ΒΛΕΠΕΤΕ ΤΑ ΜΑΚΡΙΝΑ ΦΩΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ;
Τα "Φώτα της Πόλης" (City Lights) είναι αμερικανική βουβή ρομαντική κομεντί του 1931 με τον Τσάρλι Τσάπλιν (1889-1977), πρωταγωνιστή, σεναριογράφο, σκηνοθέτη, συνθέτη της μουσικής της ταινίας και παραγωγό. Η πιο ολοκληρωμένη σκηνοθετικά ταινία του Τσάπλιν συνδυάζει αρμονικά τη σάτιρα με το μελόδραμα· έχει δε, ένα από τα ωραιότερα φινάλε στην ιστορία της έβδομης τέχνης. Η ιστορία ακολουθεί τις περιπέτειες του αλητάκου Σαρλό του Τσάπλιν, καθώς αυτός ερωτεύεται ένα τυφλό κορίτσι (Βιρτζίνια Τσέριλ) ενώ παράλληλα αναπτύσσει μια ταραχώδη φιλία με έναν αλκοολικό εκατομμυριούχο.
«Η απλότητα δεν είναι καθόλου απλό πράγμα», έλεγε ο Τσάρλι Τσάπλιν αναφερόμενος στα “Φώτα της Πόλης” και αυτό ίσως εξηγεί τις αλλεπάλληλες λήψεις που έχουν μείνει στην ιστορία για την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος σε γυρίσματα που κράτησαν παραπάνω από έναν χρόνο για να ολοκληρωθούν.
Τα «Φώτα της Πόλης» είναι δικαίως μια από τις πιο επιδραστικές ταινίες στην ιστορία του σινεμά και συνάμα μια μεγαλειώδης χειρονομία αντίστασης ενός ιδιοφυούς καλλιτέχνη, του Τσάρλι Τσάπλιν, που, στο απόγειο της καριέρας του, με τις ταινίες του βωβού να θεωρούνται πια ξεπερασμένες, επέμεινε στο είδος της τέχνης που αγάπησε. Το κύριο μουσικό θέμα, που χρησιμοποιείται ως μοτίβο για το τυφλό κορίτσι των λουλουδιών, είναι το τραγούδι «La Violetera» ("Ποιος θα αγοράσει τις βιολέτες μου") από τον Ισπανό συνθέτη Χοσέ Παντίγια. Το ακούμε με τον Αντόνιο Ντόρτε στο βιολί και τον Φερνάντο Μπράβο στην κιθάρα.
https://drive.google.com/file/d/1QODRWUavWxG67rB-RgS9LsUkVI9164Iq/view?usp=sharing
Μια εκ των χαρακτηριστικότερων σκηνών της ταινίας είναι το αρχικό πλάνο. Ο αλητάκος Σαρλό ξυπνά στην αγκαλιά ενός γύψινου αγάλματος ενός μνημείου, μετά από έναν βαθύ ύπνο. Κάπως έτσι ο δημιουργός μάς δηλώνει πως ο ήρωας του ανήκει σε μια παλιά εποχή, αρχαϊκή και όμορφη, συνάμα και πως ο νέος -ομιλών- κινηματογράφος που ανέτελε δεν ήταν ένας βιώσιμος κόσμος για τον αλητάκο μας.
Στην αρχή της ταινίας, μια ομάδα επισήμων συγκεντρώνεται για τα αποκαλυπτήρια του εν λόγω μνημείου που αντιπροσωπεύει την «Ειρήνη και την Ευημερία». Όταν το πέπλο πέφτει, αποκαλύπτεται αγκιστρωμένη στην αγκαλιά της «Ευημερίας», η άθλια φιγούρα του αλητάκου Σαρλό. Αφού ξεγαντζώνει το παντελόνι του από το ξίφος που κρατούσε ψηλά ένα άγαλμα του μνημείου, ο Σαρλό απομακρύνεται από τους θυμωμένους παρευρισκόμενους.
Αργότερα μέσα στην ημέρα, μετά από μια σειρά ατυχιών με την αστυνομία, τους θρασείς εφημεριδοπώλες και μια καταπακτή στο πεζοδρόμιο, συναντά μια τυφλή ανθοπώλη. Συγκινείται από τη ζεστασιά στους τρόπους και την ομορφιά της κοπέλλας, ενώ το τυχαίο χτύπημα μιας πόρτας αυτοκινήτου κάνει εκείνη να πιστεύει ότι πρέπει να πρόκειται για έναν πλούσιο άντρα.
https://drive.google.com/file/d/13Ukt1Y5D5d8MYGtssyGaHAk9W2eDghFp/view?usp=sharing
Το ίδιο βράδυ ο Σαρλό αποτρέπει έναν ιδιόρρυθμο αλκοολικό εκατομμυριούχο από την αυτοκτονία. Αυτή η νέα γνωριμία του αποδεικνύεται για τον Σαρλό ένας στοργικός και γενναιόδωρος φίλος όταν είναι μεθυσμένος, αλλά απόμακρος και εχθρικός όταν είναι νηφάλιος, το επόμενο πρωί.
Βρίσκοντας την κοπέλλα με τα λουλούδια να λείπει από τη θέση της στη γωνία του δρόμου, ο Σαρλό επισκέπτεται το φτωχικό δωμάτιο όπου η κοπέλλα μένει με τη γιαγιά της.
Μαθαίνει ότι η τυφλή ανθοπώλης μόνο με μια δαπανηρή επέμβαση στην Ελβετία θα επανακτήσει την όρασή της. Σε μια προσπάθεια να συγκεντρώσει τα χρήματα για το απλήρωτο ενοίκιο του διαμερίσματός της, ο Σαρλό εργάζεται ως οδοκαθαριστής και ως πυγμάχος.
Ευτυχώς ο Σαρλό ξανασυναντά τον εκατομμυριούχο, ο οποίος, όντας μεθυσμένος, του δίνει τα χρήματα που χρειάζεται το κορίτσι για τη χειρουργική επέμβαση. Ο Σαρλό καταφέρνει να δώσει στο κορίτσι τα χρήματα, προτού κατηγορηθεί άδικα από τον εκατομμυριούχο - που δεν θυμάται τι έκανε στο μεθύσι του - ότι ο Σαρλό τον λήστεψε· οπότε ο Σαρλό πετιέται στη φυλακή.
Μήνες αργότερα αφήνεται ελεύθερος και τυχαία περνάει από το κομψό ανθοπωλείο στο οποίο έχει εγκατασταθεί με τη γιαγιά της η θεραπευμένη πλέον ανθοπώλης, η οποία ελπίζει πάντα να συναντήσει σε κάποιον πελάτη του ανθοπωλείου τον ευεργέτη της, τον οποίο η φαντασία της είχε πλάσει πλούσιο και όμορφο. Η κοπέλλα διασκεδάζει με τον περαστικό αλητάκο, τον λυπάται και του δίνει ένα λουλούδι κι ένα νόμισμα. Πιέζοντάς το στο χέρι του, τον αναγνωρίζει, με το άγγιγμα, ως τον σωτήρα της. Οι δυο τους κοιτάζονται αινιγματικά στα μάτια. Το 1949, ο κριτικός Τζέιμς Έιτζ αποκάλεσε την τελευταία σκηνή που θα δούμε, το καλύτερο μεμονωμένο κομμάτι υποκριτικής που έχει αποτυπωθεί ποτέ στο σελιλόιντ.
Το μιλητό στην ταινία πράγματι περιττεύει.
https://drive.google.com/file/d/1AWF72Lh6IeIfJvy4KCZiaO9UFqaeqHgq/view?usp=sharing
Τα «Φώτα της πόλης» αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της έβδομης και όχι μόνο τέχνης. Η ταινία εκτυλίσσεται στην περίοδο του μεγάλου οικονομικού κραχ. και αναπτύσσεται επάνω σε τρείς βασικούς άξονες: τον έρωτα μεταξύ δύο ανθρώπων, τις ταξικές διαφορές που δημιουργούνται σε καιρούς φτώχειας και τον ίδιο τον κινηματογράφο.
Ο αλητάκος σταματά να είναι μια απλή καρικατούρα και αποκτά μια πλήρως ανθρώπινη διάσταση. Ο ίδιος εξαπατάται, θλίβεται αλλά και ερωτεύεται σαν ένας καθημερινός άνθρωπος. Η ζωή του φαίνεται να αλλάζει όταν ανακαλύπτει την ανθοπώλη. Δεν αποτελεί πλέον το παρακμιακό άτομο που επιζητά μόνο το φαγητό του και τη στέγασή του, όπως παλιά. Μέσω της αγάπης του για έναν άλλο άνθρωπο αποκτά έναν σκοπό. Η ύπαρξή του είναι πια σημαντική, καθώς από αυτόν εξαρτάται η μοίρα δύο ανθρώπων. Αυτός θα είναι και ο λόγος για τον οποίο θα αρχίσει να αναλαμβάνει διάφορες μικροδουλειές. Θέλει να βοηθήσει την ανθοπώλη να αποκτήσει τη ζωή που της αξίζει. Ακολουθεί τον δρόμο αυτό κυρίως διότι γνωρίζει πως η όραση θα της επιτρέψει να αποκτήσει μια ζωή που ο ίδιος ποτέ δεν θα έχει λόγω της κοινωνικής του τάξης και της εμφάνισής του. Θέλει απλώς να την κάνει ευτυχισμένη.
Οι διαφορές μεταξύ των τάξεων είναι επίσης κάτι που σχολιάζει ο Τσάπλιν μέσω του έργου του αυτού. Ο αλητάκος παρότι ζει στο περιθώριο και αδυνατεί να βρει ακόμα και τα στοιχειώδη, φαίνεται να είναι χαρούμενος. Αντιθέτως, ο ζάπλουτος εκατομμυριούχος ζει μέσα στη δυστυχία, βυθίζεται στο αλκοόλ και προσπαθεί να αυτοκτονήσει. Σε μια από τις προσπάθειες αυτοκτονίας του, ο αλητάκος του σώζει τη ζωή. Ο εκατομμυριούχος θα τον ευχαριστήσει θερμά για την πράξη του και θα τον χαρακτηρίσει «φίλο». Προσωρινά όμως, καθώς, όταν η επιρροή του ποτού φεύγει, ο πλούσιος φαίνεται να ξεχνά παντελώς τον «φίλο» του και στο τέλος τον καταγγέλει νομίζοντάς τον για ληστή. Ο εκατομμυριούχος συμπονά τον «φίλο» του αλητάκο όταν είναι μεθυσμένος και τον απεχθάνεται όταν γίνεται νηφάλιος. Οι άνθρωποι παραμένουν κοντά στις στιγμές ευδαιμονίας τους, φαίνεται όμως να διαχωρίζονται όταν το συμφέρον αποτελέσει το επόμενό τους κριτήριο.
Στης πόλης τα φώτα λοιπόν, οι άνθρωποι προσπαθούν να επιβιώσουν. Οι ζωές τους φαίνεται να μην διασταυρώνονται μέσα στο αστικό χάος. Ένας αλητάκος όμως έχει διαφορετική άποψη και μας θυμίζει πως πάνω από όλα είμαστε άνθρωποι και δρούμε ανάλογα. Το έργο αυτό αποτελεί μια ιστορία, ένα κοινωνικό σχόλιο, μια μελέτη της τέχνης, ένα βίωμα. Αποτελεί, εν ολίγοις, σινεμά, καθαρό και καλλιτεχνικό.
Πέμπτη 18 Ιουλίου 2024 - 7:52 μ.μ.
Κυριακή 21 Ιουλίου 2024 - 8:01 π.μ.
Τετάρτη 24 Ιουλίου 2024 - 5:09 μ.μ.
Πέμπτη 25 Ιουλίου 2024 - 2:30 μ.μ.