Μάθημα : ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ & ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ
Κωδικός : MED2135
Ikiru σημαίνει να ζεις , αλλά τί σημαίνει να ζεις;
Η ταινία «Ikiru» (ορισμός: Να Ζεις , ελληνική απόδοση τίτλου: Ο Καταδικασμένος) υπό τη σκηνοθεσία του Ακίρα Κουροσάβα του 1952, βασίζεται χαλαρά στη νουβέλα του Τολστόι «Ο θάνατος του Ιβάν Ιλίτς» και είναι, κατά κυριολεξία, ένα κινηματογραφικό μάθημα ζωής που αφηγείται την ιστορία του Κάντζι Βατανάμπε (τον υποδύεται ο Τακάσι Σιμούρα). Πρόκειται για έναν μεσήλικα γραφειοκράτη που, μπροστά στον επερχόμενο θάνατό του, ξεκινά ένα ταξίδι προς την αυτογνωσία και το αληθινό νόημα της ζωής.
Η Σκηνή της Διάγνωσης: Η Πρώτη Ματιά στο Θάνατο
Μια από τις πιο συνταρακτικές σκηνές, είναι εκείνη στην οποία ο Βατανάμπε μαθαίνει ότι πάσχει από καρκίνο του στομάχου και πως του απομένουν λίγοι μήνες ζωής. Ο τρόπος που δέχεται την είδηση είναι σχεδόν παγωμένος με μια στάση αποπροσωποποίησης, καθώς η συνειδητοποίηση της θνητότητάς του , τον κατακλύζει με μια αίσθηση απώλειας και κενού. Ο Τακάσι Σιμούρα, με την ηρεμία και την απόγνωση στο βλέμμα του, καταφέρνει να μεταφέρει τον θεατή σε αυτό το εσωτερικό ταξίδι, αναδεικνύοντας την ευθραυστότητα της ανθρώπινης ζωής. Η σκηνή αυτή μάς υπενθυμίζει ότι η ζωή είναι πεπερασμένη και κάθε στιγμή της είναι πολύτιμη, προσκαλώντας μας να αναλογιστούμε τη δική μας καθημερινότητα και τις μικρές, ασήμαντες - φαινομενικά - στιγμές που την απαρτίζουν. Επειδή είναι στη φύση του ανθρώπου να αποφεύγει την πλήρη συνειδητοποίηση της θνητότητάς του — κι ας είναι το μοναδικό ον που, γνωρίζοντας αυτό το γεγονός, μπορεί να πορεύεται τόσο προς το καλύτερο όσο και προς το χειρότερο — ο Χάιντεγκερ, από τους σημαντικότερους φιλοσόφους του 20ού αιώνα, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση σε αυτό το σημείο. Υποστήριζε ότι για να ζήσει κανείς αυθεντικά, πρέπει να έχει πάντα κατά νου ότι πορεύεται προς τον θάνατο, ότι το Dasein «είναι-προς-θάνατον». Όποιος δεν συλλαμβάνει πλήρως τη σημασία της θνητότητας και τις συνέπειές της, αδυνατεί να ζήσει πραγματικά ή να αξιοποιήσει τη βαθύτερη δυνατότητά του. Αναπόφευκτα θα ζήσει βυθισμένος στην «αναυθεντικότητα», εγκλωβισμένος σε έναν επιφανειακό κόσμο, γεμάτο ασήμαντες φιλοδοξίες, ανούσιες ανησυχίες και πρόσκαιρες επιδιώξεις, κυνηγώντας απατηλές ελπίδες και φτιάχνοντας παροδικές ονειροπολήσεις.
Στο Νυχτερινό Κέντρο: Η Απόπειρα να Ζήσει
Στην προσπάθειά αναζήτησης σκοπού, ο Βατανάμπε συναντά έναν κοσμογυρισμένο άνδρα σε ένα μπαρ, ο οποίος τον ενθαρρύνει να ξοδέψει χρήματα και να διασκεδάσει, απολαμβάνοντας ό,τι μπορεί από την εναπομείνασα ζωή του. Μαζί βυθίζονται στον νυχτερινό κόσμο, αναζητώντας λίγη από την «ενέργεια» της ζωής. Ωστόσο, ο Βατανάμπε σύντομα αντιλαμβάνεται ότι οι εφήμερες απολαύσεις δεν μπορούν να καλύψουν το εσωτερικό του κενό. Σε αυτήν την σκηνή, το σώμα του αποπνέει αποξένωση, όπως και φωνή του στο τραγούδι «Είναι σύντομη η ζωή» ή αλλιώς «Gondola no Uta» (ゴンドラの唄, «Το Τραγούδι της Γόνδολας»). Μια ρομαντική μπαλάντα που κυκλοφόρησε το 1915 και γνώρισε μεγάλη δημοτικότητα στην Ιαπωνία κατά την περίοδο Ταϊσό. Στο τραγούδι, οι στίχοι εκφράζουν τη σοφία ενός ώριμου ανθρώπου που μοιράζεται τις σκέψεις του με τις νεότερες ψυχές, τονίζοντας την εφήμερη φύση της νεότητας. Η ερμηνεία του εδώ, χωρίς υπερβολές, αντικατοπτρίζει τον ανθρώπινο πόνο και τη μάταιη προσπάθεια να ξεφύγει από αυτόν, καθιστώντας τη σκηνή έναν συναισθηματικό πυρήνα της ταινίας. Κοιτώντας τον, εστιάζουμε στα ομιλούντα σχεδόν μάτια του, που κουβαλούν την απώλεια των χαμένων χρόνων, αλλά και μια παράξενη ηρεμία, σαν να αποδέχεται επιτέλους την πραγματικότητα. Αυτή η στιγμή, με τη φωνή του να τρέμει από συναισθηματική ένταση, δίνει στο βλέμμα του μια διαύγεια που μας καλεί να αναλογιστούμε τι σημαίνει να ζούμε.
Η φαινομενική χαρά των γύρω του τονίζει τη μοναξιά και την ανικανοποίητη ανάγκη του για κάτι βαθύτερο. Είναι η στιγμή που συνειδητοποιεί πως η ζωή του δεν χρειάζεται απλώς διασκέδαση, αλλά ένα αληθινό νόημα, το οποίο δεν μπορεί να αγοραστεί. Αυτή η σκηνή λειτουργεί σαν καθρέφτης του άγχους που πολλοί βιώνουν προσπαθώντας να βρουν ουσία στην υλική επιφάνεια της καθημερινότητας – μια ψευδαίσθηση δύναμης και αθανασίας.
Ο Βατανάμπε, έχοντας χάσει τη σύζυγό του νωρίς, αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στο μεγάλωμα του γιου του, μόνος. Συνειδητοποιώντας πόσο του έχει λείψει η αίσθηση του να αγαπά μια γυναίκα, ερωτεύεται μια πολύ νεότερη πρώην συνάδελφό του, η οποία του δείχνει λίγη στοργή. Όμως, αυτός ο «έρωτας» στον οποίο προσβλέπει για να απαλύνει τους τελευταίους του μήνες αποδεικνύεται φρούδα ελπίδα, καθώς εκείνη δεν μοιράζεται τα ίδια συναισθήματα. Η νεαρή γυναίκα, γεμάτη ζωντάνια αλλά χωρίς βαθύτερες αναζητήσεις, δεν έχει τίποτα να του προσφέρει. «Δείξε μου πώς να ζω, να αισθάνομαι τόσο ζωντανός όσο εσύ», της λέει κάποια στιγμή, κι εκείνη του απαντά κυνικά, «Εγώ μόνο να δουλεύω και να τρώω ξέρω».
Έτσι, τί του μένει για να δώσει λίγο νόημα, έστω και στο τέλος, στη ζωή του που μέχρι τώρα πήγε χαμένη; Ο Βατανάμπε αποφασίζει να αφιερώσει τον χρόνο που του απομένει σε ένα έργο που, για πρώτη φορά, έχει προσωπικό νόημα: την κατασκευή ενός πάρκου σε μια υποβαθμισμένη περιοχή. Η αποφασιστικότητα, η ιώβεια υπομονή και το πάθος του να δημιουργήσει έναν χώρο που θα προσφέρει χαρά και ανάπαυση στους άλλους αποκαλύπτουν μια νέα πτυχή του χαρακτήρα του. Εδώ, ο Βατανάμπε δεν λειτουργεί απλώς ως δημόσιος υπάλληλος, αλλά ως άνθρωπος που βρίσκει ικανοποίηση στη συμβολή του , στη ζωή των άλλων. Η εικόνα του, να περπατά ακούραστα και να αψηφά τα εμπόδια και τη γραφειοκρατία, αναδεικνύει την ανθρωπιά και την ανιδιοτέλεια που κρύβονται μέσα σε κάθε μικρή πράξη προσφοράς. Το πάρκο γίνεται για εκείνον το σύμβολο της νίκης ενάντια στην αποξένωση της κοινωνίας, θυμίζοντάς μας πόσο σπουδαίο είναι να δημιουργούμε κάτι που θα παραμείνει, για όσο μάς επιτρέπει ο χρόνος.
Η Τελευταία Σκηνή στην Κούνια: Η Γαλήνη της Συμφιλίωσης
Στα τελευταία 40 λεπτά του «Ikiru» , ο Κουροσάβα απομακρύνεται από την οπτική του Βατανάμπε και τον εντάσσει στο ανώνυμο συλλογικό, στους Άλλους, στη φλύαρη «κοινή γνώμη». Υποδηλώνοντας με πικρία ότι, ενώ η ζωή μας μπορεί σε κάποιο βαθμό να ανήκει σε εμάς, ο θάνατός μας είναι πάντα υπόθεση των άλλων. Ο επίλογος βρίσκει τον Βατανάμπε καθισμένο στην κούνια, στο πάρκο που κατάφερε να ολοκληρώσει, ενώ τραγουδά ξανά «Το Τραγούδι της Γόνδολας». Σε αυτήν τη σπαρακτικά ήρεμη στιγμή, ο χαρακτήρας του έχει φτάσει σε πλήρη συμφιλίωση με τη ζωή και τον θάνατο. Με το χιόνι να πέφτει γύρω του, ο Βατανάμπε δεν είναι πλέον ο άνθρωπος που κάποτε αγωνιούσε για την κάθε μέρα· είναι ένας άνθρωπος που έχει βρει γαλήνη και ανακούφιση, έχοντας αφήσει το αποτύπωμά του μέσα από την αγάπη και τη φροντίδα που επέδειξε στους γύρω του. Η εικόνα αυτή – ο Βατανάμπε να τραγουδά μόνος του, σε ένα άδειο πάρκο – είναι μια διαχρονική υπενθύμιση ότι η πραγματική ευτυχία βρίσκεται σε πράξεις που αφήνουν θετικό αποτύπωμα, ακόμα κι αν δεν τις αντιλαμβάνονται πολλοί…
Το «Να Ζεις» δεν είναι απλώς μια ταινία για τον θάνατο, αλλά ένας ύμνος στη ζωή. Μάς θυμίζει ότι η πραγματική χαρά δεν βρίσκεται στις υλικές απολαύσεις ή στις ανούσιες επιτυχίες, αλλά στη δυνατότητά μας να συνδεθούμε ουσιαστικά με τους άλλους, να προσφέρουμε και να δημιουργήσουμε κάτι με διάρκεια. Ο Βατανάμπε, με την ήρεμη παρουσία του και την αποφασιστικότητά του να ζήσει και όχι απλώς να επιβιώσει, γίνεται ένας ήρωας της καθημερινότητας, ένας ήρωας σαν της «Μικρής μας Πόλης» (βλ. Άσκηση 12ης Ιουλίου 2024, από τα ενεργά εργαλεία του MED2135) - ένας άνθρωπος που δείχνει πως η αληθινή πληρότητα έρχεται όταν αφιερώνουμε τον εαυτό μας , σε κάτι μεγαλύτερο από εμάς τους ίδιους!
Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2024 - 5:39 μ.μ.
Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2024 - 4:24 μ.μ.
Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2024 - 5:07 μ.μ.