Όρος | Ορισμός |
---|---|
ολόβαφο αγγείο |
Το αγγείο που καλύπτεται εσωτερικά και/ή εξωτερικά με ενιαίο ομοιόχρωμο επίχρισμα. |
ορολογία |
Το σύνολο των ειδικών όρων που χρησιμοποιούνται σε κάθε γνωστικό αντικείμενο. |
Όρος | Ορισμός |
---|---|
ολόβαφο αγγείο |
Το αγγείο που καλύπτεται εσωτερικά και/ή εξωτερικά με ενιαίο ομοιόχρωμο επίχρισμα. |
ορολογία |
Το σύνολο των ειδικών όρων που χρησιμοποιούνται σε κάθε γνωστικό αντικείμενο. |