Please ensure Javascript is enabled for purposes of website accessibility

Μάθημα : ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ & ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ

Κωδικός : MED2135

ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ & ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ

500800  -  Α. Χ. Λάζαρης, Καθηγητής Παθολογικής Ανατομικής - Κ. Καλαχάνης, Δρ Φιλοσοφίας - Μ. Γιάνναρη, M.Ed.

Ιστολόγιο

ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΧΡΩΜΑ ΣΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ

Σάββατο 22 Μαρτίου 2025 - 11:54 π.μ.

- από τον χρήστη

Ο 19ος αιώνας είναι η πρώτη φορά που οι εθνικές διαφορές παίζουν τόσο σημαντικό ρόλο στις μουσικές εξελίξεις. Ένα από τα σημαντικότερα φαινόμενα της μουσικής του Ρομαντισμού είναι η ανάπτυξη των διαφόρων εθνικών σχολών σε χώρες που δεν διέθεταν μουσική παράδοση ανάλογη με αυτή της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Γερμανίας. Το φαινόμενο αυτό ήταν αποτέλεσμα της επιθυμίας των λαών που ήταν υποτελείς να υψώσουν το δικό τους ανάστημα και να καλλιεργήσουν τη δική τους όχι μόνο πολιτική και κοινωνική ταυτότητα αλλά και καλλιτεχνική. Σημαντική επίδραση και θεωρητικό υπόβαθρο στις εθνικές σχολές που αναπτύχθηκαν τουλάχιστον στον κεντροευρωπαϊκό χώρο είχαν και οι ιδέες του γερμανού φιλοσόφου Γιόχαν Γκότφριντ Χέρντερ (1744- 1803), ο οποίος υπήρξε ο πρώτος που πρέσβευε την άποψη ότι ο ψυχικός κόσμος κάθε λαού φαίνεται καθαρότερα στο λαϊκό του τραγούδι. Για να υπάρξει μια εθνική μουσική γλώσσα θα έπρεπε οι συνθέτες να ανατρέξουν στην ιστορία και τις παραδόσεις των λαών από τους οποίους προέρχονταν και να αντλήσουν λαϊκές μελωδίες και χορούς, θρύλους και ιστορικά γεγονότα που θα χαρακτήριζαν και θα προσδιόριζαν την εθνική τους ταυτότητα. Με τον όρο «Εθνικές Σχολές», εννοούμε την τάση των συνθετών της εποχής να χρησιμοποιούν στη μουσική τους στοιχεία της παραδοσιακής μουσικής των χωρών τους, χωρίς όμως να αποφεύγουν να δανείζονται στοιχεία και από τη Δύση, ακολουθώντας τα μοτίβα της Κλασικής Ευρωπαϊκής Μουσικής. Έτσι, οι εθνικές μουσικές γλώσσες δεν μπορούν να ονομάζονται γλώσσες, αλλά μάλλον επιμέρους διάλεκτοι μιας παγκόσμιας γλώσσας. Η γραμματική και το συντακτικό τους προέρχονται και βασίζονται στα κλασικορομαντικά στοιχεία της γερμανικής μουσικής παράδοσης· μόνο η προφορά και ο τονισμός της γλώσσας είναι εθνικά, τοπικά, ενίοτε φολκλορικά.

 

Άρθουρ Μπραγκίνσκι: Ουγγρικό τοπίο.      

Αξιοπρόσεκτο είναι ότι σε όλα τα στάδια του κινήματος των εθνικών σχολών, χρησιμοποίησαν χαρακτηριστικά δείγματα ευρωπαϊκού φολκλόρ και συνθέτες ξένοι π.χ. ο Γιοχάνες Μπραμς με τους ουγγρικούς χορούς του. Ο Γιοχάνες Μπραμς (1833 – 1897) ήταν Γερμανός συνθέτης και πιανίστας, ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες του 19ου αιώνα. Τον Σεπτέμβριο του 1848, Ούγγροι πρόσφυγες πλημμύριζαν το Αμβούργο, ψάχνοντας απελπισμένα καταφύγιο από τη βάναυση καταστολή της επανάστασής τους, από τους Αυστριακούς. Ο Μπραμς λάτρεψε τη  λαϊκή μουσική και τους χορούς τους και αποτέλεσαν μάλιστα πηγή έμπνευσης για να δημιουργήσει διάφορες συνθέσεις. Ανάμεσα σε αυτές είναι και οι εξαιρετικά δημοφιλείς “Ουγγρικοί Χοροί” για πιάνο με τέσσερα χέρια, που ολοκληρώθηκαν το 1869 και γνώρισαν μετά τον Μπραμς πολλές ενορχηστρώσεις. Πρόκειται για ένα σύνολο από 21 ζωηρούς μουσικούς χορούς με διάρκεια περίπου ενός έως τεσσάρων λεπτών ο καθένας. Oι πιο γνωστοί χοροί είναι οι υπ’ αριθμ. 1 & 5, και οι δύο σε ελάσσονες κλίμακες. Ο 5ος βασίστηκε στον csárdás του Bela  Keler με τίτλο “Bartfai emlek”. Ο Μπραμς είχε την εντύπωση ότι πρόκειται για ένα παραδοσιακό δημοτικό τραγούδι.

ΜΠΡΑΜΣ 1ος ουγγρικός χορός. Ορχήστρα του Φεστιβάλ της Βουδαπέστης. Ιβάν Φίσερ.mp3

ΜΠΡΑΜΣ 5ος ουγγρικός χορός. Ορχήστρα του Φεστιβάλ της Βουδαπέστης. Ιβάν Φίσερ.mp3

 

 

Μπόχουμιλ Κουμπίστα (Bohumil Kubišta,1884–1918) :  Πούλα, 1913.

 

Ο Αντονίν Λέοπολντ Ντβόρζακ (1841 - 1904) ήταν  κορυφαίος Τσέχος συνθέτης της ρομαντικής περιόδου και χρησιμοποίησε στο έργο του το μουσικό ιδίωμα και τις μελωδίες της Μοραβίας και της γενέτειράς του, Βοημίας.

ΝΤΒΟΡΖΑΚ Σλάβικος χορός σε σολ ελάσσονα από το έργο 46 (Presto) Furiant. Τσέχικη Φιλαρμονική. Κάρελ Σένια.mp3

ΝΤΒΟΡΖΑΚ Σλάβικος χορός σε μι ελάσσονα από το έργο 72 (Allegretto grazioso).Mazur. Τσέχικη Φιλαρμονική. Κάρελ Σένια.mp3

 

 

Φαράγγι Aώου ποταμού. Κόνιτσα.

 

Το φαινόμενο των «εθνικών σχολών» μουσικής που δημιουργήθηκαν στην Ευρώπη κατά το 19ου αιώνα, παρουσιάστηκε στην Ελλάδα με τη δέουσα καθυστέρηση, στις αρχές του 20ου αιώνα. Οι συνθέτες που εντάσσονται σ' αυτή την κατηγορία εμπνέονται, αφενός από τους εκκλησιαστικούς ύμνους και το δημοτικό τραγούδι και αφετέρου από την επτανησιακή μουσική παράδοση.

Ο μουσικός πολιτισμός της Ελλάδας τις δυο πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα χαρακτηρίζεται από τη μετάβαση από την Επτανησιακή μουσική σχολή στην Νεοελληνική Εθνική Σχολή, η οποία αναπτύσσεται στα πρότυπα των εθνικών μουσικών σχολών της Ευρώπης. Στο περιοδικό Παναθήναια, τον Νοέμβριο του 1901, εμφανίζεται το «μανιφέστο Λαμπελέτ», ένα άρθρο με τίτλο «Η εθνική μουσική. Η λαϊκή», το οποίο αναφέρεται στη δημιουργία εθνικής μουσικής με τη χρησιμοποίηση κλασικών προτύπων πάνω σε ελληνικά μοτίβα: «[…]το εθνικότερον, δημιουργικότερον, αληθινότερον έργον το οποίον θα κάμουν οι Έλληνες μουσουργοί είναι η καλλιέργεια της ελληνικής μελωδίας με την εφαρμογήν της πολυφωνίας και η τεχνική ανάπτυξής της, επί τη βάσει της αντιστίξεως και της fuga», καθώς «[…]ο λαός και η μούσα του παρέχουν εις τους καλλιτέχνας την  πρώτην ύλην προς κατεργασίαν[…]».

 Η πολιτισμική συνιστώσα και της ελληνικής «εθνικής μουσικής» ανήκει στο αισθητικό ρεύμα του Ρομαντισμού, που στρέφεται στον λαϊκό πολιτισμό. Η ελληνική μουσική στις αρχές του 20ου αιώνα εξελίσσεται σε εθνική για να τονώσει και να υπηρετήσει το εθνικό ιδεώδες, ενώ ταυτόχρονα συμμετέχει στην δημιουργία του αστικού πολιτισμού με ευρωπαϊκές επιρροές.

 

O Νίκος Σκαλκώτας (1904-1949) ήταν ένας διάσημος Έλληνας συνθέτης, μέλος της 2ης Βιεννέζικης Σχολής. Άντλησε τα θέματα για τις συνθέσεις του από την κλασική μουσική αλλά και από την ελληνική παράδοση. Αυτό φαίνεται στο έργο του «36 Ελληνικοί Χοροί», 36 συνθέσεις βασισμένες σε ελληνικούς χορούς (όπως οι «Σλάβικοι Χοροί» του Ντβόρζακ και οι «Ουγγρικοί Χοροί» του Μπράμς). Οι τίτλοι των χορών αναφέρονται σε περιοχές τις Ελλάδας ή σε τύπο ελληνικού χορού ή σε όνομα παραδοσιακού τραγουδιού. Οι 36 Ελληνικοί Χοροί χωρίζονται σε 3 Σειρές.

 

Αυτός είναι ο 3ος χορός της 1ης Σειράς, ο Ηπειρώτικος του 1933.

ΣΚΑΛΚΩΤΑΣ Ηπειρώτικος Χορός. Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης. Δημήτρης Μητρόπουλος.mp3

 

 

Γεφύρια της Κόνιτσας

 

Αυτός είναι ο 3ος χορός της 3ης Σειράς δηλ. ο 2oς Κλέφτικος χορός του 1936.

ΣΚΑΛΚΩΤΑΣ 2ος Κλέφτικος Χορός.Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης. Δημήτρης Μητρόπουλος.mp3

 

 

Ο Δημήτρης Μητρόπουλος (Αθήνα, 18 Φεβρουαρίου 1896 – Μιλάνο, 2 Νοεμβρίου 1960), υπήρξε, κατά κοινή ομολογία, σημαντικότατος συνθέτης και πιανίστας και βεβαίως αξεπέραστος διευθυντής ορχήστρας (αρχιμουσικός). Περαιτέρω υπήρξε υπόδειγμα καλλιεργημένου και πνευματικού ανθρώπου, μια μεγάλη προσωπικότητα, όπως τούτο διαφαίνεται περαιτέρω από τα γραπτά, τις επιστολές και τα ποικίλα κείμενά του.

Ο Δημήτρης Μητρόπουλος ζούσε για την μουσική – και προϊόντος του χρόνου ζούσε μόνον για την διεύθυνση ορχήστρας, έχοντας αφήσει στο περιθώριο ή και εγκαταλείψει πλήρως άλλες σημαντικότατες διαστάσεις του (του πιανίστα και του συνθέτη).

Σκοπός του ήταν η αναδημιουργία, απαράμιλλη και ασύλληπτη από κριτικούς και κοινό, κορυφαίων έργων της κλασικής μουσικής φιλολογίας, μέσω των διευθύνσεών του, παράλληλα με τη μόνιμη και συνεχή πίστη του πως η «μουσική είναι μία» και πως κάθε σύγχρονο (της εποχής του) ρεύμα, κάθε ιδιαιτερότητα, κάθε συνθετική ιδιοτυπία, έπρεπε να βρίσκει, και αυτή, παράλληλα με τα κλασικά των κλασικών, τη δική της θέση μεταξύ των έργων που θα αποφάσιζε να διερευνήσει και να διευθύνει.

Aνέπτυξε μια απόλυτα προσωπική τεχνική, που οπτικοποιούσε τη μουσική, αναπλήρωνε την δεδομένη ανεπάρκεια της σημειογραφίας, ανταποκρινόταν στις εκάστοτε ειδικές απαιτήσεις έργων διαφορετικού στιλ, γινόταν αντιληπτή από τους μουσικούς όλων των ορχηστρών, οι οποίοι παρασύρονταν από την υψηλότατη ένταση της μουσικής διεύθυνσης του Μητρόπουλου στο ξεπέρασμα των πραγματικών τους δυνατοτήτων· συχνά η κριτική απέδιδε σε “θαύμα” την πραγματοποίηση άψογων τεχνικά εκτελέσεων, ύστερα από ελάχιστες –αν το επέβαλαν οι συνθήκες– δοκιμές.

Δεν υπάρχει περίπτωση μαέστρου πριν και μετά τον Μητρόπουλο που, όχι ως επικεφαλής συγκροτήματος εξειδικευμένου σε έργα “συγχρόνου μουσικής” αλλά ως μόνιμος διευθυντής ορχηστρών “τρέχοντος” ρεπερτορίου (λ.χ. της Συμφωνικής της Μιννεάπολης και της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης), να παρουσίασε στο πλαίσιο των τακτικών συναυλιών περισσότερες από 80 παγκόσμιες πρώτες εκτελέσεις έργων πρωτοποριακών συνθετών της εποχής του, «παγκόσμιες πρώτες»αρκετές από τις οποίες ήταν δικές του αναθέσεις.

 

Γεφύρι της Κόνιτσας

Σχόλια (1)

Χρήστης:Γιάνναρη Μαρία
- από τον χρήστη

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2025 - 12:07 μ.μ.

Μέσα από την υπέροχη, γεμάτη εικόνες και μουσικές ανάρτησή σας, μου γεννήθηκε ένα ερώτημα: Μπορεί μια 'εθνική μουσική' να είναι πραγματικά αυτόνομη, ή αποτελεί πάντα έναν δημιουργικό διάλογο με το διεθνές μουσικό γίγνεσθαι, έχοντας ως δομικό υπόβαθρο τη γερμανική συμφωνική και την ιταλική οπερατική παράδοση;