε το θέμα των εραστών που φιλιούνται, επανειλημμένα από το 1907 έως το 1945 (βλ. άσκησή μας 17ης 9. 2023).
Σαρλ Λοράν Μαρεσάλ: Πορτρέτο του Λιστ στα 29 του χρόνια (1840).
Η φαντασία ωσεί σονάτα «Μετά από μια ανάγνωση του Δάντη», εμπνευσμένη από την ανάγνωση του ποιήματος του Βίκτωρα Ουγκώ «Après une lecture de Dante» (1836) και επίσης γνωστή ως «Η Σονάτα του Δάντη» είναι μια ενιαία σονάτα για σόλο πιάνο, γραμμένη από τον ρομαντικό Ούγγρο συνθέτη Φραντς Λιστ το 1849. Εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1856 ως το τελευταίο μέρος του δεύτερου τόμου («Ιταλία») του έργου «Années de pèlerinage - Χρόνια Προσκυνήματος». Η ατμοσφαιρική αυτή σονάτα περιγράφει την άγρια βόλτα της ψυχής στην κόλαση με αποτελεσματικό τρόπο, κλείνοντας τελικά με αρκετές συγχωρητικές συγχορδίες σε ένα είδος μεταμόρφωσης – ένα από τα καλύτερα παραδείγματα της τεχνικής ευρηματικότητας και της ηχητικής καλλιτεχνίας του Λιστ. Στη «Σονάτα του Δάντη», οι γιγαντιαίες αντιθέσεις της δυναμικής, του τόνου και του ρυθμού είναι αδιάκοπες και δραματοποιούνται μοναδικά μέσα από τολμηρή αντιπαράθεση. Είναι μια σειρά από έντονες ατμοσφαιρικές εντυπώσεις που, αντιπαρατιθέμενες, δημιουργούν μια συναρπαστική μουσική διαδικασία ή ταξίδι.
Γκουστάβ Ντορέ (1832-1883):Κόλαση, Ωδή 29 (βαθυτυπία).
Το έργο χωρίζεται σε δύο βασικά θέματα. Το πρώτο, ένα χρωματικό θέμα σε ρε ελάσσονα, χαρακτηρίζει τον θρήνο των ψυχών στην Κόλαση. Το πρώτο μουσικό θέμα χρησιμοποιεί επίσης σε μεγάλο βαθμό το «διάστημα του Διαβόλου» και ενισχύει έτσι περαιτέρω την ατμόσφαιρα της κόλασης. Το δεύτερο θέμα είναι σε Φα-δίεση μείζονα, μαγευτικό, και αντιστοιχεί στη χαρά εκείνων στον Παράδεισο. Το κομμάτι τελειώνει με ένα γρήγορο χρωματικό τμήμα οκτάβας που, όταν παίζεται με σωστή ταχύτητα, φαίνεται να χωρίζεται σε τρία ξεχωριστά θέματα, αντανακλώντας τα τρία πρόσωπα του Σατανά στην «Κόλαση» του Δάντη.
Ο ανερχόμενος Νοτιοκορεάτης δεξιοτέχνης πιανίστας Γιόντσαν Λιμ ερμηνεύει την «Σονάτα του Δάντη» του Φραντς Λιστ με νεανική ορμητικότητα, ισχυρή θέληση και μοναδική προσωπικότητα, με εκπληκτικά ζωντανές εικόνες τόσο των δαιμονικών δυνάμεων όσο και των αγγελικών πνευμάτων (στο υπέροχο μεσαίο τμήμα της σονάτας) με έντονη δραματικότητα, βασισμένες σε απεριόριστη μουσική φαντασία και πετυχημένες ιδέες.
Φ. ΛΙΣΤ Σονάτα του Δάντη, Γιόντσαν Λιμ, 2023.mp4
Αναμφίβολα ο διασημότερος από όλους τους ρώσους μουσικοσυνθέτες, ο παράξενος, μοναχικός και εύθραυστος Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι (1840-1893) υπήρξε ο κορυφαίος ίσως εκφραστής του πάθους στη μουσική. Η δυτική παιδεία του επηρέασε καθοριστικά τη μουσική έκφρασή του, στην οποία, όμως, το ρωσικό στοιχείο πάντα κυριαρχούσε. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του έργου του είναι ασφαλώς το εκφραστικό εύρος του.
Ο Τσαϊκόφσκι ασχολήθηκε συχνά με ιστορίες τραγικών γυναικών στα έργα του, καταδικασμένων για αγάπη. Έγραψε τη συμφωνική φαντασία του «Φραντσέσκα ντα Ρίμινι» το 1876, η οποία εκτελέστηκε για πρώτη φορά το 1877. Το υπέροχο αυτό συμφωνικό ποίημα είναι ένα κομμάτι ορχηστρικής μουσικής που προορίζεται να αναπαραστήσει το περιεχόμενο ενός άλλου έργου τέχνης, εν προκειμένω, του Δάντη και ξετυλίγεται σαν όπερα χωρίς λόγια. Ήταν ένα από τα τελευταία κομμάτια που γνώρισε δημόσια επιτυχία πριν από τη μεγάλη κρίση που ακολούθησε τον γάμο του συνθέτη με την παράλογα ερωτευμένη με αυτόν Αντανίνα Μιλιγιούκοβα, μαθήτρια σε ένα μουσικό σχολείο. Ο Τσαϊκόφσκι, ένας ομοφυλόφιλος άνδρας, είχε μεγάλο άγχος για τις σχέσεις του με άντρες που γίνονταν αντικείμενο κουτσομπολιών και το 1877 αποφάσισε ότι τελικά έπρεπε να κάνει έναν λευκό γάμο για να αποτρέψει τις φήμες. Μετά από μόλις έξι εβδομάδες, το παντρεμένο «ζευγάρι» θα χώριζε οριστικά. Με αυτήν τη συμφωνική φαντασία του ο Τσαϊκόφσκι έδωσε καλλιτεχνική υπόσταση στα δικά του πάθη, στα δικά του ψυχικά «δαιμόνια».
Το παρακάτω ηχητικό απόσπασμα, ξεκινά σε μια ειδυλλιακή ατμόσφαιρα όπου ακούγεται, για τελευταία φορά στο έργο, το πανέμορφο, θρηνητικά ερωτικό θέμα του, ως επίπονη ανάμνηση μιας χαρούμενης εποχής, σύμφωνα και με τη φράση του Δάντη από την Πέμπτη Ωδή του, ανεβαίνοντας σε κορυφαία ύψη, αλλά λίγες στιγμές αργότερα το θέμα αποκόπτεται σκληρά. Μπαίνουν τα τρομπόνια, με τους υπερφυσικούς τους ήχους. Η μοίρα κερδίζει, οι δύο εραστές θανατώνονται με την κρούση των κυμβάλων και τα σκοτεινά κόρνα αποδίδουν ένα θέμα σαν ρέκβιεμ. Ακολουθεί, με μια αναταραχή από νότες εμπρός και πίσω, η αιώνια τιμωρία των δύο εραστών στην ταραχώδη κόλαση, σαν σε τυφώνα, αφήνοντας στο κοινό, όπως και στον Δάντη μετά την αφήγηση της Φραντσέσκας, μια εκπληκτικά «σπλαχνική» αίσθηση ιλίγγου, μια κατάσταση σοκ από ολόκληρη την ορχήστρα, στροβιλιζόμενη σαν μαινόμενος ανεμοστρόβιλος.
Οζέν Ογκίστ Φρανσουά Ντουλί (Eugène Auguste François Deully, 1860-1933):
Ο Δάντης κι ο Βιργίλιος στην Κόλαση (1897).
Ο Γεβγκένι Σβετλάνοφ διευθύνει επάξια την Κρατική Συμφωνική Ορχήστρα της Ρωσίας το 1993.
Ερνέστο Τζουλιάνο Αρμάνι: Πορτρέτο του Ρικάρντο Ζαντονάι.
Τον 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα, ολόκληρες στρατιές καλλιτεχνών εμπνεύστηκαν από το ζευγάρι Φραντσέσκας-Πάολο· ανάμεσά τους και ο Γκαμπριέλε ντ’ Ανούντσιο, του οποίου το "Ποίημα του Αίματος και της Φιληδονίας - Poem of Blood and Voluptuousness" έκανε πρεμιέρα το 1901 και σύντομα απαγορεύτηκε ως σκανδαλώδες. Το θεατρικό αυτό έργο κέντρισε το ενδιαφέρον του τότε νεαρού συνθέτη Ρικάρντο Ζαντονάι (1883-1944).
Η λυρική τετράπρακτη όπερα «Φραντσέσκα ντα Ρίμινι», έργο του 1914 του Ρικάρντο Ζαντονάι, σε λιμπρέτο του Τίτο Ρικόρντι, είναι το πιο γνωστό έργο του Ζαντονάι και έχει χαρακτηριστεί ως μια κάπως υπερβολική ρομαντική τραγωδία. Στο “New Grove Dictionary of Opera”, ο Ρενάτο Κιέζα το αποκαλεί «ένα από τα πιο πρωτότυπα και εκλεπτυσμένα ιταλικά μελοδράματα του 20ου αιώνα, (το οποίο) συνδυάζει ένα ισχυρό χάρισμα ιταλικής μελωδίας με μια εξαιρετική γνώση ενορχήστρωσης». Το στυλ του Ζαντονάι είναι έντονα ρομαντικό, κάπου ανάμεσα στον βερισμό (ο Μασκάνι ήταν ένας από τους δασκάλους του), στον Μασνέ (μεγάλη η επιρροή του Μασνέ στους συνθέτες της γενιάς του Πουτσίνι) και με ένα αναπόφευκτο νεύμα στον «Τριστάνο και Ιζόλδη» του Βάγκνερ. Αλλά, σε αντίθεση με τον Βάγκνερ, ο Ζαντονάι δεν κρατά τα πάθη του υπό έλεγχο. Αν η βαγκνερική όπερα «Τριστάνος και η Ιζόλδη» αντιπροσωπεύει έναν πολύ καθυστερημένο οργασμό, τότε η «Φραντσέσκα ντα Ρίμινι» είναι μια σειρά από μουσικές κορυφώσεις. Ο Zαντονάι έγραψε ένα συναρπαστικό μουσικό δράμα μεταξύ της εξιδανικευμένης ερωτικής λαχτάρας ενός Tριστάνου και βάναυσων φαντασιώσεων βίας. Ο συνθέτης, που θεωρήθηκε ο διάδοχος του Πουτσίνι, συνδυάζει τον λυρισμό της ιταλικής παράδοσης μπελ κάντο με τη σκληρότητα του σύγχρονου βερισμού, ενσωματώνει τον ιμπρεσιονιστικό πλούτο των τονικών χρωματισμών και ταυτόχρονα κάνει να ακούγονται στη μουσική του ο Βάγκνερ και ο Ρ. Στράους.
Η όπερα επικεντρώνεται σε τρία αδέρφια από την οικογένεια Μαλατέστα που ερωτεύονται την ίδια γυναίκα, τη Φραντσέσκα. Η Φραντσέσκα εμφανίζεται ως η σαγηνεύτριά τους και ταυτόχρονα θύμα οικογενειακών πολιτικών ίντριγκων. Από πρόσφατη παράσταση της Γερμανικής Όπερας του Βερολίνου σε σκηνοθεσία του Κρίστοφ Λόι, με μουσική διεύθυνση του Κάρλο Ρίτσι, θα παρακολουθήσουμε την υψίφωνη Σαρά Γιακούμπιακ ως Φραντσέσκα και τον τενόρο Τζόναθαν Τέτελμαν ως τον «ωραίο» Πάολο (Paolo il Bello) στην ερωτική σκηνή της 3ης Πράξης με την ανάγνωση της ιστορίας του Λανσελότου και της Γκουίνιβερ και στην τραγική κατάληξη της 4ης και τελευταίας πράξης της όπερας.
Ντ. Γκ. Ροσέττι, Πάολο και Φραντσέσκα ντα Ρίμινι (1855).
Ρ. ΖΑΝΤΟΝΑΪ Φραντσέσκα ντα Ρίμινι. Ερωτικό ντουέτο 3ης Πράξης.mp4
Ρ. ΖΑΝΤΟΝΑΪ Φραντσέσκα ντα Ρίμινι. Τελική σκηνή.mp4
Ανρί-Ζαν Γκυγιάμ Μαρτέν: Η Φραντσέσκα ντα Ρίμινι και ο Πάολο στην Κόλαση με τον Δάντη και τον Βιργίλιο (1883).
«Αγάπη, που γλυκές καρδιές φουντώνει,
τούτον για τ' όμορφο άναψε κορμί μου
που εχάθη, και το πώς ντροπιάει με ακόμα.
Αγάπη, που τον αγαπό τον βιάζει
ν' ανταγαπάει, γι' αυτόν με πήρε τόσο
σφοδρή, που ακόμα, ως βλέπεις, δε μ' αφήνει.
Αγάπη στο ίδιο οδήγησέ μας μνήμα:
γραφτό στον που μας σκότωσε η Καΐνα».
(Δάντης: «Θεία Κωμωδία» Κόλαση, 5, στιχ., 100-109,
μτφ. Νίκος Καζαντζάκης)