στίλβωση
|
ή έντριψη, η τεχική κατά την οποία λειαίνεται η επιφάνεια του αγγείου (με ένα δέρμα, ξύλο, βότσαλο κτλ.) με λειτουργικά και αισθητικά αποτελέσματα -γίνεται στεγανό και περισσότερο λείο. |
Στολιδωτός ρυθμός
|
κεραμικός ρυθμός της Ύστερης Νεολιθικής εποχής. |
σώμα απιόσχημο
|
Tο σώμα που προσομοιάζει με απίδι, αχλάδι, με τη μέγιστη διάμετρο να βρίσκεται ψηλά σχεδόν στον ώμο του |
σώμα ημισφαιρικό
|
Χρησιμοποιείται σε ανοικτά αγγεία, το σχήμα τους προσομοιάζει με το ήμισυ σφαίρας. |
Σώμα κολουροκωνικό ή κολουροκωνικού σχήματος
|
Το σώμα που προσομοιάζει με το στερεό γεωμετρικό σχήμα του κόλουρου κώνου, δηλαδή του κώνου που έχει αποκοπεί η κορυφή του. |
σώμα κυλινδρικό
|
Το σώμα που ομοιάζει με κύλινδρο, έχει δηλαδή περίπου καθ' όλο το ύψος του, την ίδια διάμετρο σώματος. |
σώμα σφαιρικό
|
Το σώμα του αγγείου που μοιάζει με σφαίρα, έχει δηλαδή τη μέγιστη διάμετρο στο μέσον του ύψους του σώματος. |
σώμα τροχαλιόσχημο ή τροχαλιόσχημου σχήματος
|
Όταν το σώμα προσομοιάζει με τροχαλία: στο μέσον (καθ' ύψος) η μικρότερη διάμετρος του σώματος, άνω και κάτω η μεγαλύτερη. |
σώμα ωοειδές
|
Το σώμα που μοιάζει με ωό, αβγό, η μέγιστη διάμετρος βρίσκεται λίγο πιο πάνω από τη μέση. |