ΠΟΙΗΣΗ ΣΤΑ ΠΛΗΚΤΡΑ ΤΟΥ ΠΙΑΝΟΥ
Φ. Σοπέν. Έργο του Ματιέ Λακά.
Στις τέσσερεις μπαλάντες του για σόλο πιάνο, γραμμένες το διάστημα 1831-1842, ο Φρεντερίκ Σοπέν (1810- 1849) ξεδίπλωσε με τον καλύτερο τρόπο την ποιητική χροιά της γραφής του. Πρώτος αυτός χρησιμοποίησε τον, αρκετά ασαφή μουσικά, όρο «μπαλάντα», προκειμένου να προσδιορίσει ένα εκτενές πιανιστικό έργο ελεύθερης μορφής που συγκεντρώνει ωστόσο γνωρίσματα από άλλα είδη, όπως η σονάτα, οι παραλλαγές και το ρόντο. Εικάζεται ότι πηγή έμπνευσης του Σοπέν υπήρξαν οι μπαλάντες (δραματοποιημένα ποιήματα) του Πολωνού ποιητή Αντάμ Μιτσκέβιτς, ο οποίος ζούσε κι εκείνος τότε στο Παρίσι. Ωστόσο, ο Σοπέν δεν θέλησε να ξεκαθαρίσει το θέμα αυτό, καθότι ο ίδιος παρέμενε αρκετά επιφυλακτικός απέναντι στο ζήτημα της προγραμματικής μουσικής. Από την άλλη πλευρά, πρέπει να παραδεχτούμε ότι η μουσική γλώσσα που αναπτύσσει στις τέσσερις μπαλάντες του έχει τεράστια αφηγηματική δύναμη. Ένα παράδειγμα του ελεγειακού ύφους αφήγησης μπορούμε να δούμε στην Πρώτη Μπαλάντα σε σολ ελάσσονα, έργο 23. Μπορεί να υποστηριχθεί ότι ο Σοπέν επιχείρησε να δημιουργήσει ένα μουσικό είδος αντίστοιχο με αυτό της ποιητικής μπαλάντας, όπου η χρήση και η παραλλαγή του ίδιου θεματικού υλικού μπορεί να παραλληλιστεί με τη δομή ενός ποιήματος σε στροφές.
Γιουστίνα Κοπάνια: Μπαλάντα αρ. 1
Η Πρώτη Μπαλάντα άρχισε να γράφεται το 1831, ενώ ο Σοπέν βρισκόταν στη Βιέννη και είναι ένα από τα μεγαλύτερα και πιο δημοφιλή έργα του. Απεικονίζει τη νοσταλγία του συνθέτη για την πατρίδα του, καθώς η Πολωνία βρισκόταν στην εξέγερση κατά της Ρωσικής Αυτοκρατορίας εκείνη την εποχή. Ολοκληρώθηκε το 1835 μετά τη μετακόμισή του στο Παρίσι.
Αφού ο Σοπέν επισκέφθηκε τον Ρόμπερτ Σούμαν στη Λειψία το φθινόπωρο του 1836, ο Σούμαν έγραψε: «Έχω μια νέα μπαλάντα από τον Σοπέν. Μου φαίνεται ότι είναι το πιο κοντινό έργο στη μεγαλοφυΐα του (αν και όχι το πιο λαμπρό). Του είπα μάλιστα ότι είναι το αγαπημένο μου από όλα τα έργα του. Μετά από μια μακρά, στοχαστική παύση, μου είπε κατηγορηματικά: «Χαίρομαι, γιατί κι εμένα μου αρέσει περισσότερο· είναι το πιο αγαπημένο μου έργο».
ΣΟΠΕΝ 1η Μπαλάντα - Κ. Τσίμερμαν.mp4
Τα ανοίγματα στα δάκτυλα του Κρίστιαν Τσίμερμαν δίνουν αμέσως τον τόνο για μια ερμηνεία μεγάλης μεγαλοπρέπειας και φινέτσας. Κάθε μουσική χειρονομία εκφράζεται με μεγάλη πεποίθηση. Το ρουμπάτο-rubato του καλλιτέχνη (εκφραστική διαμόρφωση της μουσικής, παιχνίδι με εκφραστική και ρυθμική ελευθερία) είναι εξαιρετικά ιδιωματικό και η φρασεολογία του με υπέροχες αποχρώσεις. Συνολικά, η ερμηνεία του Τσίμερμαν μοιάζει να έχει μια αδυσώπητη αυστηρότητα που φαίνεται απολύτως κατάλληλη, οδηγώντας με αναπόφευκτη ένταση, που «σπάει κόκαλα», στην τελική καταστροφή.
ΣΟΠΕΝ 1η Μπαλάντα - Ρεσιτάλ Β. Xόροβιτς στο Λονδίνο (1982).mp3
Ο Βλάντιμιρ Χόροβιτς (1903–1989) ήταν ταυτόχρονα ένας από τους πιο ποιητικούς και ένας από τους πιο επιδεικτικούς πιανίστες του 20ού αιώνα. Ερμήνευε τη μουσική μέσα από μια αδιαπέραστη υποκειμενικότητα, αγνοώντας την παράδοση και τις ανάλογες με αυτήν προσδοκίες. Η ταχύτητα των δακτύλων του, τα μεγαλόστομα βομβαστικά του φορτίσιμα τα εναλλασσόμενα με πολλές γοητευτικές μεμονωμένες στιγμές λυρισμού και η (όχι περιστασιακή) αδιαφορία του για τα σημάδια ερμηνείας του συνθέτη τού χάρισαν ένα τεράστιο σύνολο θαυμαστών αλλά και την οργή ορισμένων σύγχρονών του κριτικών. Ήταν μαθητής της ρωσικής σχολής πιάνου και αυτή η προσέγγιση έδινε έμφαση στον στρογγυλό, μαργαριταρένιο τόνο, σε μια ποικιλία ηχητικών χρωμάτων και μια συνεκτική (legato) τραγουδιστική γραμμή που βασιζόταν στη φωνητική μουσική. Στο ρεσιτάλ του Λονδίνου, η ιδιοσυγκρασιακή, ελευθεριάζουσα ερμηνεία της Πρώτης Μπαλάντας του Σοπέν από τον Χόροβιτς είναι συναρπαστική, τουλάχιστον στις "βολές" και στις εκκινήσεις της.
Σχόλια (0)