εγχάρακτη διακόσμηση
|
Η διακόσμηση που χαράσσεται στο αγγείο με αιχμηρό αντικείμενο πριν από την όπτισή του. |
Εγχάρακτος ρυθμός
|
Κεραμικός ρυθμός της ΜΜ ΙΒ περιόδου. |
εξίτηλο
|
Π.χ. το χρώμα, το επίχρισμα κτλ. που έχει χρησιμοποιηθεί για τη διακόσμηση ενός αγγείου και έχει μερικώς ή ολικώς εξαφανιστεί / σβήσει. Δεν χρησιμοποιούμε την αντίθετη λέξη, "ανεξίτηλο", για να περιγράψουμε το χρώμα, επίχρισμα κτλ. που σώζεται σε καλή κατάσταση, |
επίθετο χρώμα
|
Το χρώμα που χρησιμοποιείται στη διακόσμηση "ανοικτού επί σκοτεινού" |
επίχρισμα
|
Το χρώμα που καλύπτει όλη την επιφάνεια ενός αγγείου, εσωτερικά και/ή εξωτερικά, καθιστώντας το ολόβαφο εσωτερικά και/ή εξωτερικά |