Please ensure Javascript is enabled for purposes of website accessibility

Μάθημα : Phil-Man: Επιχειρηματική Ηθική και Ηθική των Διαπραγματεύσεων

Κωδικός : PHILOSOPHY1037

Phil-Man: Επιχειρηματική Ηθική και Ηθική των Διαπραγματεύσεων

PHILOSOPHY891  -  Σεραφείμ Βολιώτης

Ανακοινώσεις

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΔΙΑΛΕΞΗΣ

Αγαπητοί μου Σπουδαστές,

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΑ

  • Μελέτη:Δεύτερο κεφάλαιο του συγγράμματος
  • Σημειώσεις μαθήματος: προς ανάρτηση στην ηλεκτρονική τάξη.
  • Ανασκόπηση: ακολουθεί.
    • Διαπραγματευτικές Ασκήσεις – Εργαστήρια:
  • Όπως σας ανακοίνωσα ήδη έχουμε επιβεβαίωση των δύο εργαστηρίων. Και στα δύο θα έχουμε διαπραγματευτικές προσομοιώσεις που είναι ιδιαίτερα ευχάριστες και ταυτόχρονα χρήσιμες τόσο σε πρακτικό επίπεδο σε κάθε σας αλληλεπίδραση αλλά και παιδαγωγικό επίπεδο για το μάθημά μας. Οπότε «μην τις χάσετε»!!!
  • Πέμπτη 27/3 17:30 – 21:00: Το Επιμεριστικό Διαπραγματευτικό Πρόβλημα
  • Πέμπτη 10/4 17:30 – 21:00: Το Μεικτό Διαπραγματευτικό Πρόβλημα
  • Θα χρησιμοποιήσουμε Zoom για λόγους πρακτικής ευκολίας κατά την εκπόνηση των ασκήσεων οπότε θα πρέπει να εισέλθετε στο:

https://us02web.zoom.us/j/89277301112?pwd=citDcUhCRnljUXM0QkZ4R0FUS20yQT09
Passcode: 903106

 

  • Χρονική Πρόοδος: Είμαστε ελαφρά πίσω σε σχέση με το πρόγραμμα.
  • Συγκεκριμένα, δεν έχουμε ακόμα αναλύσει τη φύση και το πλαίσιο της επιχείρησης σε εισαγωγικό επίπεδο αλλά αυτό θα προκύψει πολύ φυσικά σύντομα. Έχουμε κάνει όμως κάποιες αρχικές αναφορές.
  • Επίσης δεν προλάβαμε να καλύψουμε τη μεταηθική έννοια της Ηθικής Σχετικότητας (στο χώρο και στο χρόνο) παρ’ ότι έχουμε ήδη ασχοληθεί με αυτό ad hoc εντός της συζήτησης: π.χ. 10 εντολές, η (μη) ηθική υπόσταση των γυναικών ή των δούλων στο παρελθόν (αλλά, δυστυχώς όχι μόνο)… Ειδικά για το δεύτερο ερώτημα, όπως είδατε η απάντησή μου ήταν απόλυτη και όχι σχετική: οι κοινωνίες αυτές ήταν (δυστυχώς είναι σε κάποιες περιπτώσεις) αναμφίβολα ανήθικες. Έδωσε λοιπόν την αίσθηση της ηθικής απολυτότητας και φάνηκε να απέρριψε την ηθική σχετικότητα. Ωστόσο, όπως θα δούμε στην επόμενη συνάντησή μας τα πράγματα είναι, όπως συνηθίζεται στη φιλοσοφία, πιο σύνθετα.
  • Στην προσπάθεια αυτή θα συζητήσουμε για την κεντρικότατη έννοια της «συναίνεσης», την οποία άλλωστε θα συναντήσουμε κατά την ανάλυσή μας της διαπραγμάτευσης. Ωστόσο θα την δούμε και σε κοινωνικό και διαπροσωπικό επίπεδο σε όλο το φάσμα των ανθρώπινων σχέσεων οπότε προετοιμαστείτε για μία ιδιαίτερα έντονη συζήτηση που θα ακολουθήσει. 

 ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ

Η ένταση της πρώτης διάλεξης συνεχίστηκε και αυξήθηκε και χθες το οποίο βρίσκω ιδιαίτερα ευχάριστο. Αναμένω κλιμακούμενη ένταση και εμβάθυνση όσο χτίζουμε τη γνώση και την αμοιβαία κατανόηση.

 

ΜΕΤΑ-ΗΘΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

  1. Ηθική αυθεντία και εμβέλεια: η ηθική αξιολόγηση εδράζει στην λογική ανάλυση μιας πράξης σύμφωνα με ένα πλαίσιο κανόνων. Η εμβέλεια της αξιολόγησης εξαρτάται από την πειθώ: πόσους και ποιους θα καταφέρουμε να πείσουμε για το επιλεγόμενο πλαίσιο αξιολόγησης και τη λογική συνέπεια της αξιολόγησης που είναι η ορθότητα ή πειστικότητα του επιχειρήματός μας (εξ’ και η έμφαση στην Κριτική Σκέψη και τον ορθό Διάλογο = συλλογική κριτική σκέψη). Σε κάθε περίπτωση η ηθική αξιολόγηση δεν προκύπτει μέσω επιθυμίας ή απλής πίστης (ή υφιστάμενης ιδεοληψίας) δεν είναι αναδρομική και δεν επιβάλλεται καθεστωτικά ή μέσω άμεσης ισχύος ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο επιβολής.
  2. Ηθικό υποκείμενο: το άτομο του οποίου η πράξη αξιολογείται ηθικά.
  3. Ηθικό αντικείμενο: το πράγμα (με τη γενικευμένη έννοια) που υφίσταται το αποτέλεσμα της υπό αξιολόγησης πράξης.
  4. Ηθική υπόσταση: η ιδιότητα του ηθικού αντικειμένου να απολαμβάνει μέσω των εκάστοτε ηθικών κανόνων «προστασία» (: όφελος ή έστω μη ζημία) από την υπό αξιολόγηση πράξη.
  5. Ηθικό Φορτίο: αν η πράξη που αξιολογούμε είναι ηθικά αξιολογήσιμη εν τέλει. Για παράδειγμα η επιλογή των ρούχων που θα φορέσουμε δεν έχει ηθικό φορτίο. Ή μήπως έχει;…
  6. Ηθικό Πρόσημο: το αν η υπό αξιολόγηση πράξη κριθεί ως καλή (θετικό) ή κακή (αρνητικό). Θυμίζω πως η λέξεις θετικό και αρνητικό δεν έχουν την αριθμητική χροιά αλλά ούτε είναι αριθμητικά ή λογικά αντίθετες και δεν εξουδετερώνουν η μία την άλλη. Η χρήση των όρων αυτών είναι συνήθεις αλλά καταχρηστική: θα αρκούσαν οι λέξεις καλό και κακό αντίστοιχα, ωστόσο και αυτές οι λέξεις ενίοτε έχουν άλλο νόημα οπότε θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί αν θέλουμε να είμαστε σαφείς.
  7. Ηθική Ένταση: Το μέγεθος (ένταση) της αξιολόγησης είτε του καλού είτε του κακού. Η αξιολόγηση παύει πλέον να είναι δυαδική (καλή ή κακό) και αποκτά αντιστοίχηση σε ένα σύνολο που έχει είτε κατηγοριοποίηση είτε ιεράρχηση είτε ακόμα και αριθμητική απεικόνιση. Για όσους ενδιαφέρονται σχετικά αναφέρομαι στις γνωστές κλίμακες μέτρησης: (α) Κατηγορική, (β) Ιεραρχική και (γ-δ) διαστματική και κλασματική. Η αρχική αξιολόγηση γίνεται με τη χρήση δύο κατηγοριών (καλό ή κακό) και μπορεί να επεκταθεί σε ιεραρχική (πάρα πολύ καλό, πολύ καλό, καλό, λίγο καλό, ελάχιστα καλό…. κλπ) ή ακόμα και σε αριθμητική μέτρηση: καλό έντασης 5, ή 4 ή 3 ή 2 ή … Σημείωση: το καλό και το κακό δεν μπορούν να μπουν στην ίδια κλίμακα με αρνητικό πρόσημο: πχ. 5 4 3 2 1 0 -1 – 2 -3 –4 – 5 καθώς δεν είναι ούτε αριθμητικά ούτε λογικά αντίθετα, όπως ήδη είδαμε. Επίσης, είδαμε πως αυτού του τύπου η αριθμητικοποίηση της ηθικής δεν πρέπει να μας ξενίζει καθώς είμαστε απόλυτα εξοικειωμένοι με την αριθμητικοποίηση μίας αξιολόγησης με δραματικά πιο έντονο αντίκτυπο στον αξιολογούμενο, εκείνη του ποινικού δικαίου και τις δικαστικής απόφασης περί της ποινής ενός καταδικασθέντος. Θυμίζω πως, όπως είδαμε, η «ποινή» για την αρνητική ηθική αξιολόγηση μιας πράξης είναι κάποιας μορφής στίγμα ή αποκλεισμός από την κοινότητα εκείνη των ατόμων που συμμερίζονται την αξιολόγηση ενώ στο ποινικό δίκαιο είναι η στέρηση αυτής ακόμα της ελευθερίας και ενίοτε της ίδιας της ζωής…
  8. Ηθική Σχετικότητα ή Απολυτότητα: αν οι ηθικού κανόνες έχουνε παγκόσμια εμβέλεια (στο χώρο) και διαχρονικότητα (στο χρόνο) ή αν οι διαφορετικές κοινότητες στην υφήλιο και στην ιστορία έχουν την ελευθερία να διαμορφώνουν δικούς τους ηθικούς κανόνες. Εξυπακούεται πως κάθε κοινωνία διαμορφώνει κατά το δοκούν τόσο κοινωνικούς όσο και νομικούς κανόνες, ωστόσο οι κανόνες αυτοί δεν είναι ηθικοί κανόνες και ως εκ τούτου το ερώτημα παραμένει ανοιχτό και θα το εξετάσουμε στην επόμενη συνάντησή μας. Επίσης θα εξετάσουμε και την ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα σχέση μεταξύ των νομικών και των ηθικών κανόνων, ωστόσο είναι εκ προοιμίου αυτονόητο πως το «νόμιμο δεν είναι ηθικό» και τούμπαλιν καθώς, δεν προκύπτει από πουθενά η λογική ισοδυναμία μεταξύ των δύο αυτών κανονιστικών συστημάτων, των οποίων οι διαφορές είναι ήδη εμφανής και, σε κάθε περίπτωση θα γίνουν εμφανέστερες, στις επόμενες διαλέξεις.

 

ΔΙΑΚΡΙΣΗ & ΟΜΟΓΕΝΟΠΟΙΗΣΗ

Νομίζω αντιληφθήκατε όλοι, ή είχατε ήδη αντιληφθεί όλοι, πως ο άνθρωπος βρίσκεται σε μία διαρκή αναζήτηση ισορροπίας μεταξύ της διάκρισης από τον άλλο και της ομογενοποίησης με άλλους. Η διάκριση έχει σαφή εξελικτική βάση: αποκτώ συνείδηση, αντιλαμβάνομαι πως υπάρχου, είμαι προγραμματισμένος να επιβιώσω και πρέπει να μπορώ να αναγνωρίσω τους άλλους, ειδικά αν είναι εχθροί (κίνδυνος). Ωστόσο με την ανάπτυξη του εγκεφάλου και την κατανόηση πως με συνεργασία μπορεί να επιτευχθούν συχνά περισσότερα οφέλη, αναγνωρίζω στους άλλους τη δυνατότητα να ενταχθούμε σε ένα σύνολο και να επιδιώξουμε το κοινό όφελος από το οποίο εν τέλει θα ωφεληθούμε και εμείς ή έστω θα προστατευθούμε καλύτερα από τους κινδύνους. Είναι φυσικό λοιπόν να έχουμε και την ανάγκη της αυτονομίας αλλά και της ένταξης, ειδικά δε όταν η ένταξη στο σύνολο επιβάλλει και οργάνωση του συνόλου για την καλύτερή του λειτουργία που συχνά απαιτεί και μία ιεράρχηση, η οποία από τη φύση της είναι διαδικασία διάκρισης.

 

  • Επιστημολογία της Διάκρισης: Η ανωτέρω περιγραφή είναι ένα παράδειγμα της επιστημολογικής αξίας της διάκρισης η οποία βρίσκεται στην καρδιά της έννοιας της γνώσης, σε βαθμό που μπορούμε κατ’ αρχάς να πούμε πως γνώση είναι, στον πυρήνα της, διάκριση. Συνεπώς η διάκριση όχι μόνο δεν έχει αρνητική χροιά αλλά είναι ιδιαιτέρως κρίσιμη για τον άνθρωπο. Μπορεί βέβαια να λάβει αρνητική ή θετική χροιά ανάλογα με τη χρήση της. Είδαμε για παράδειγμα την καλή διάκριση που επιτρέπει την εξειδίκευση της γνώσης αλλά και την κακή διάκριση που εξυπηρετεί τον αποκλεισμό από οφέλη λόγω των κινήτρων εκείνου που διανέμει τα οφέλη. Αφαιρετικά, όσο μεγαλύτερη διάκριση έχουμε τόσο μεγαλύτερη η γνώση (εξειδίκευση), ενώ όσο μικρότερη διάκριση έχουμε τόσο λιγότερη η γνώση μας αλλά τόσο πιο γενικευμένη η χρήση της.  

   Ηθική της Διάκρισης: Πέραν της επιστημολογικής διάστασης της διάκρισης υπάρχει και η ηθική της διάσταση που μας αφορά ευθέως. Μέχρι στιγμής έχουμε αποδεχθεί πως η ηθική θα πρέπει να είναι υπερβατική υπό την έννοια πως θα πρέπει να υπερβαίνει το ίδιο συμφέρον του δράστη. Επίσης θα πρέπει η καλή πράξη να αποσκοπεί ή να επιφέρει όφελος σε άλλους ενώ η κακή να τους ζημιώνει. Ωστόσο, δεν έχουμε προσδιορίσει ούτε ποιοι είναι εκείνοι οι άλλοι αλλά ούτε σε τι είδους όφελος αναφερόμαστε.

  • Στο πρώτο ερώτημα μας βοηθά η έννοια της διάκρισης (και κατ’ επέκταση) της γνώσης καθώς εφόσον αναφερόμαστε σε «άλλους» και δεν μπορούμε στη γενικότητα να προσδιορίσουμε ποιους άλλους θα πρέπει, έστω και ως αφετηρία, να είναι όλοι οι άλλοι χωρίς διάκριση. Με άλλα λόγια ένας μετα-ηθικός κανόνας αξιολόγησης κάθε ηθικής θεωρίας ή πλαισίου ή, ακόμα, και πράξεων θα πρέπει να είναι αν η θεωρία ή η πράξη διαχωρίζει μεταξύ ανθρώπων. Ή εναλλακτικά, εκτός από τη δικαιοσύνη και η ηθική θα πρέπει να είναι τυφλή, ή όπως το έθεσε ο Rawls να εφαρμόζεται το «πέπλο της άγνοιας». Δεν είναι δε τυχαίο πως προκειμένου να περιγράψουμε την έννοια της μη διάκρισης εν τέλει καταλήγουμε σε έννοιες όπως η «τύφλωση» ή η «άγνοια» καθώς, όπως είδαμε παραπάνω τη διάκριση αποτελεί γνώση και η μη διάκριση, εν τέλει, άγνοια.
  • Ωστόσο, πίσω από τις έννοιες αυτές κρύβεται μια ακόμα βαθύτερη έννοια, εκείνη της συμμετρίας, έννοια που στηρίζει σχεδόν τα πάντα. Η συμμετρία ορίζεται ως η μη αλλαγή σε περίπτωση μετασχηματισμού (transformation). Στην περίπτωσή μας, θα πρέπει οι ηθικοί κανόνες κλπ να είναι αναλλοίωτοι σε περίπτωση του μετασχηματισμού του συνόλου των ανθρώπων μεταξύ τους. Η συμμετρία λοιπόν όχι μόνο υποστηρίζει τη γνώση αλλά και την ηθική καθώς και, όπως ενδεχομένως γνωρίζετε, έστω και εν μέρει την αισθητική…
  • Ωστόσο, έχουμε ήδη δει πως αν υφίσταται λόγος μπορούμε να προχωρήσουμε σε διάκριση (να σπάσουμε τη συμμετρία) αλλά αυτό θα γίνει μόνο αν ο λόγος αυτός εξυπηρετεί κάποιον απώτερο καλό σκοπό και όχι τη βούληση κάποιου λόγω προκατάληψης. Αν λοιπόν στην εργασία απαιτείται μία συγκεκριμένη ιδιότητα για μια θέση Δ τότε μπορούν να αποκλειστούν από τη θέση αυτή άτομα που δεν έχουν την εν λόγω ιδιότητα χωρίς η διάκριση αυτή, η οποία επιφέρει θετικές συνέπειες σε όσους την έχουν και αρνητικές σε όσους δεν την έχουν, χωρίς να θεωρηθεί πως ο αποκλεισμός αυτός είναι κακός.
  • Επίσης, όπως θα δούμε όταν μιλήσουμε για τα ανθρώπινα δικαιώματα, υφίστανται και αιτιολογημένες διακρίσεις για ανθρώπους που έχουν ανάγκη, όπου η ανάγκη αυτή είναι ικανός λόγος για την ασυμμετρία: για παράδειγμα σε ηλικιωμένους ή εγγείους θα δώσουμε τη θέση μας στο λεωφορείο ή θα αποδεχθούμε να παρακράτηση κάποιον θέσεων για τα άτομα αυτά χωρίς να χαρακτηρίσουμε τον αποκλεισμό μας από τις θέσεις αυτές ως κακό, ενώ μπορεί να τον χαρακτηρίσουμε ακόμα και ως καλό (υπό συζήτηση….).
  • Υπάρχει βέβαια και η έννοια της «θετικής διάκρισης» (positive discrimination) η οποία προκύπτει όταν κάποια καταπιεσμένη ομάδα τόμων  που έχει χαρακτηριστεί ως καταπιεσμένη ιστορικά διεκδικεί να επιτυγχάνει προνομιακή μεταχείριση στο παρόν. Ως μία διάκριση αυτή είναι κατ’ αρχάς κακή σύμφωνα με τον εναρκτήριο κανόνα μας και το εκείνος που την επιβάλει φέρει το βάρος της απόδειξης της αιτιολογίας της. Η αιτιολογία που εξαγνίζει τη διάκριση αυτή από ηθικής άποψης είναι πως η οποιαδήποτε ιστορικά καταπιεσμένη ομάδα χρειάζεται μία κοινωνική ενίσχυση στον παρόν προκειμένου να μπορέσει να ανακτήσει το «χαμένο έδαφος» και να μπορέσει να ανταποκριθεί επί ίσοις όροις με τις λοιπές μη καταπιεσμένες ομάδες. Πράγματι, μια τέτοια αιτιολογία αποτελεί έγκυρο επιχείρημα αλλά θα πρέπει να είναι και ορθό. Συνεπώς εκείνος που καλείται να την αιτιολογήσει θα πρέπει να αποδείξει την αλήθεια των προκείμενων: (α) ότι η εν λόγω ομάδα είναι πράγματι ιστορικά καταπιεσμένη, (β) πως υφίσταται πράγματι ανισότητα ευκαιριών που οφείλεται στην εν λόγω καταπίεση, και (β) πως χωρίς την εν λόγω υπέρ αυτής διάκριση δεν θα μπορέσει να έχει την ισότητα των ευκαιριών που κάθε άτομο δικαιούται. Μάλιστα, για την πληρότητα του επιχειρήματος θα πρέπει να εξεταστεί και αρνητικό αντίκτυπο των υπολοίπων ομάδων που υφίστανται τις αρνητικές συνέπειες της εν λόγω διάκρισης, αφού η επίτευξη του καλού, όπως έχουμε δει, δεν δικαιολογεί το κακό. Ενώ λοιπόν το επιχείρημα είναι έγκυρο (ή επαγωγικά ισχυρό) δεν είναι απαραίτητα ορθό (ή επαγωγικά πειστικό) και απαιτείται αρκετή προσπάθεια προκειμένου να αιτιολογηθεί μία τέτοιου είδους διάκριση από ηθικής άποψης, χωρίς αυτό να σημαίνει πως αυτό δεν είναι δυνατόν.
  • Παράδειγμα εύκολης αιτιολόγησης θετικής διάκρισης είναι η ύπαρξη γυναικείων αθλητικών αγώνων: οι σωματικές ικανότητες των αθλητικά άριστων αντρών σε όλα σχεδόν τα αθλήματα υπερέχουν αισθητά έναντι εκείνων των αθλητικά άριστων γυναικών για εμφανείς βιολογικούς λόγους και συνεπώς θα ήταν άδικο να στερούντο οι αθλητικά άριστες γυναίκες από την αναγνώριση και επιβράβευση του κόπου και ταλέντου τους αν έπρεπε να ανταγωνιστούν τους αθλητικά άριστους άντρες. Εξ ου και η διάκριση των αγώνων που είναι καθολικά αποδεκτή ως μη κακή διάκριση και υπό το πνεύμα του «δικαίου» ως καλή διάκριση. Άλλο παράδειγμα είναι η διαχωρισμός των σωφρονιστικών καταστημάτων (φυλακές) με βάση και πάλι το φύλο καθώς πέραν της εγγενούς ασυμμετρίας της σωματικής διάπλασης και ισχύος υφίσταται και η εγγενής ασυμμετρία της σεξουαλικής διέγερσης και επιθυμίας η οποία θα καθιστούσε τα μεικτά σωφρονιστικά καταστήματα ιδιαιτέρως επικίνδυνα για τις γυναίκες. Εξ ου και η καθολική αποδοχή της εν λόγω διάκρισης ως μη κακής και, υπό το πρίσμα της προστασίας του δικαιώματος στην ασφάλεια και τη ζωή, ως καλής.
  • Τα δύο αυτά παραδείγματα όμως εγείρουν το ιδιαίτερα ευαίσθητο ζήτημα της αποδοχής στους γυναικείους αγώνες και τις γυναικείες φυλακές διεμφυλικών γυναικών (trans women), άτομα δηλαδή που ενώ είναι βιολογικά άντρες έχουν την ταυτότητα της γυναίκας και κατ’ επέκταση το κοινωνικό φύλο γυναίκες. Ως εκ τούτου συχνά διεκδικούν ένταξη σε δραστηριότητες ή χώρους γυναικών όπως οι ανωτέρω, υποστηρίζοντας μάλιστα πως ο αποκλεισμός τους αποτελεί διάκριση σε σημείο που σε αρετές χώρες έχει απαγορευθεί ο εν λόγω αποκλεισμός και έχει επιτραπεί η συμμετοχή τους, όπως για παράδειγμα στους αγώνες πυγμαχίας στου πρόσφατους Ολυμπιακούς αγώνες στο Παρίσι. Εδώ λοιπόν έχουμε άτομα που διεκδικούν να ενταχθούν στην «προστατευόμενη» κατηγορία, εκείνη των γυναικών με την οποία άλλωστε ταυτίζονται από ψυχολογική άποψης. Ωστόσο, η καθ’ όλα αποδεκτή αυτή διάκριση στηρίχθηκε σε βιολογικά και όχι ψυχολογικά χαρακτηριστικά όπως η σωματική ισχύς. Συνεπώς, από ηθικής άποψης στις προστατευμένες δραστηριότητες και τα προστατευμένα μέρη θα πρέπει ενταχθούν μόνο άτομα της συγκεκριμένης κατηγορίας όπως ορίζονται από βιολογικής άποψης και παραβίαση αυτού του κανόνα αίρει την ορθότητα της αιτιολόγησης (και καθιστά τις δραστηριότητες και τα μέρη αυτά επικίνδυνα για τα άτομα των οποίων η προστασία ήταν ο βασικός λόγος της προαναφερόμενης ορθότητας).
    • Τέλος, αγγίξαμε δειλά και την έννοια του «οφέλους» ή της «ζημίας» για τους άλλους που θα πρέπει να σχετίζεται με το καλό ή κακό αντίστοιχα. Μπορεί οι άλλοι να πρέπει να είναι οι αόριστοι άλλοι χωρίς διάκριση, κατ’ αρχάς, αλλά τι είναι αυτό το «όφελος» ή «ζημία»; Δεν συζητήσαμε επ’ αυτού μεν αλλά άρχισε να εμφανίζεται με φυσικό τρόπο και αναντίρρητα η έννοια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας την οποία άλλωστε είδαμε να αποτελεί το κεντρικό χαρακτηριστικό του θεμελιώδους πρώτου άρθρου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (οικουμενική διακήρυξη https://unric.org/el/%CE%BF%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%85%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%B7-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CE%B7%CF%81%CF%85%CE%BE%CE%B7-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B1-%CE%B1%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%B9-2/).
    • «‘Ολοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα. Είναι προικισμένοι με λογική και συνείδηση, και οφείλουν να συμπεριφέρονται μεταξύ τους με πνεύμα αδελφοσύνης.»
  • Βλέπουμε λοιπόν, κατ’ αρχάς την «ισότητα» που περιγράψαμε με μεγαλύτερη σαφήνεια ως συμμετρία προηγουμένως.
  • Βλέπουμε όμως σαφή και κεντρική αναφορά στην «αξιοπρέπεια» την οποία είναι εύλογο να συνδέσουμε με την έννοια του οφέλους (ανάπτυξή της) ή της ζημίας (περιορισμό της). Φυσικά θα μπορούσαν να υφίστανται και άλλες ερμηνείες του οφέλους ή της ζημίας οπότε οφείλουμε να ορίσουμε ικανοποιητικά την ανθρώπινη αξιοπρέπεια ώστε να αποτελεί μια ικανοποιητική σύνδεση με το τι θα μπορούσε να είναι ωφέλιμο ή επιζήμιο για τον τυχαίο άλλο…

ΣΤΕΡΕΟΤΥΠΑ

  • Με την άσκηση του/της χειρουργού είδαμε, έστω και πρόχειρα, πως τα στερεότυπα είναι ζωντανά εν έτει 2025 και «ζουν ανάμεσά μας» … ανεξαρτήτως της όποιας κατηγορίας στην οποία ανήκουμε.
  • Επιστημολογία των Στερεοτύπων: Όπως αντιληφθήκατε σχεδόν αμέσως, τα στερεότυπα αποτελούν ένα σύνηθες και απλό επιχείρημα των οποίο είναι έγκυρο (ή έστω ισχυρό) και το ζητούμενο είναι αν είναι ορθό (ή έστω πειστικό). Βασίζεται δεν σε μία διάκριση και γι’ αυτό κατ’ αρχάς μας προβληματίζει. Ωστόσο, είδαμε ήδη πως η διάκριση αποτελεί γνώση και πως το στερεότυπο είναι η επέκταση της γνώσης από εξωγενή σε κρυφά χαρακτηριστικά και συνεπώς από μόνο δεν είναι προβληματικό. Αντιθέτως είναι η τρόπος με τον οποίο επάγει συμπεράσματα η επιστήμη και ως εκ τούτου είναι κατ’ αρχάς θετικό. Ωστόσο, αυτό προϋποθέτει επιστημολογική αρτιότητα που στην περίπτωση μας μεταφράζεται στην αναζήτηση της αλήθειας των προκείμενων: (α) είναι (σχεδόν) αληθές πως ο Χ ανήκει στην κατηγορία Κ και (β) είναι (σχεδόν) αληθές πως τα μέλη της κατηγορίας Κ έχουν την ιδιότητα Δ, ώστε να επάγεται το συμπέρασμα πως ο Χ έχει την ιδιότητα Δ; Ειδικά το (β) απαιτεί ιδιαίτερα καλή γνώση της στατιστικής καθώς επειδή δεν μπορεί να ελεγχθεί κάθε μέλος της κατηγορίας Κ σχετικά με την ιδιότητα Δ, άλλως θα είχε ελεγχθεί ο Χ και θα είχαμε τελειώσει, θα ελεγχθεί ένα δείγμα της Κ και θα αχθεί συμπέρασμα για όλη την κατηγορία Κ από το δείγμα – διόλου εύκολη διαδικασία…
  • Ηθική (και Ψυχολογία) των Στερεοτύπων:
  • Αν δεν έχουν ελεγχθεί τα ανωτέρω αλλά απλά χρησιμοποιείται το μη επιστημολογικά άρτιο στερεότυπο ενδεχομένως για λόγους επιθυμίας όπως να δικαιολογήσουν μία αθέμιτη διάκριση ή μια προκατάληψη, τότε προφανώς είναι κακή η χρήση του αφού το ίδιο το στερεότυπο δεν είναι πειστικό ως επιχείρημα και απλά αποτελεί πρόφαση για την αθέμιτη διάκριση.
  • Ωστόσο, το πρόβλημα είναι ακόμα πιο σύνθετο καθώς, αν γίνει επιλογή μεταξύ ανθρώπων (π.χ. για μία εργασιακή θέση που απαιτεί την ιδιότητα Δ) βάσει του στερεοτύπου, ακόμα και αν το στερεότυπο είναι πειστικό ως επιχείρημα, το ζητούμενο είναι αν θα μπορούσε να ελεγχθεί απ’ ευθείας η ιδιότητα Δ: είναι μετρήσιμη; υπάρχει το χρονικό περιθώριο και υφίστανται οι πόροι ώστε να γίνει αυτή η απ’ ευθείας μέτρηση; Αν ναι, τότε είναι σαφώς πιο ακριβές να μετρηθεί η ιδιότητα Δ απ’ ευθείας και η χρήση του στερεοτύπου είναι αντιπαραγωγική και ενδεχομένως να υποκρύπτει μία προκατάληψη ή μια αθέμιτη διάκριση.
  • Αν όμως δεν είναι εφικτή η απ’ ευθείας μέτρηση της Δ τότε το επιστημολογικά άρτιο στερεότυπο είναι ένα χρήσιμο εργαλείο σε ένα κόσμο με περιορισμούς και εγγενή αβεβαιότητα (όπως άλλωστε είναι και όλα τα επιστημολογικά άρτια επιστημονικά συμπεράσματα).
  • Παρ’ όλα αυτά διαισθητικά εξακολουθούν και μας ενοχλούν και αναφέρθηκα στο λόγο που μας ενοχλούν προς το τέλος της διάλεξης ενώ κάποιοι από εσάς είχατε αποχωρήσει οπότε το επαναλαμβάνω και εδώ: τα στερεότυπα μας ενοχλούν ακριβώς επειδή προσπαθούμε να ισορροπήσουμε, όπως προανέφερα, μεταξύ της εξατομίκευσης (διάκρισης) και της ένταξης (συναναστροφής). Στα πλαίσια της ανάγκης μας για ατομικότητα μας ενοχλεί σε ψυχολογικό επίπεδο που προκειμένου να κριθεί αν έχουμε την ιδιότητα Δ, αντί να ελεγχθούμε εμείς επ’ αυτής, μας εντάσσει ο κριτής σε μια κατηγορία (αγέλη) και χρησιμοποιεί τη γνώση του για την αγέλη και, συγκεκριμένα, την συχνότητα της εμφάνισης της ιδιότητας Δ στην αγέλη. Συνεπώς η μεγάλη αντίδρασή μας ακόμα και στα επιστημολογικά άρτια στερεότυπα είναι η ομαδοποίηση που μας επιβάλλεται (αντί της ένταξης που εμείς επιδιώκουμε) και η αφαίρεση της αυτονομίας και ατομικότητά μας (αντί της παράδοσής της όταν εμείς το επιθυμούμε).
  • Ωστόσο, αυτό είναι κατ΄ αρχάς ψυχολογική και όχι ηθική ένσταση, εκτός αν η αυτονομία και το δικαίωμα στην ατομικότητα είναι στοιχεία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας (κατά τα ανωτέρω), οπότε τότε ίσως δημιουργείται ενδεχόμενο ηθικό φορτίο το οποίο θα πρέπει να αξιολογηθεί. Θα δούμε…

Όπως άλλωστε, εμπνευσμένα και αποστομωτικά αναφώνησε ένας συνάδελφός σας: «Η δήλωση πως τα όλα τα στερεότυπα είναι κακά είναι στερεοτυπική» και άρα …

 

Πολύ καλή μας συνέχεια λοιπόν,

ΣΒ