ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ & ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ
MED2135 - Α. Χ. Λάζαρης, Καθηγητής Παθολογικής Ανατομικής - Κ. Καλαχάνης, Δρ Φιλοσοφίας - Μ. Γιάνναρη, M.Ed.
ΜΟΝΑΞΙΑ ΜΟΥ ΟΛΑ, ΜΟΝΑΞΙΑ ΜΟΥ ΤΙΠΟΤΑ
Περιγραφή
Με τίτλο τον στίχο από το τραγούδι των «Πυξ Λαξ», ξεκινάμε τη «μοναχική» άσκησή μας.
Πρώτα, η ανακούφιση της μοναχικής ηρεμίας.
Νταλέρ Ουσμάνοφ: Moναξιά (2015)
Σε αυτόν τον πίνακα, ο Ταζικιστανός καλλιτέχνης Νταλέρ Ουσμάνοφ δείχνει έναν νεαρό άνδρα να κάθεται στο πάτωμα ενός σκοτεινού δωματίου, παρακολουθώντας το φως που διαπερνά το παράθυρο. Σε αυτόν τον πίνακα, η μοναξιά μπορεί να ερμηνευτεί ως η φώτιση που χρειαζόμαστε για να κατανοήσουμε τον εαυτό μας, φωτίζοντας το σκιασμένο μυαλό μας.
Έντουαρντ Χόπερ: Automat (Aπό το αυτόματο μηχάνημα) (1927)
Το παραπάνω έργο του Έντουαρντ Χόπερ είναι ίσως ένα από τα πιο αναγνωρίσιμά του∙ ωστόσο, μόνο λίγοι γνωρίζουν τον δημιουργό του. Το «Automat» είναι μια ελαιογραφία του 1927 από τον εν λόγω Αμερικανό ρεαλιστή ζωγράφο. Ο πίνακας παρουσιάστηκε για πρώτη φορά την Ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου το 1927 στα εγκαίνια της δεύτερης ατομικής έκθεσης του Χόπερ, στην γκαλερί Rehn στη Νέα Υόρκη. Ο πίνακας ανήκει σήμερα στο Κέντρο Τέχνης Des Moines, στην Αϊόβα.
Ο πίνακας απεικονίζει μια μοναχική γυναίκα να κοιτάζει ένα φλιτζάνι καφέ που έχει αγοράσει από αυτόματο πωλητή. Η γυναίκα φαίνεται να διαλογίζεται και, καθώς στροβιλίζει το ποτό της, υπνωτίζεται από τις σκέψεις της.Η αντανάκλαση πανομοιότυπων σειρών φωτιστικών απλώνεται μέσα από το μαυρισμένο από τη νύχτα, παράθυρο.
Η σύζυγος του Χόπερ, Τζο, αποτέλεσε το μοντέλο για τη γυναίκα αυτή. Ωστόσο, ο Χόπερ άλλαξε το πρόσωπό της για να την κάνει νεότερη (η Τζο ήταν 44 ετών το 1927). Άλλαξε επίσης τη σιλουέτα της. Η Τζο ήταν μια γυναίκα με καμπύλες, ολόσωμη, ενώ ένας κριτικός έχει περιγράψει τη γυναίκα στον πίνακα ως «αγορίστικη» (δηλαδή με επίπεδο στήθος)». Όπως συμβαίνει συχνά στους πίνακες του Χόπερ, τόσο οι συνθήκες όσο και η διάθεση του προσώπου είναι διφορούμενες. Ας εξασκήσουμε την παρατηρητικότητά μας αλλά και τη φαντασία μας βλέποντας τον πίνακα: Η γυναίκα είναι καλοντυμένη και φοράει μακιγιάζ, κάτι που θα μπορούσε να υποδηλώνει είτε ότι πηγαίνει προς είτε ότι επιστρέφει από τη δουλειά της, όπου η προσωπική εμφάνιση είναι σημαντική, είτε ότι πηγαίνει προς ή επιστρέφει από μια κοινωνική εκδήλωση.Έχει βγάλει μόνο το ένα γάντι της∙ αυτό μπορεί να σημαίνει είτε ότι η προσοχή της είναι αποσπασμένη είτε ότι βιάζεται και μπορεί να σταματήσει στο «αυτόματο» μόνο για μια στιγμή είτε απλά ότι μόλις μπήκε απ’ έξω και δεν έχει ζεσταθεί ακόμα. Αλλά η τελευταία πιθανότητα φαίνεται απίθανη, γιατί υπάρχει ένα μικρό άδειο πιάτο στο τραπέζι, μπροστά από το φλιτζάνι και το πιατάκι της, που υποδηλώνει ότι μπορεί να είχε φάει ένα σνακ και να κάθεται σε αυτό το σημείο για αρκετή ώρα.
Η εποχή του χρόνου -τέλη φθινοπώρου ή χειμώνας- είναι εμφανής από το γεγονός ότι η γυναίκα είναι ζεστά ντυμένη. Αλλά η ώρα της ημέρας είναι ασαφής, καθώς οι μέρες είναι μικρές αυτή την εποχή του χρόνου. Είναι πιθανό, για παράδειγμα, να είναι λίγο μετά τη δύση του ηλίου, και αρκετά νωρίς το βράδυ, το «αυτόματο» θα μπορούσε να είναι το σημείο στο οποίο έχει κανονίσει να συναντήσει μια φίλη. Ή μπορεί να είναι αργά το βράδυ, οπότε η γυναίκα έχει ολοκληρώσει μια βάρδια στη δουλειά της. Ή πάλι, μπορεί να είναι νωρίς το πρωί, πριν την ανατολή του ηλίου, οπότε πρόκειται να ξεκινήσει τη βάρδια της.
Όποια και αν είναι η ώρα, το εστιατόριο φαίνεται να είναι σε μεγάλο βαθμό άδειο και δεν υπάρχουν σημάδια δραστηριότητας (ή οποιασδήποτε ζωής) στον δρόμο έξω. Αυτό προσθέτει στην αίσθηση της μοναξιάς και έχει κάνει τον πίνακα να συνδεθεί ευρέως με την έννοια της αστικής αποξένωσης. Ένας κριτικός παρατήρησε ότι, σε μια στάση τυπική των μελαγχολικών θεμάτων του Χόπερ, «τα μάτια της γυναίκας είναι πεσμένα και οι σκέψεις της στρέφονται προς τα μέσα της, με το φλυτζάνι καφέ να αποτελεί το μόνο αποκούμπι της στον κόσμο».
Η παρουσία μιας καρέκλας στην κάτω δεξιά γωνία του καμβά υποδηλώνει ότι ο παρατηρητής του πίνακα κάθεται σε ένα κοντινό τραπέζι, από το οποίο ένας άγνωστος θα μπορούσε, απρόσκλητος, να ρίξει μια ματιά στη γυναίκα. Με μια καινοτόμο ανατροπή, ο Χόπερ έκανε τα πόδια της γυναίκας το πιο φωτεινό σημείο στον πίνακα, «μετατρέποντάς την σε αντικείμενο πόθου» και «κάνοντας τον θεατή ηδονοβλεψία». Με τα σημερινά πρότυπα αυτή η περιγραφή φαίνεται αστήρικτη, αλλά το 1927 η δημόσια εμφάνιση των γυναικείων ποδιών ήταν ακόμα ένα σχετικά νέο φαινόμενο.Ο Χόπερ θα έκανε τα σταυρωμένα πόδια ενός γυναικείου θέματος το πιο φωτεινό σημείο σε έναν κατά τα άλλα σκούρο καμβά σε αρκετούς μεταγενέστερους πίνακές του.
Όπως σημειώνει η κριτικός Κάρολ Τρόιεν, "ο τίτλος, και όχι οποιαδήποτε λεπτομέρεια στην εικόνα, είναι αυτό που προσδιορίζει το παρόν εστιατόριο/καφέ ως αυτόματο." Η Τρόιεν συνεχίζει, ωστόσο, να σημειώνει ορισμένα χαρακτηριστικά που θα έκαναν το εστιατόριο αναγνωρίσιμο σε έναν Νεοϋορκέζο της δεκαετίας του 1920: «Ήταν καθαρά, λειτουργικά, καλά φωτισμένα και συνήθως επιπλωμένα με στρογγυλά μαρμάρινα τραπέζια Carrera και μασίφ δρύινες καρέκλες, όπως αυτές που φαίνονται εδώ, αποπνέοντας μια αίσθηση ευγένειας». Μέχρι τη στιγμή που ο Χόπερ ζωγράφισε την εικόνα του, τα στέκια αυτόματης πώλησης είχαν αρχίσει να καθιερώνονται ως ασφαλή και κατάλληλα μέρη για να παίρνει το δείπνο της μια εργαζόμενη γυναίκα μόνη της.
Νάνσι Φ. Μόργκαν: Κύκνος
Με ρομαντική διάθεση, αρκετά συχνά θεωρούμε τον κύκνο ένα μοναχικό πουλί, παρότι είναι άκρως συντροφικό και μάλιστα υποδειγματικά πιστό στο ταίρι του.
Θα ακούσουμε το πανέμορφο κομμάτι με βιολοντσέλλο «Ο κύκνος» από το «Καρναβάλι των Ζώων» του Γάλλου μουσικοσυνθέτη Καμίγ Σεν-Σανς, πρώτα με συνοδεία πιάνου από το «Ντούο Μπρούκλιν» και ύστερα με τον τσελλίστα Μίσα Μάισκι συνοδευόμενο από την Ορχήστρα Δωματίου του Φεστιβάλ του Βερμπιέ υπό τη διεύθυνση του Γκαμπόρ Τάκατς-Νάγκι.
https://drive.google.com/file/d/1QOLGlGDXBrtPdNVmHX5qcINuxQGtIlQh/view?usp=sharing
https://drive.google.com/file/d/1wiYNU6eHS11GUJ0w6-9Ry8Q-uXW1yOJp/view?usp=sharing
Μουσική σουίτα διάρκειας 25 λεπτών περίπου, για δύο πιάνα και σύνολο δωματίου, το «Καρναβάλι των ζώων» είναι μια ανάλαφρη ψυχαγωγική μουσική νότα για όσους αγαπούν την αλέγρα και μινιμαλιστική εκδοχή της ζωής. Ο Καμίγ Σεν-Σανς, γάλλος συνθέτης, άνθρωπος του 19ου αιώνα και εκπρόσωπος της ρομαντικής περιόδου, παρουσίασε αυτή τη μικρή αλλά τόσο περιεκτική σουίτα το 1886, σε ηλικία 51 ετών. Ο Σεν-Σανς, με το διάσημο «Καρναβάλι των Ζώων», μας ξεναγεί σε έναν φανταστικό ζωολογικό κήπο περιγράφοντας με τη μουσική του διάφορα μέλη του, με σκοπό να τα κάνει αγαπητά στους ακροατές, εξασκώντας παράλληλα την ικανότητά τους να ξεχωρίζουν διάφορους ήχους.
Έντβαρντ Μουνκ: Δύο άνθρωποι μόνοι τους (παραλλαγή του 1899)
Έντβαρντ Μουνκ: Δύο άνθρωποι μόνοι τους (έκδοση του 1905)
Γεννημένος Νορβηγός, ο εξπρεσιονιστής ζωγράφος Έντβαρντ Μουνκ (1863-1944) έζησε μια πολυτάραχη ζωή, την οποία αναπαριστούσε στους πίνακές του. Εδώ πρόκειται για έναν οξύμωρο πίνακα του Μουνκ, διότι υπάρχουν δύο άνθρωποι μαζί, αλλά είναι μόνοι. Βγάζει νόημα; Υπάρχει μια αίσθηση λαχτάρας που αποκομίζει κανείς από αυτόν τον πίνακα κοιτάζοντας την αντρική φιγούρα. Ο γαλάζιος ωκεανός και δύο άνθρωποι που στέκονται στην ακτή. Μπορείς σχεδόν να νιώσεις τι νιώθουν αυτοί οι δύο άνθρωποι που είναι μόνοι. Η έλλειψη οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου εκεί κοντά επιτείνει την αίσθηση της μοναξιάς μαζί με τον θόρυβο των κυμάτων που κινούνται αργά προς το μέρος τους και σπάνε στα βράχια. Ο ήχος των κυμάτων συνοδεύεται από λευκούς αφρούς που σχηματίζονται σηματοδοτώντας την ένωση του υγρού και του στερεού στοιχείου. Το αεράκι χτυπά τα πρόσωπα αυτών των δύο ανθρώπων, καθώς φαίνεται να συλλογίζονται κάτι σημαντικό.
Ενίοτε κοιτάμε πίσω στη ζωή μας κι ένας βαθύς, συναισθηματικός πόνος αναδύεται από την καρδιά μας. Κάτι αισθανόμαστε άδειο, κάτι αισθανόμαστε πως λείπει. Παρόλο που βλέπουμε πρόσωπα τριγύρω μας, υπάρχει έλλειψη οικειότητας. Έχουμε ανάγκη να επικοινωνήσουμε με κάποιον, αλλά δεν ξέρουμε με ποιον. Σιγά-σιγά, αυτή η αβεβαιότητα μάς καταπίνει, αμφιβάλλοντας για την πιθανότητα να βρούμε ποτέ κάποιον για τον οποίο αξίζει να ζούμε, κάποιον που να διώξει την υπαρξιακή μας αγωνία. Αυτό ίσως ήθελε να νιώσουμε ο Μουνκ. Ίσως αυτό να ένιωθε κι ο ίδιος. Μια λεπτομερής ανάλυση αυτού του πίνακα αποκαλύπτει πολλά για αυτή τη δημιουργία αλλά και για τον δημιουργό της .
Η δημιουργία του πίνακα
Ο Έντβαρντ Μουνκ, ο δημιουργός αυτού του πίνακα, άρχισε να τον δουλεύει το 1894, στο Βερολίνο. Το έργο δεν δημιουργήθηκε αρχικά ως πίνακας ζωγραφικής, αλλά ως ξυλογραφία, με πολλές παραλλαγές, περισσότερες από 100. Μία εξ αυτών που βλέπουμε παραπάνω, δημιουργήθηκε το 1899. Αυτή η έκδοση είναι στην πραγματικότητα η εξομοίωση ενός άλλου πίνακα που είχε φιλοτεχνήσει ο Μουνκ νωρίτερα, αλλά χάθηκε σε ένα ναυτιλιακό ατύχημα. Από όλες αυτές τις παραλλαγές, μπορεί κανείς να καταλάβει τι ήθελε ο Μουνκ να νιώσουμε. Ήταν μια αίσθηση λαχτάρας για αγάπη και η αδυναμία να τη ζήσεις σε αυτή τη ζωή.
Ας δούμε τη σύνθεση του πίνακα του 1899. Μια ματιά στον πίνακα και μπορεί κανείς να δει πως το μπλε κυριαρχεί. Ο ωκεανός έχει μια γαλάζια απόχρωση, ενώ η ακτή και ο ίδιος ο Μουνκ έχουν ένα πιο σκούρο, βαθύτερο μπλε, που δηλώνει το σκοτάδι. Σε αυτό το μείγμα σκούρου και ανοιχτού μπλε, όπου το ένα άτομο συγχωνεύεται, αντιπαρατίθεται ένα άλλο, μια πολύ πιο εντυπωσιακή φιγούρα, που τραβά την προσοχή μας. Σε αυτήν στρέφεται το ερωτικό ενδιαφέρον του καλλιτέχνη∙ πρόκειται για τη Μιλί Ταουλό. Θα φτάσουμε σε αυτήν τη μυστηριώδη κυρία, αργότερα.
Αρχικά, ας δούμε τις συμμετρίες σε αυτήν την εκτύπωση. Ο ωκεανός και η ακτή συναντώνται στη μέση του πίνακα, στο οριζόντιο επίπεδο. Έτσι μπορεί κανείς να χωρίσει τον πίνακα στα δύο, τον γαλάζιο ωκεανό και τη σκούρα μπλε ακτή. Αν χωρίσετε τον πίνακα στα δύο με κάθετη γραμμή, εξακολουθείτε να έχετε μια συμμετρία. Το δεξί μισό σας περιλαμβάνει τον Μουνκ σε σκούρους μπλε τόνους. Το αριστερό μισό σάς δίνει την κυρία ντυμένη στα λευκά με τα ηλιόλουστα πορτοκαλί μαλλιά της. Παρατηρήστε πώς η διαίρεση του πίνακα τόσο σε οριζόντια όσο και σε κάθετα επίπεδα σάς δίνει δύο ίσα και αντίθετα αντικείμενα. Αυτός είναι ο λόγος που αυτός ο πίνακας αιχμαλωτίζει τους θεατές και τους μεταφέρει στον κόσμο όπου κάποτε βρισκόταν ο Μουνκ. Αυτό είναι που δίνει σε αυτόν τον πίνακα την αίσθηση ότι «τα πάντα φαινομενικά ταιριάζουν».
Ένα άλλο αξιοσημείωτο εδώ είναι ο τρόπος που στέκονται τα δύο ανθρώπινα όντα. Η γυναίκα στέκεται ίσια, απέναντι στον ωκεανό. Φαίνεται να αγνοεί το περιβάλλον της, χαμένη στις σκέψεις της. Σκέφτεται τον εαυτό της.
Ο άντρας δεν είναι εντελώς στραμμένος προς τον ωκεανό, αλλά κοιτάζει τη γυναίκα. Ίσως προσπαθεί να την πλησιάσει, αλλά σταματά, μαζεύοντας το κουράγιο του για να της μιλήσει ή αποτρέποντας τον εαυτό του να το κάνει. Σε αντίθεση με τη γυναίκα, αυτός την σκέφτεται. Πώς όμως και γιατί;
Το νόημα του πίνακα
Για να καταλάβουμε τι σημαίνει ο πίνακας, πρέπει να κάνουμε μια σύντομη περιήγηση στο παρελθόν, συγκεκριμένα, την εποχή που ο Μουνκ ήταν ερωτευμένος. Και πώς ο έρωτας τον έκανε έναν ανήσυχο και καταπονημένο καλλιτέχνη.
Για να κατανοήσουμε τη ζωγραφική, πρέπει να κατανοήσουμε τη διαδικασία σκέψης του Μουνκ και τα γεγονότα που τον οδήγησαν σε αυτόν τον τρόπο σκέψης. Υπάρχουν πέντε υποενότητες που θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τη ζωγραφική του Μουνκ. Αυτές είναι οι εξής:
- Σπίθα αγάπης
- Η στάχτη μετά τη φωτιά
- Ωκεανός και μελαγχολία
- Λευκό και κόκκινο και ό,τι δεν μπορείς να πάρεις
- Η αγάπη και ο φόβος της αγάπης
Κάθε μια από αυτές τις υποενότητες συνδέεται με ένα συγκεκριμένο γεγονός της ζωής του Μουνκ και πώς αυτό συνέβαλε στη δημιουργία αυτού του πίνακα. Ας ασχοληθούμε με το πρώτο.
Σπίθα αγάπης
Το 1885, ο Μουνκ γνώρισε τη σύζυγο του Καρλ Ταουλό, τη Μιλί, μια παντρεμένη γυναίκα μεγαλύτερη από τον Μουνκ, και πολύ πιο συναρπαστική από όλες τις άλλες γυναίκες που είχε γνωρίσει ή που θα γνώριζε ποτέ. Ήταν μια «χαρισματική» καταστροφή για τη ζωή του και ο ο Μουνκ απέκτησε εμμονή μαζί της. Ήταν η αγάπη της ζωής του. Ωστόσο, καθώς την αγαπούσε και τη θαύμαζε, υπέφερε αφόρητα και ένιωθε ενοχές και απέχθεια για τον εαυτό του. Η γυναίκα σε αυτόν τον πίνακα είναι αυτή, η Μιλί.
Ο τίτλος «Δύο άνθρωποι» αποτελεί μια απλή περιγραφή του μοτίβου αυτής της γραφικής εκτύπωσης. Η συνέχεια του τίτλου («μόνοι τους») περιγράφει τη διάθεση της εικόνας. Δύο φιγούρες με την πλάτη στραμμένη στον θεατή - μια γυναίκα και ένας άνδρας - κυριαρχούν στη σύνθεση. Η μεταξύ τους απόσταση, η αντίθεση μεταξύ της σκοτεινής και της ανοιχτόχρωμης φιγούρας και η λεπτή στροφή στον κορμό του άντρα προς τη γυναίκα εκφράζουν ταυτόχρονα έλξη και απόσταση. Η ακτή στην οποία στέκονται και το νερό που αντικρίζουν τονίζουν τη διάθεση της λαχτάρας και της μοναξιάς, τόσο θεματικά όσο και οπτικά.
Το έργο εκτελείται με μια τεχνική που επιτρέπει απαλές πινελιές και επιφανειακά εφέ. Η λεπτή χρήση αυτής της τεχνικής από τον Μουνκ και του ημιτόνου, που κυμαίνεται από το εκθαμβωτικό λευκό έως το ασαφές σκοτάδι, μαζί με το οικείο σχήμα και τη σφιχτή περικοπή του θέματος, ενισχύουν την τεταμένη ηρεμία αυτού του μοτίβου αγάπης.
Ο Μουνκ ανέκαθεν έδινε έμφαση στο να ζωγραφίζει κάτι που νιώθει, όχι κάτι που βλέπει. Έτσι, για να κατανοήσουμε τους πίνακές του, είναι επιτακτική ανάγκη να κατανοήσουμε το μυαλό του, τα συναισθήματά του, τον πόνο του και την ερημιά του, αλλά και την αναζήτηση της αγάπης που χαρακτήριζε την προσωπικότητά του.
Τώρα που ξέρετε ποια γεγονότα επηρέασαν τη ζωή του, γίνεται πιο εύκολο να κατανοήσετε τον πίνακα. Ο Μουνκ στέκεται κοντά στην παραλία της πόλης του. Η γαλάζια θάλασσα αντιπροσωπεύει μια κατάσταση μελαγχολίας, τόσο για εκείνον όσο και για τη Μιλί. Και οι δύο δεν είναι ευχαριστημένοι με τη ζωή τους.
Δεδομένου ότι η Μιλί αγαπούσε επίσης τον Μουνκ κατά κάποιον τρόπο, δεν ήταν ευτυχισμένη (στο μυαλό του Mουνκ, τουλάχιστον· δεν θα μάθουμε ποτέ εκείνη τι σκεφτόταν στην πραγματικότητα). Αυτό που πλήγωσε τον Μουνκ ήταν η απροθυμία της να σταθεί κοντά του.
Η Μιλί φοράει λευκό φόρεμα. Αυτό δείχνει (όπως συμβαίνει και σε άλλους πίνακες) ότι ο Μουνκ δεν μπορεί να την έχει. Το ξέρει. Δεν μπορεί λοιπόν παρά να τη λαχταράει.
Βλέπουμε επίσης τον Μουνκ να προσπαθεί να την πλησιάσει, να σταματά στη μέση και να στρέφεται προς το μέρος της. Δεν μπορεί όμως να ζήσει έγγαμη ζωή. Στη μετέπειτα ζωή του, θα είχε πολλές ρομαντικές σχέσεις∙ όλες τελείωναν σύντομα, καμία μακροχρόνια. Επιθυμεί να βρίσκεται μόνο με την κόκκινη γυναίκα. Ο γάμος της γυναίκας με τα «κόκκινα» θα την έκανε εκείνη με τα «μαύρα»,
Ο Μουνκ λοιπόν παρακολουθεί τη Μιλί μελαγχολικός, ενώ η Μιλί τη θάλασσα. Η Μιλί αναζητά την ευτυχία, ο Μουνκ αναζητά την ευτυχία, επίσης. Δύο άνθρωποι στέκονται μαζί, και οι δύο είναι τρομερά μόνοι. Δύο ανθρώπινα όντα, επιρρεπή να διαπράξουν σφάλματα κάτω από γήινες απολαύσεις. Δύο άνθρωποι, μόνοι, μαζί.
Νομίζω ότι αυτός ο πίνακας δείχνει τη φιλοσοφία του Μουνκ. Μια αίσθηση παράξενης ανακούφισης όταν αναζητάς κάτι, που ίσως να μην το αποκτήσεις ποτέ και το αποδέχεσαι αυτό τελικά. Ένα όμορφο θέαμα να βλέπεις κάποιον που δεν μπορεί ποτέ να έχεις, ένας πίνακας με μια ήρεμη τραγωδία. Η ακινησία της σκηνής είναι συναρπαστική. Συνοψίζοντας, δύο άνθρωποι στέκονται σε μια ακτή, κοιτάζοντας τα κύματα που σκάνε. Υπάρχει σιωπή, αλλά το μυαλό τους έχει χαοτικό θόρυβο που αναδεύει τις σκέψεις τους στην αβεβαιότητα. Η γυναίκα με τα λευκά έχει κάποιον να γεμίσει τη μοναξιά της, αλλά τον αγνοεί. Ο άντρας με τα μαύρα την βλέπει, αλλά αυτή δεν θα γίνει ποτέ δική του· το γνωρίζει.
Ο Μουνκ πάντα ζούσε με τους δαίμονές του. Το άγχος του, οι κακοτυχίες του τον έχουν στιγματίσει. Ο εν λόγω πίνακας αποτελεί ένα σχετικό παράδειγμα: δύο άνθρωποι δεν μπορούν να είναι μαζί, άρα είναι μαζί, μόνοι.
Και τώρα, ώρα για λίγη «θεωρία».
Η μοναξιά είναι φυσιολογική εμπειρία!
Η μοναξιά είναι μια πανανθρώπινη, αναπόφευκτη και συχνή εμπειρία. Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι έχουν νιώσει μοναξιά, τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους, και μάλιστα αρκετά έντονη. Μοναξιά νιώθει ο άνθρωπος από την αρχή μέχρι το τέλος της ζωής του. Η μοναξιά δεν είναι ψυχική διαταραχή.
Ο φόβος της μοναξιάς είναι φυσιολογικός!
Οι άνθρωποι φοβούνται τη μοναξιά. Αυτό ενδεχομένως οφείλεται στο ότι η μοναξιά είναι ένας μηχανισμός από το φυλογενετικό παρελθόν του ανθρώπου, με στόχο να προάγει την εγγύτητα, την ασφάλεια, την ίδια την επιβίωση. Το άγχος του αποχωρισμού είναι ένα από τα πρωταρχικά ανθρώπινα άγχη.
Εκτός από την αξία της για την επιβίωση, η μοναξιά φαίνεται ότι κρύβει και τον φόβο που νιώθουμε, όταν συνειδητοποιούμε ότι ο εαυτός μας έχει έναν βαθύτερο πυρήνα που δεν γνωρίζουμε και δεν κατανοούμε (ασυνείδητες εμπειρίες) και που δεν μπορούμε ή δεν θέλουμε να μοιραστούμε με τους άλλους, άρα δεν είναι δυνατόν να γίνουμε απόλυτα κατανοητοί από αυτούς.
Η ανατροφή και η διαπαιδαγώγησή μας έρχονται να ενισχύσουν τον φόβο της μοναξιάς, καθώς, σύμφωνα με τις κοινωνικές νόρμες, η μοναξιά είναι κάτι κακό που πρέπει να αποφεύγεται (π.χ. οι ενήλικοι ελέγχουν συνεχώς το παιδί και δεν το αφήνουν μόνο, η απομόνωση χρησιμοποιείται ως μορφή τιμωρίας κ.ά.). Έτσι, ο άνθρωπος μπορεί να θεωρεί ότι η μοναξιά ισοδυναμεί με αποτυχία και να μη θέλει να την παραδεχτεί.
Τι είναι η μοναξιά;
Η μοναξιά είναι μια επώδυνη, δυσφορική εμπειρία. Ο άνθρωπος νιώθει μόνος, απομονωμένος, αποκομμένος από τους άλλους. Δεν έχει μια στενή διαπροσωπική σχέση με ένα άλλο πρόσωπο ή/και νιώθει ότι δεν ανήκει σε μια ομάδα, σε ένα δίκτυο. Βιώνει κοινωνικό πόνο.
Η μοναξιά προέρχεται από την έλλειψη ικανοποίησης βασικών διαπροσωπικών και κοινωνικών αναγκών μέσα από τις σχέσεις. Ο άνθρωπος δεν παίρνει ικανοποίηση –θετικές ενισχύσεις– από τις σχέσεις του. Εκτιμά ότι αυτές έχουν ελλείμματα, ότι δεν είναι αρκετές σε ποσότητα ή/και δεν είναι ποιοτικές. Αν ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται ασυμφωνία ανάμεσα στις πραγματικές του σχέσεις και στις σχέσεις που θα επιθυμούσε να έχει, τότε είναι πολύ πιθανό να νιώσει μοναξιά. Συνήθως εγκλωβίζεται στον εξής φαύλο κύκλο: «Νιώθω μόνος - Δεν μπορώ να το πω σε κανέναν - Νιώθω μόνος.»
Πάντως, η μοναξιά αποτελεί μια ένδειξη ότι έχουμε συναισθήματα που θέλουμε να τα μοιραστούμε με τους άλλους και ότι δίνουμε αξία στις σχέσεις με τους συνανθρώπους μας. Ακριβώς για αυτό, η μοναξιά είναι μια κορυφαία ανθρώπινη εμπειρία.
Γιατί μπορεί να νιώθετε μοναξιά στη φοιτητική σας ζωή; Δείτε το παρακάτω αρχείο, απ’ όπου αντλήσαμε τη «θεωρία» που μόλις διαβάσαμε.
https://drive.google.com/file/d/1qhxYweU1-rnLnhGDiTlPrQt1m90IDFsG/view?usp=sharing
Ώρα για ταξίδι στον χρόνο και στο σήμερα.
Στον πίνακα με τίτλο «Αυτή που περμένω (Η αναμενόμενη)» του 1860 από τον Αυστριακό καλλιτέχνη Φέρντιναντ Γκέοργκ Βάλντμιλερ (Ferdinand Georg Waldmüller) βλέπουμε μια γυναίκα να περπατά σε ένα μονοπάτι, κρατώντας στα χέρια της τι;
Ένα smartphone, φυσικά! ΄Οχι, για προσευχητάρι πρόκειται!
Ο Αμερικανός φωτογράφος Έρικ Πίκερσγκιλ (Eric Pickersgill) φωτογράφισε ανθρώπους σε καθημερινές δραστηριότητες που κρατούν κινητά και ψηφιακές συσκευές και μετά αφαίρεσε τις συσκευές από το πλάνο.
Το έργο του με τίτλο « Κατηργημένα-Removed» έχει στόχο να αναδείξει τον εθισμό μας στην τεχνολογία και όλη αυτήν τη σύγχρονη υπερ-συνδεσιμότητά μας με αυτήν.
Ο ίδιος εξηγεί στον ιστότοπό του τι του έδωσε την ιδέα για όλο αυτό:
«Καθόμουν δίπλα σε μια οικογένεια στο Illium cafe της Νέας Υόρκης. Ήταν τόσο αποκομμένοι ο ένας από τον άλλο. Δεν μιλούσαν σχεδόν καθόλου. Ο μπαμπάς και οι δύο κόρες είχαν έξω τα κινητά τους. Η μαμά ή δεν είχε ή το είχε κρυμμένο. Κοιτούσε έξω από το παράθυρο, θλιμμένη και μόνη, αποξενωμένη από τους πιο κοντινούς της ανθρώπους. Ο μπαμπάς σήκωνε αραιά και που το κεφάλι για να ανακοινώσει κάποια σπουδαία πληροφορία που είχε βρει στο διαδίκτυο. Δυο φορές μάλιστα ανέφερε κάτι για ένα μεγάλο ψάρι που κάποιοι έπιασαν. Κανείς δεν απάντησε. Θλίβομαι που η τεχνολογία που κατασκευάσαμε για να επικοινωνούμε μεταξύ μας μας κατάντησε να μην επικοινωνούμε καθόλου. Αυτό δεν έχει ξανασυμβεί κι αμφιβάλλω αν έχουμε συνειδητοποιήσει τις κοινωνικές επιπτώσεις αυτής της νέας πραγματικότητας. Τελικά η μαμά έβγαλε κι αυτή το κινητό τηλέφωνό της. Η εικόνα αυτής της οικογένειας, το πρόσωπο της μητέρας, οι απασχολημένες έφηβες κόρες και η στάση του πατέρα έχουν σφηνωθεί στο μυαλό μου. Ήταν μία από εκείνες τις στιγμές που αν και κοιτάζεις κάτι τόσο συνηθισμένο, τρομάζεις και αδυνατείς μετά να το ξεχάσεις. Βλέπω αυτήν την οικογένεια παντού - στο μανάβικο, στις σχολικές τάξεις, στα αυτοκίνητα της εθνικής οδού και στο κρεβάτι μου πριν αποκοιμηθώ δίπλα στη γυναίκα μου».
https://drive.google.com/file/d/1e-nkMzPW8qX6DuNv2Jak2IT5lKB8F3zr/view?usp=sharing
Η παραπάνω βραβευμένη ταινία μικρού μήκους μας δείχνει έναν νέο που ζει μια ζωή μουντών ημερών σε ακραία μοναξιά, λόγω του ότι η σημερινή κοινωνία είναι τόσο επικεντρωμένη στα κοινωνικά δίκτυα και άκρως αλλοτριωμένη από αυτά. Ωστόσο, ο νέος αποφασίζει να αλλάξει κάποιες από τις συνήθειες της ζωής του, όταν συναντά κάποιαν που, όπως και ο ίδιος, προτιμά να «ζει τον κόσμο» αντί να τον βλέπει απλώς μέσα από μια οθόνη. Μουσική ταινίας από: Mataee , Lorus Hidden Depths , Empty Room.
Η χρήση του διαδικτύου έχει γίνει, για πολλούς, τρόπος ζωής ή αναπόσπαστο μέρος ενός τρόπου ζωής. Αυτό κατ’ αρχάς δεν είναι καθόλου κακό, καθώς ανακαλύπτουμε θαυμάσια πράγματα χάρις στις συστάσεις που δεχόμαστε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μας αρέσει επίσης να μπορούμε εμείς να προτείνουμε μουσική, ποίηση, εκδηλώσεις σε άλλους και να δημοσιεύουμε και τη δική μας δουλειά.
Αλλά η υπερβολική χρήση του διαδικτύου μπορεί να γίνει καταναγκαστική και διαβρωτική. Πρώτα απ 'όλα, δεν είναι πραγματικά "κοινή χρήση" με την πλήρη έννοια, δεδομένου ότι μπορεί να υπάρχει ή να μην υπάρχει παραλήπτης. Δεύτερον, εάν μοιράζεστε όλα όσα κάνετε, χάνετε μέρος της δικής σας προσωπικής ανταπόκρισης σε αυτά. Κάτι συμβαίνει και αν κάτι κρατιέται απόρρητο. Αυτό ισχύει ακόμη και για έργα που έχετε μοιραστεί πολλές φορές στο παρελθόν.
Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι λάθος ή επιφανειακό ή επιζήμιο να προτείνουμε αγαπημένα έργα σε άλλους. Δεν είναι καθόλου λάθος. Το μόνο κακό συμβαίνει όταν ένα άτομο ξεχνά πώς να κρατήσει κάτι για τον εαυτό του έστω για λίγο.
Τι ανακούφιση να διαβάζεις μια ιστορία, να ακούς ένα μουσικό κομμάτι, χωρίς να το πεις σε κανέναν, χωρίς να χρειάζεται να πεις τίποτα γι' αυτό, χωρίς να χρειάζεται να δηλώσεις τι ήταν αυτό που μόλις έκανες.
Απλώς αφιερώστε λίγα λεπτά για κάτι ιδιωτικό, αποκλειστικά δικό σας. Η ιδιωτικότητα γεννά νέα πράγματα: τέχνη, σκέψεις, σοφία. Αυτό το απόρρητο δεν χρειάζεται επίσης να είναι εντελώς μοναχικό. Μπορεί να είναι, αλλά μπορεί επίσης να περιλαμβάνει την ακρόαση μουσικής με έναν φίλο ή την ανάγνωση ενός βιβλίου σε μία τάξη. Το απόρρητο προέρχεται από το ότι δεν χρειάζεται να πείτε στον κόσμο τι κάνετε.
Και πάλι, ένα άτομο δεν χρειάζεται να επιλέξει μόνο το ένα ή το άλλο. Το καλό μπορεί να βρεθεί και στα δύο και οι άνθρωποι χρειάζονται διαφορετικές αναλογίες σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Απλώς βρισκόμαστε υπό συνεχή πίεση να μοιραζόμαστε τα πάντα στο διαδίκτυο ( στιγμές, σκέψεις, μακαρονάδες και πάει λέγοντας) και πολλές φορές αυτό δεν χρειάζεται.
Η εικασία μου είναι ότι οι εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης και άλλες σχετιζόμενες με αυτές, επιχειρήσεις όχι μόνο θέλουν να μοιραζόμαστε τα πάντα (για να μπορούν να συλλέγουν δεδομένα), αλλά επίσης δεν θέλουν να κρατάμε τα πράγματα για τον εαυτό μας. Γιατί όχι; Όταν κρατάτε κάτι για τον εαυτό σας, μπορείτε να αφιερώσετε περισσότερο χρόνο μαζί με τον εαυτό σας. Αυτό σημαίνει πιο αργή «κατανάλωση», λιγότερες πλαστές ανάγκες, λιγότερες αγορές. Σημαίνει επίσης μεγαλύτερη ανεξαρτησία από τους διάφορους διαδικτυακούς επηρεάζοντες-influencers, περισσότερη προθυμία, συνολικά, να χρησιμοποιήσετε τη δική σας κρίση.
Ανεξαρτησία; Αυτό δεν πρέπει ποτέ να μας επιτραπεί. Η αλληλεξάρτηση είναι αυτό που μας «θρέφει» ή μάλλον τους θρέφει. Ομολογουμένως, κανείς δεν έχει πλήρη ανεξαρτησία, ούτε αυτό θα ήταν επιθυμητό. Αλλά είναι στο χέρι του καθενός μας να ζήσει με όσα ήδη έχουμε, γιατί διαφορετικά θα είμαστε σε συνεχή κλήση, θα ζούμε για να ευχαριστήσουμε τον αλγόριθμο κάποιου άλλου.
Και τελειώνουμε την άσκησή μας με ορισμένες επισημάνσεις για τη φοιτητική ζωή.
Αν ρωτήσεις κάποιον φοιτητή τις εντυπώσεις του από την καθημερινότητά του στις σπουδές, θα ανέμενες να περιγράψει το όλο σκηνικό ως κάτι απίστευτο, παράλληλα προβάλλοντάς το ως μια περίοδο αξέχαστη και παραδεισένια. Είναι όμως τα πράγματα όντως έτσι ή υπάρχει και η άλλη, η πιο προσγειωμένη πλευρά με διάσπαρτες, όμορφες και άσχημες στιγμές;
- Το διάβασμα και οι εξετάσεις δεν ανήκουν στο παρελθόν. Σίγουρα το καθημερινό διάβασμα των πανελληνίων σε είχε φέρει εκτός εαυτού. Ανυπομονούσες να περάσεις σε κάποια σχολή για να ζήσεις στο έπακρο τη «φοιτητική ζωή». Σαν να μην έφτανε αυτό, είχες και την ψευδαίσθηση ότι δεν θα ξαναδιαβάσεις ποτέ ούτε καν ένα εξώφυλλο βιβλίου. Μάντεψε ποιός κλαίει τώρα πάνω από το βιβλίο με την διπλάσια ύλη για να σώσει το εξάμηνο…
- Συνειδητοποιείς ότι η φοιτητική ζωή δεν είναι προφανώς τόσο super όσο νόμιζες. Ξέφρενα πάρτυ, ποτάρες, μουσικάρες και ειδύλλια: κάπως έτσι το είχες λογικά στο μυαλό σου, όντας εντυπωσιασμένος. Όμως πόσα απ’ αυτά ισχύουν τελικά; Καλύτερα να καταρρίψεις τις ανέμελες στιγμές του πανεπιστημίου που προβάλλονται στις αμερικάνικες ταινίες. Παρόλα αυτά, η αίσθηση του να μένεις μόνος σου είναι μοναδική και η όλη αυτή φάση αξίζει κι αυτή, μιας και έχει πολλά να σου προσφέρει.
- Ένα πτυχίο δεν είναι απαραίτητα συνδεδεμένο με την οικονομική εξασφάλιση. Πολλοί έχουν την πεποίθηση ότι παίρνοντας ένα πτυχίο, θα βρουν αυτόματα και δουλειά. Κάτι τέτοιο εννοείται πως δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Απλώς, το πτυχίο είναι μια ευκαιρία να σου δώσει περισσότερα εφόδια και να σε εξειδικεύσει σε έναν τομέα, ώστε να αποκτήσεις περισσότερα προσόντα για την αγορά εργασίας.
4.Οι καθηγητές δεν είναι πάντα όλοι (;) αντικειμενικοί και πρόθυμοι. Στο πανεπιστήμιο έρχεσαι αντιμέτωπος με πολλούς καθηγητές, άρα και με πολλές διαφορετικές προσωπικότητες. Μερικοί από αυτούς είναι πιο κοντά στον φοιτητή, ενώ άλλοι δεν δείχνουν τόσο πρόθυμοι. Πάντως να έχεις στο μυαλό σου ότι σε οτιδήποτε εμπλέκονται άνθρωποι, διαπράττονται αδικίες ή παρατηρούνται περιστάσεις μη γόνιμης επικοινωνίας.
- Είναι κατάλληλη στιγμή για να πάρεις τη ζωή στα χέρια σου! Όταν σπουδάζεις, σου δίνεται η ευκαιρία να ανεξαρτητοποιηθείς. Σταδιακά, αρχίζεις να έχεις όλο και περισσότερες υποχρεώσεις. Αυτό μπορείς να το καταλάβεις όταν αρχίζεις να μένεις μόνος σου και να είσαι υπεύθυνος για την φροντίδα της καθημερινότητάς σου. Ίσως στην αρχή φανεί λίγο δύσκολο, γιατί ξαφνικά συμβαίνουν δραστικές αλλαγές.
- Τι κι αν έφτασες στο τελευταίο έτος και δεν έχεις καταφέρει να αγαπήσεις τις δουλειές του σπιτιού; Εγγυημένα, θα φτάσεις στο σημείο να κάνεις δουλειές μόνο σε συγκεκριμένες περιστάσεις: όταν θα έχουν τελειώσει τα κουταλάκια του καφέ, όταν έχεις χρησιμοποιήσει όλα τα πιάτα που υπάρχουν ή κάθε φορά που θα ξεμείνεις από καθαρά ρούχα. Για σιδέρωμα βέβαια ούτε λόγος…
- Ετοιμάσου για ξεκαθάρισμα των σχολικών σου φίλων. Πολλοί από την παλιά σου παρέα σπουδάζουν σε άλλες πόλεις και σχολές και οι συγκυρίες αργά ή γρήγορα θα σας κάνουν να απομακρυνθείτε. Ασφαλώς, οι πραγματικές φιλίες βρίσκουν τρόπους επικοινωνίας. Η φοιτητική ζωή είναι η ιδανική ευκαιρία να καταλάβεις ποιοί από τους μέχρι τώρα ανθρώπους του περιβάλλοντος σου είναι έμπρακτα “κοντά” σου.
- Οι φοιτητικές παρέες συνήθως έχουν ημερομηνία λήξης. Ήδη με την μετάβαση από το πρώτο στο δεύτερο έτος, ένας φοιτητής κρατάει πολύ λιγότερα άτομα στην παρέα του από όσα είχε γνωρίσει. Κι αυτό γιατί μετά από κάποια φάση κάθε άνθρωπος ζητάει κάτι περισσότερο από μια απλή παρέα και προφανώς είναι ακατόρθωτο να ταιριάξουμε με τον καθέναν με την πρώτη ματιά. Η αλήθεια να λέγεται, λίγες έως και ελάχιστες φοιτητικές φιλίες έχουν μείνει άφθαρτες με το πέρασμα του χρόνου. Μάλιστα, πολλοί αυτό θα το συνειδητοποιήσουν από την πρώτη κιόλας βδομάδα της ορκωμοσίας τους.
- Μοναξιά μου όλα, μοναξιά μου τίποτα! Ποιος είπε ότι ως φοιτητής θα είσαι συνεχώς με παρέα; Θα υπάρξουν στιγμές που θα νιώσεις πως δεν σε καταλαβαίνει κανείς και ότι οι άνθρωποι που γνωρίζεις δεν είναι ουσιαστικά δίπλα σου. Μην το βάζεις κάτω! Μάθε να δέχεσαι τη ζωή με τα σκαμπανεβάσματά της και βρες δημιουργικούς τρόπους για να εξοντώνεις τις στιγμές που θα είσαι ή θα νιώθεις μόνος.
- Ταπί και ψύχραιμος! Σαν φοιτητής κι εσύ, θα τύχει πολλές φορές να ξεμείνεις από χρήματα (Έλα τώρα, αφού θα τα έχεις ξοδέψει όλα στα delivery!). Πραγματικά, η σωστή διαχείριση των χρημάτων είναι επιστήμη και κάτι αρκετά δύσκολο για να το καταφέρεις σε μηνιαία βάση. Όχι όμως μη πραγματοποιήσιμο. Θυμάσαι άραγε ότι υπάρχει και η φοιτητική λέσχη με σχεδόν δωρεάν σίτηση, έτσι δεν είναι;
11. Κάποτε θα απομυθοποιήσεις την πόλη που σπουδάζεις. Μπορεί να λατρεύεις κάποια συγκεκριμένη πόλη και να ήθελες μανιωδώς να περάσεις σε αυτήν, αλλά κάποια στιγμή θα την βαρεθείς. Στην αρχή, γεμάτος όρεξη και ενθουσιασμό, θα εξερευνήσεις όλα τα κατατόπια και κάθε μαγαζί που ταιριάζει με τα γούστα σου. Αυτό, ωστόσο, δεν κρατάει για πάντα και κάθε τι καινούργιο, θα γίνει συνήθεια, που εν τέλει δεν θα σου προκαλεί πλέον το ίδιο ενδιαφέρον.